Φανταστείτε στον τηλεοπτικό δέκτη σας, φίλες και φίλοι, τη Ναταλία Καποδίστρια, την Κερκυραία ηθοποιό-απόγονο της οικογένειας του πρώτου Κυβερνήτη της σύγχρονης Ελλάδας, στο παράθυρο του κερκυραϊκού σπιτιού του Διονύσιου Σολωμού στα Μουράγια ν’ απαγγέλει Το χάραμα επήρα του ήλιου το δρόμο / Κρεμώντας τη λύρα τη δίκαιη στον ώμο / Κι απ’ όπου χαράζει ως όπου βυθά / Τα μάτια μου δεν είδαν τόπον ενδοξότερο / Από τούτο το αλωνάκι…
Με μουσική υπόκρουση.
Με νότες απ’ την την «Εισαγωγή» στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» του κορυφαίου Ζακύνθιου συνθέτη Αλέκου Ξένου. Με νότες απ’ τη σολωμικής έμπνευσης «Τρίτη Συμφωνία» του Μίκη Θεοδωράκη που ο παππούς του είχε ζήσει στη Ζάκυνθο κι ο ίδιος είχε πάει δημοτικό σχολειό στην Κεφαλονιά.
Σε ηχητική-μουσική κι οπτική αν όχι ζωντανή σύνδεση κι απόκριση με το Μεσολόγγι να σειέται με σθένος και σουλιώτικη περηφάνια κι ανυποταξιά στο «Αραπιάς άτι», στον «Γάλλου νου», στο «βόλι Τουρκιάς», στο «τοπ’ Άγγλου». Με τον Μάριο Φραγκούλη στο παράθυρο του σπιτιού του Σολωμού ν’ απαγγέλει ή να τραγουδάει Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός… / Τα μάτια η πείνα εμαύρισε… / Η δύναμή σου πέλαγο / Η θέλησή μου βράχος.
Ή με σύνδεση για λίγο και μ’ εκείνον το χώρο στο κερκυραϊκό Παλαιό Φρούριο, μπροστ’ απ’ την Αγγλική εκκλησιά, όπου χρόνια πολλά μετ’ από το έπος του Μεσολογγιού ήτανε δημοτικό σχολειό κι ο Σολωμός σύμφωνα με Ιταλό ποιητή επήγαιν’ απροσδόκητα και σε διαλείμματα, λες κι ήθελε να ξεσηκώσει κιόλας για τη «Ψεύτρα Ελευθεριά!» των Ιονίων Νήσων, εδιάβαζε στα παιδιά και τους δασκάλους «στίχους με το Μισολόγγι».
Με τον Παντελή Κοντό που ‘χει ψάλλει με τον Γιάννη Μαρκόπουλο τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» στο ίδιο το Μεσολόγγι ν’ ανοίγει από άλλο παράθυρο του σπιτιού την εκδήλωση με κομμάτι απ’ τους «Στοχασμούς» του πατέρα της νεοελληνικής ποίησης για το έργο του αυτό: «Κάμε…» το έργο συγχρόνως να υπηρετήσει κατά πως ο Αισχύλος με τον «Προμηθέα Δεσμώτη» του τόσο «τα μεγαλύτερα συμφέροντα της Ελλάδας» όσο και «τα μεγαλύτερα συμφέροντα της Ανθρωπότητος»!
Με τον Βασίλη Γισδάκη τον γέννημα-θρέμμα από χωριό του Παντοκράτορα. Την Ελευθερία Αρβανιτάκη με τις παξινές ρίζες. Την καταγόμενη απ’ την Κεφαλονιά και τα Κύθηρα Μαρία Φαραντούρη. Τον Πέτρο Πανδή και τη Ρόζα Πουλημένου και τους καλύτερους άλλους Κερκυραίους κι άλλους Επτανήσιους λυρικούς κι άλλους ερμηνευτές και ηθοποιούς, με τον νεαρό τενόρο Δημοσθένη Βλάχο σε βασικό ίσως ρόλο, ν’ αποδίδουν από λίγο ο καθένας αποσπάσματα των «Ελεύθερων Πολιορκημένων» εναλλασσόμενοι σ’ εξέδρα μπροστ’ ακριβώς απ’ το σπίτι του Σολωμού και στα παράθυρα του σπιτιού του, όπου έζησε σχεδόν 25 χρόνια και όπου πέθανε.
Εκεί. Όχι αλλού!
Με νότες-μάγεμα μουσικού σώματος κάτω απ’ τα παράθυρα με τη φροντίδα του Άκη Μπαλτά και του Σπύρου Προσωπάρη. Εκείνης της Παλαιάς Φιλαρμονικής, που ο Σολωμός την άκουγε και την εβόηθαγε κι ο Νικόλαος Μάντζαρος την εστήριζε.
Με ομάδα της Χορωδίας της Κέρκυρας «San Giacomo» της πολύ εξοικειωμένης με το έργο μέσα στο σπίτι ή κάτω απ’ αυτό να ψάλλει τους «ανάκουστους κιλαϊδισμούς» του Σολωμού σαν τον πολύ λαό που, ενώ αντιμετώπισε τόσα και τόσα μετά, έχυσε το αίμα του το ’21 και μέχρι την απελευθέρωση μ’ αφοβιά και ηρωισμό που εξεσήκωσαν κύμα διεθνούς αλληλεγγύης, που εκλόνισαν και τη συνοχή της Ιερής Συμμαχίας. Ίσως για λίγο κι εκείνους του «Ύμνου των Ριζοσπαστών» της Επτανήσου θυμίζοντας πόσες χιλιάδες μαστιγώσεις υπέφερε και πόσο αίμα και πόσους αγώνες έδωσε στη συνέχεια ο λαός των νησιών μας για την αποτίναξη του βρετανικού ζυγού, για την Ένωση, για το δίκιο του.
Με χορωδούς απ’ τη «San Giacomo» να κλείνουν με τη συνοδεία πιάνου τη μονόωρη ή δίωρη εκδήλωση γνωρίζοντας στους Έλληνες στους τηλεοπτικούς δέκτες τους, σε συνδυασμό με εικαστικά έργα για τη συμμετοχή των Επτανησίων σε μάχες της Επανάστασης όπως αυτή του Λάλα και για τον πυρπολητή-ήρωα Ανεμογιάννη, απόσπασμα απ’ την πρωταρχική, την εκπληκτική κι ελάχιστα γνωστή στην άλλη Ελλάδα μελοποίηση του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν». Τη συνθεμένη απ’ τον Μάντζαρο μαζί με τον Σολωμό στα 1829-1830. Αξιοποιώντας επί σκηνής την απίστευτη σωζόμενη περιγραφή εκείνης της μελοποίησης σε γραφτό του Σπυρίδωνα Δε Βιάζη.
Με τον Μίκη Θεοδωράκη να θυμίζει έστω γραπτά ότι εκείνος έκανε στην εποχή του με τον Ρίτσο, τον Ελύτη και τον Σεφέρη, όπως έχει πει, ό,τι ο Μάντζαρος κι ο Σολωμός στη δική τους ή να θυμίζει τις «εκκλήσεις» του «Διονύσιε Σολωμέ σε σέ κράζω!» και την πίστη του στη νίκη των σύγχρονων «Ελεύθερων Πολιορκημένων» κι εδώ και σ’ όλη τη Γη.
Τι λέτε;
Θα ‘ταν μια ιστορικής αξίας μ’ ανεκτίμητους συμβολισμούς κι αντάξια του λαού της Κέρκυρας και της Επτανήσου εκδήλωση που δίχως δεύτερη κουβέντα θα μετέδιδε ζωντανά η ΕΡΤ ακόμη και στο εξωτερικό και θα ‘βλεπαν μ’ ενδιαφέρον πάρα πολλοί Έλληνες και θα ‘μενε άσβεστη στη συλλογική μνήμη;
Μήπως, όπως εξελίσσονται τα πράγματα με την πανδημία, αξίζει ν’ αφιερωθούν, να συγκεντρωθούν δυνάμεις σε μια τέτοια σε γενικές γραμμές εκδήλωση για τα 200 χρόνια της Επανάστασης του ’21 που και μόνο η πραγματοποίησή της μπροστά στο σπίτι του Σολωμού και μέσα σ’ αυτό συνεγείρει; Μήπως αυτό ή κάτι καλύτερο, εκεί ακριβώς πάντως, είναι ό,τι πιο ταιριαστό κι ό,τι πιο δυνατό έχουμε να κάνουμε, δυστυχώς με τα τρέχοντα δεδομένα χωρίς συγκεντρωμένο κοινό;
Υπάρχει αμφιβολία ότι για κάτι τέτοιο υπάρχουν όλες οι τεχνολογικές δυνατότητες και είναι σε θέση να γράψουν Ιστορία, με ιδέες κιόλας πολύ καλύτερες απ’ αυτές τις ενδεικτικές που διαβάσατε, σκηνοθέτες μας όπως ο Πέτρος Αυγερινός κι ο Πέτρος Γάλλιας συνεργαζόμενοι φυσικά και με την Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών;
Πριν από τρία χρόνια, ας προσθέσουμε, ο τόσο αγαπητός και σεβαστός λαμπρός μουσικοσυνθέτης Γιάννης Μαρκόπουλος είχε ριγήσει στο άκουσμα της ιδέας οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» να ζωντανέψουν μουσικά στο σπίτι του Σολωμού. Εκεί, δηλαδή, όπου γράφτηκαν.
Ας συνεκτιμήσουν κι αυτή την επιπλέον φθηνού κόστους σε σύγκριση με άλλες ιδέα, παρακαλούμε, η αξιότιμη δήμαρχος Κεντρικής Κέρκυρας και η αξιότιμη περιφερειάρχης Ιονίων Νήσων καθώς και η τοπική Επιτροπή του Εορτασμού, μαζί με τις άλλες καλές τοπικές προτάσεις και τις κάποιες δυστυχώς άχρωμες, άοσμες κι άγευστες ιδέες και προτάσεις με άσχετες προς τον λαό σκοπιμότητες και στοχεύσεις που εκπορεύονται κυρίως απ’ την Αθήνα και δεν αναδεικνύουν το μεγαλείο του λαού μας.
* Το κείμενο δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2021.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΡΦΙΑΤΗΣ