Συμμετέχοντας από τα εφηβικά του χρόνια σε μεγάλες στιγμές λαϊκής ανάτασης και ελπίδας για μια καλύτερη ζωή κι έναν καλύτερο ή πιο σωστά δίκαιο κόσμο, απαθανάτισε κιόλας σε γραπτό του κείμενο κάποιες από τις πιο δυνατές -και ξεχασμένες- στιγμές άλλων αγωνιστών και του ιδίου.
Το κείμενο αυτό το άφησε σε μέλη της οικογένειάς του, σε λίγους φίλους ή και ενδιαφερόμενους για πλευρές της κερκυραϊκής Ιστορίας, όπως βέβαια και στους συντρόφους του της τοπικής Οργάνωσης του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, που τον αποχαιρέτησε με θέρμη.
Χαιρόμαστε που τον είχαμε γνωρίσει. Τέτοιες ημέρες το 2015, αν δεν τον είχε πιάσει ένα κρυολόγημα, θα ήταν ανάμεσά μας σε μια συνάντηση πενήντα παλιών Κερκυραίων φίλων του ΚΚΕ σε ταβέρνα στη Σπηλιά. «Σαράντα χρόνια μετά», είχε αποκληθεί εκείνη η συνάντηση, καθώς όλοι είχαν γνωριστεί πάνω-κάτω το 1975, μετά την πτώση της Χούντας των συνταγματαρχών, στο πλαίσιο ή στον περίγυρο του ΚΚΕ είτε, οι νεότεροι, της Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας. Ο Βασίλης Νικολούζος, στα 92 του χρόνια, είχε στείλει ζεστό, συγκινητικό χαιρετισμό. Ακόμη κι αν κάποιοι νόμιζαν πως είχε πιστέψει πως η λύση για τη χώρα σε κάποια φάση έστω ήταν η λεγόμενη Ανανεωτική Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, παρέμεινε στο ΚΚΕ, ως μέλος του μάλιστα, με ξεχωριστή γενναιότητα, παραβλέποντας και λόγους που άλλον θα τον είχαν ίσως κλονίσει.
Ας δώσουμε όμως, καλύτερα, τον λόγο στον ίδιο, μέσα από σημειώσεις του προσωπικές και γενικότερου ενδιαφέροντος για την Κέρκυρα της τέταρτης δεκαετίας του εικοστού αιώνα.
Ακολουθεί εκτεταμένο απόσπασμα των αναμνήσεών του για την Κατοχή, όπως μας παραδόθηκαν γραπτά από τον ίδιο πριν από μερικά χρόνια:
«Δεν τα έζησα από κοντά όλα, όμως τα γνωρίζω γιατί και εγώ σ’ αυτήν την περίοδο είμουν στην πρώτη γραμμή (…) σε μια μεριά του Νησιού, στο Βορρά (…)
Είμουν παιδί. Τότες που μαζί με όνειρα που έκανα για τον εαυτό μου, έπλαθα και τα όνειρα για μια δίκαιη και ανθρώπινη κοινωνία, για έναν κόσμο αγνό, ιδανικό που θα ζούσε με αγάπη (…) Μα τι όνειρα και όνειρα…
Θυμάμαι: Σαν ήρθε η κατοχή (), δηλαδή οι Ιταλοί στην Κέρκυρα και την κατέλαβαν, πήγαινα πάντα κοντά στους μεγάλους που κουβέντιαζαν. Μου άρεσε να ακούω τι λένε για τον πόλεμο, τι προβλέψεις έκαναν, πόσο θα κρατούσε αυτός ο πόλεμος. Μιλούσανε για τη Ρωσσία,, τη Μεγάλη Ρωσσία, τους Μπολσεβίκους όπως τους έλεγαν.
Και θυμάμαι σ’ αυτό το δικό μου το χωριό, τους Βελονάδες, αυτοί οι άνθρωποι οι φτωχοί, στην μεγάλη τους πλειοψηφία, αγρότες, πόσο στήριζαν τις ελπίδες τους σ’ αυτή τη χώρα. Θα πολεμούσε για να απελευθερώσει τους λαούς που είχαν υποδουλώσει οι Φασίστες καταχτητές, μαζί και τη δική μας χώρα. Η δική μου παρέα είτανε ο Φάνης Βρανάς παληός Κομμουνιστής (…), ποτέ ουσιαστικά δεν απαρνήθηκε τις ιδέες του, αρκετά μεγαλύτερος από μένα. Επίσης, έκανα παρέα και με άλλα παιδιά της δικής μου περίπου ηλικίας ή λίγο μεγαλύτερα. Γλέντια οργανώναμε, χορούς τα βράδυα, μ’ ένα γραμμόφωνο, βοηθούσε πολύ αυτό για να μαζεύονται οι άνθρωποι μέσα στην κατοχή, συνεισφέροντας από το τίποτα κάτι, προκειμένου να βρεθούν όλοι μαζί.
Το ΕΑΜ στους Βελονάδες
Αλήθεια πόσο βοήθησε αυτό αργότερα όταν όλο το χωριό, όλοι οι κάτοικοί του, περίπου 1.000 και δεν είναι υπερβολή αυτό που λέω, μπήκανε στις γραμμές του ΕΑΜ (λίγες είτανε οι εξαιρέσεις).
Σταμάτησαν όμως αυτές οι προσπάθειες των συναθροίσεων για γλέντια γιατί είρθανε στο χωριό ένας Λόχος Ιταλοί και στρατοπεδεύσανε σ’ ένα μικρό καλυβάκι θυμάμαι, κοντά, δίπλα στο δρόμο που πηγαίνει στο Σιδάρι (…)
Μια μέρα, ένα πρωί θυμάμαι, είμουν με δυό φίλους μου: Τον Σπύρο Δούκα (Ζέπο) και τον Στάθη Χαδρινό, και οι δυό τους είτανε παιδιά της αριστεράς. Ο πατέρας του Δούκα, ο Δήμος Δούκας (…) είτανε από τα πρώτα ιδρυτικά μέλη του σοσιαλιστικού Ομίλου στην Κέρκυρα (σ.σ. το 1911), μαζί με τον Φάνη Βρανά και τον Γιάννη Κοντάλιπο (…), όλοι γεννήματα του χωριού μου.
Και λέει λοιπόν ο Ντάντος (Αλέκος Χαγιάννης) στο μικρό καφενείο: Πρόκειται να πέσουν αλεξιπτωτιστές σύμμαχοι και θα χρειασθεί να τους βοηθήσουμε. Θέλετε να φτιάξετε μια ομάδα εσείς οι τρεις; Είσαστε φίλοι, κάνετε παρέα, δεν πρόκειται να σας ανακαλύψει κανείς. Θα φροντίσουμε να βρεθούν και όπλα. Εγώ δεν είχα ιδέα από όπλο, οι άλλοι δύο είχανε πάει τρεις μήνες στρατιώτες πριν την κατάρρευση, κάτι ήξεραν. Δεχθήκαμε, είπαμε ΝΑΙ. Αυτή είτανε η πρώτη μας επαφή. Επίσημα τώρα με την Οργάνωση που αργότερα λίγο πήρε σάρκα και οστά και έγινε μεγάλη, ένα γερό κομμάτι της Οργάνωσης του ΕΑΜ στην Κέρκυρα. Αυτό έγινε τον Ιούνιο του 1941. Δεν μπορώ να θυμηθώ πώς εμείς οι τρεις (…) βρήκαμε τρία όπλα του Ελληνικού Στρατού (…) Τα θάψαμε τυλιγμένα σε σακιά βαθειά στη γη μέσα, σ’ ένα καλυβάκι μακρυά από το χωριό (…)
Μαζί με την δική μας τριάδα άρχισαν να . . στρατολογούνται και άλλοι νέοι και μεγαλύτεροι σε ηλικία. Έτσι συγκροτήθηκε η Κομματική Οργάνωση, η οποία αργότερα αποτέλεσε τη βάση για την Οργάνωση του ΕΛΑΣ.
Ομάδες πολιτοφυλακής
Όταν συνθηκολόγησαν οι Ιταλοί η οργάνωσή μας άρχισε σιγά – σιγά να βγαίνει από την παρανομία. Συγκροτήθηκαν ομάδες πολιτοφυλακής και τα βράδυα βγαίναμε περιπολίες. Έτσι με τα όπλα στην πλάτη κόντεψε να μας πιάσουν οι Γερμανοί όταν κατέλαβαν την Κέρκυρα. πηγαίνοντας με τα καμιόνια των Ιταλών στο Σιδάρι ένα βράδυ για να κάνουν κατάληψη. Γλυτώσαμε από τύχη, ενώ βρισκόμαστε περίπου 50 μ. απόσταση από το δρόμο.
Εδώ θα πρέπει να πω ότι (…) οργανωθήκαμε και οι τρεις της τριάδας μας στο ΚΚΕ.
Η κομματική μας Οργάνωση έκρυψε και βοήθησε συντρόφους που ξέφυγαν τη σύλληψη από τους Ιταλούς (…) Είχαν συλλάβει αρκετούς στην πόλη. Θυμάμαι τον σύντροφο που κρύβαμε, ήταν από την πόλη και τον έλεγαν Αλέκο, δεν θυμάμαι το επώνυμό του. Μαζευόμαστε τα βράδυα κρυφά και μας έλεγε διάφορες ιστορίες και απάγγελε ποιήματα (…) ενός Γάλλου παληού σοσιαλιστή (…) Πραγματικά τον ακούγαμε με ανοιχτό το στόμα. Είχαμε δίψα να μάθουμε.
Οι καθοδηγητές
Εγώ είχα συνδεθεί με την τότε καθοδήγηση της οργάνωσης της περιοχής Γύρου και έπαιρνα μέρος στις συσκέψεις που γίνονταν όταν έρχονταν καθοδηγητές από την Οργάνωση της πόλης. Θυμάμαι τον Νιόνιο Μαράτο, τον Κώστα Αυγούστη, τον Αλέκο τον Πρίφτη.
Την καθοδήγηση της Οργάνωσης τότε αποτελούσαν οι Σ/φοι Αλέκος Χαγιάννης από τους Βελονάδες, Φάνης Αυλωνίτης και Νίκος Αυλωνίτης από Περλεψειμάδες (Δάφνη σήμερα), ο Αριστείδης Μπαλός (Αριστειδάκης) από Μεσσαριά, ο Τώνης Σκλαβενίτης από τους Καρουσάδες και ο Σπύρος Χαλικιόπουλος (Τσαγκάρης) από Αγ. Δούλους, μέχρι τον Σεπτέμβρη του 1943.
Τον Σεπτέμβρη μάς ήρθε σύνδεσμος από την οργάνωση της πόλης και μας ενημέρωσε ότι βγήκαν οι Ακροναυπλιώτες από το Λαζαρέτο και ότι μια ομάδα από αυτούς θα ερχόντανε σε μας. Πράγματι ύστερα από 1-2 μέρες ήρθαν μια ομάδα από 10-15 (…) Οι περισσότεροι έμειναν στη Μεσσαριά, μερικοί στους Περλεψειμάδες και οι υπόλοιποι στους Βελονάδες. Μερικοί από αυτούς έμειναν στο σπίτι του παπα Βρανά. Ο παπα Βρανάς δεν είτανε κομμουνιστής, αλλά συμπαθούσε γιατί όλη του η οικογένεια σχεδόν είτανε. Είτανε μέλη της οργάνωσης Βελονάδων, ο δε γυιος του παπά ο Θανάσης είτανε στέλεχος της Οργάνωσης του ΚΚΕ του χωριού και δούλευε και στο ΕΑΜ.
Ανάμεσα στους Ακροναυπλιώτες είτανε ένας γιατρός, τον έλεγαν Κουτσοδήμο. Όταν το έμαθαν οι χωριανοί, μαζεύονταν ουρά κάθε μέρα για να τους εξετάσει δωρεάν φυσικά, αφού δωρεάν παροχή βοήθεια είτανε (…)
Νέες οργανώσεις Αντίστασης
Μια μέρα έγινε στο σπίτι του παπα Βρανά μια σύσκεψη της Κ.Ο. (σ.σ. Κομματικής Οργάνωσης) του χωριού, στην οποία πήραν μέρος παλαιοί Κομμουνιστές και νέοι, όπως και εγώ μαζί. Ο Νίκος ο Δάσκαλος (…) αναφέρθηκε στις εξελίξεις στο Ανατολικό Μέτωπο, στην αντεπίθεση του Κόκκινου Στρατού (…), επίσης στα καθήκοντα που έμπαιναν μπροστά και στη δική μας Οργάνωση για (…) του ΕΑΜ, της ΕΑ (σ.σ. Εθνικής Αλληλεγγύης), της ΕΠΟΝ και στη συνέχεια του ένοπλου Τμήματος του ΕΛΑΣ.
Δεν ξεχνάω έναν ακροναυπλιώτη ψηλό και γεροδεμένο, δεν θυμάμαι καθόλου το όνομά του, είτανε μεγάλο και δύσκολο. Είτανε υπεύθυνος για την τροφοδοσία των ομάδων. Περνούσε από όλα τα τμήματα για να δει πώς περνάνε. Αυτός ο άνθρωπος λοιπόν εμφανιζόντανε εκεί που δεν τον περίμενες. Του βγάλαμε παρατσούκλι Κεραυνός.
Είχαμε περάσει αρκετές μέρες μαζί με τους Ακροναυπλιώτες, τους είχαμε συνηθήσει. Στο δικό μου σπίτι είτανε κάθε μέρα από 1-2. Συζητούσανε με τον πατέρα μου που του άρεσε να ακούει από αυτούς διάφορα πράγματα ενδιαφέροντα. Γιατί πράγματι τόσα χρόνια στο κάτεργο της Ακροναυπλίας, της Βόνιτσας και του Λαζαρέτο, που τα είχανε μετατρέψει σε σχολειό, είχανε μάθει πολλά.
Όταν άρχισαν να φεύγουν για να περάσουν στην Ελεύθερη Ελλάδα μάς λείψανε.
Άρχισε να τους συγκεντρώνει η Κ.Ο. της Κέρκυρας για να τους διεκπεραιώσει απέναντι στις Αλβανικές ακτές για να φτάσουν στις ελεύθερες περιοχές, στις περιοχές που είχε απελευθερώσει ο ΕΛΑΣ.
Μέχρι αυτή την περίοδο, για την οποία έχω μιλήσει, υπήρχαν εκτός από τους Βελονάδες, που εθεωρείτο κέντρο, Κ.Ο. και σε άλλα χωριά, μικρές βέβαια σε αριθμό μελών, όπως Περλεψειμάδες – Γαβράδες (Δάφνη), Μεσσαριά, Καρουσάδες, Καβαλούρι, Αγραφοί, Αγ. Δούλοι κ.ά.
Τον Σεπτέμβρη του 1943 συγκροτήθηκε η Αχτιδική Επιτροπή Γύρου με γραμματέα τον Ευτύχιο Παγιατάκη.
Τον 8/βρη του ίδιου χρόνου έγινε μια σύσκεψη στελεχών του Κόμματος της περιοχής στους Αγραφούς στο σπίτι του Σπύρου Γουλή, αν θυμάμαι καλά. Από την καθοδήγηση της Κ.Ο. Κέρκυρας είτανε ο Β. Άνθης και ο Παππούς Απόστ. Κρόζος (σ.σ. Απόστολος Γκρόζος, μεταγενέστερος πρόεδρος του ΚΚΕ, που είχε απελευθερωθεί από το Λαζαρέτο). Εκεί μπήκανε οι βάσεις για την ανασυγκρότηση της Κ.Ο. που θα αποτελούσε την ραχοκοκαλιά της συγκρότησης της Οργάνωσης του ΕΑΜ για την περιοχή Γύρου – Όρους και που συμπεριλάμβανε ολόκληρη την περιοχή της Βόρειας Κέρκυρας. Λίγες μέρες αργότερα, πιθανόν μέσα σ’ αυτή τη βδομάδα που έγινε η σύσκεψη, έλαβα εντολή να πάω στους Αγραφούς να συνδεθώ με δύο συν/φους της καθοδήγησης και να τους οδηγήσω στη Μεσσαριά στο σπίτι του Γιάννη Μακρή (του Μπουντού). Ο Γιάννης Μακρής (σ.σ. εκτελέστηκε από τους Γερμανούς) είτανε Αγροφύλακας της Κοινότητας Μεσσαριάς μαζί με τον γαμπρό του Νίκο Κοντοσώρο από τους Κοψοχειλάδες. Λόγω της ιδιότητάς τους μπορούσαν να κινούνται ελεύθερα, πράγμα που βοηθούσε πολύ τη δουλειά μας.
Πήγα λοιπόν στους Αγραφούς. συνδέθηκα με τους συν/φους και τους οδήγησα (…) Οι σ/φοι αυτοί είτανε ο Γιάννης Τσέκος (Κυργιάννης) και ο Αλέκος Πρίφτης (Τάκης).
Και οι δυό τους ανέλαβαν την καθοδήγηση της οργάνωσης περιοχής Γύρου Όρους του ΚΚΕ και στη συνέχεια του ΕΑΜ.
Λίγο αργότερα και αφού είχε αρχίσει η ανασυγκρότηση της Οργάνωσης ήρθε στην περιοχή μας ο Γεράσιμος Λυκίδης (Μπούτος), Νεολαίος για την Οργάνωση της ΕΠΟΝ.
Η πρώτη μας δουλειά είτανε να ανασυσταθούν ή και να συσταθούν νέες Αχτιδικές Επιτροπές. Έτσι ανασυστάθηκε η των Βελονάδων (Γύρου όπως λεγόντανε), των Αγραφών και του Όρους με Γραμματείς τους σ/φους Ευτύχιο Παγιατάκη, Στέφανο Γουλή και Σταμάτη Βάρελη.
Οι Α.Ε. αυτές ρίχθηκαν στη δουλειά με πραγματική όρεξη και κέφι για να συγκροτήσουν Κ.Ο. σε όλα τα χωριά της περιοχής. Πραγματικά λοιπόν (…) στα περισσότερα χωριά είχαμε Κομμ. Οργανώσεις. Παράλληλα με αυτή τη δουλειά άρχισε η συγκρότηση των οργανώσεων του ΕΑΜ.
Το κάθε Κ.Μ. (σ.σ. κομματικό μέλος) και ο κάθε οπαδός χρεώθηκαν να συγκροτήσουν μία τριάδα ΕΑΜική.
Συγκροτήθηκαν καθοδηγητικά όργανα του ΕΑΜ αντίστοιχα περίπου με τις Α.Ε. και συγκροτήθηκε επίσης περιφερειακό Όργανο του ΕΑΜ Γύρου Όρους με Γραμματέα το Νίκο Μπαλό, Δικηγόρο από τη Μεσσαριά. Είτανε γιος του Στάθη Μπαλού, δικηγόρου κι αυτού, Βενιζελικού.
Το ΕΑΜ της βόρειας Κέρκυρας
Στο περιφερειακό Όργανο του ΕΑΜ συμμετείχαν εχτός από μερικά στελέχη του ΚΚΕ Δημοκρατικοί προοδευτικοί άνθρωποι, όπως ο (Κώστας) κ. Νάνες Κόλλας αεροπόρος, ο Ανδρέας Δενδρινός πρώην βουλευτής στέλεχος του Αγρ. Κόμματος, άλλοι Φιλελεύθεροι, ακόμα και συντηρητικοί που ασπάστηκαν τους σκοπούς του ΕΑΜ. Έτσι μπορώ να πω και ελπίζω να μην απατάει η μνήμη μου, μέχρι το τέλος του 1943 η μεγάλη πλειοψηφία του Λαού της περιοχής Γύρου Όρους είχε ενταχθεί στις γραμμές του ΕΑΜ. Μόνον λίγα, πολύ λίγα χωριά έμειναν απ’ έξω, αυτό μπορώ να το πω με βεβαιότητα ότι μετριώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Και αυτό όχι απόλυτα, γιατί εκεί δεν είχαμε οργανώσεις, αλλά είχαμε οπαδούς του ΕΑΜ ή Οργανώσεις της ΕΠΟΝ.
Οι νέοι, βλέπετε, πήγαιναν πάντα μπροστά. Και μεις σαν νέοι τότες, μεταξύ αυτών και ο γράφων (Β.Ν.), τραβήξανε μπροστά, πολύ μπροστά.
Στα σκαριά λοιπόν των Οργανώσεων του ΚΚΕ χτίστηκε το ΕΑΜ και στα σκαριά και των δύο αυτών οργανώσεων άρχισε να χτίζεται η ΕΠΟΝ, η Εθνική (σ.σ. Ενιαία) Πανελλαδική Οργάνωση Νέων.
Ο (…) Γερ. Λυκίδης συγκρότησε το περιφερειακό Όργανο της ΕΠΟΝ με αντίστοιχα Τομεακά Όργανα (…) Θυμάμαι τον Σπύρο Δούκα, τον Δημ. Κορωνάκη, τον Γουλή, τον Λαδοβρέχη, τον Ζίζο, τον Α. Κοσκινά (…)
Η διατροφή και οι κληρικοί
Είναι γεγονός ότι πάνω από το 80-85% του πληθυσμού της περιοχής ακολούθησε το ΕΑΜ και συμμετείχε ενεργά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στο ΕΑΜ. Δεν είναι τυχαίο το ότι η Κυρά Κορίνα Προβατά η αρχόντισσα των Αγραφών φόρτωσε πολλές φορές το κάρο του (…) με καλαμπόκι, φασόλια και όσπρια για τον Λόχο του ΕΛΑΣ που συγκροτήθηκε στην περιοχή μας. Και ακόμα κληρικοί είτανε μαζί μας. Ο παπα Τόμπρος από τους Χορ/πους (σ.σ. Χωρεπισκόπους), ο παπας Βρανάς, ο παπα Κοντοσώρος από τους Κοψοχειλάδες που (…) μας βοήθησε και περίμενε το Δελτίο ειδήσεων να του πάρουμε να διαβάσει για να μάθει τα νέα από τον πόλεμο (…)
Θυμάμαι μια κρύα μέρα βροχερή τον Δεκέμβρη του 1943 ξεκινήσαμε από τη Μεσσαριά για τους Πάγους με τα πόδια. Ο Νίκος Μπαλός γραμμ. του ΕΑΜ, ο Κυργιάννης, ο Αλ. Πρίφτης και ο γράφων. Βροχή ασταμάτητη, κρύο, ρούχα κατοχής, και νηστικοί, αλλά καλαμπούρι και τραγούδι σιγανά μες τη βροχή και είτανε ωραία. Γυρίσαμε την άλλη μέρα. Οι τρεις εχτός από μένα μείναν στου παπα Παγιατάκη. Εγώ κοιμήθηκα στον Πρινίλα, ένα μικρό χωριό πάνω από τους Πάγους.
Ο Σπ. Καλούδης συνέλεξε και περίθαλψε 2-3 Άγγλους που είχανε βγει με μια φουσκωτή βάρκα στον Αγ. Γιώργη Πάγων μέχρι που έφυγαν για την Ελεύθερη Ελλάδα.
Την άλλη μέρα γυρίσαμε πάλι με τον ίδιο καιρό. Μας έκανε το τραπέζι ο Μπαλός στο σπίτι της Μαρίκας Κορωνάκη στη Μεσσαριά.
Φούντωνε μέρα με τη μέρα η Οργάνωση του ΕΑΜ σε όλη την περιοχή Γύρου Όρους, παράλληλα και η Εθνική Αλληλεγγύη (σ.σ. ΕΑΜογενής οργάνωση) που σκοπό είχε την φροντίδα και την περίθαλψη των αγωνιστών που είχανε ανάγκη και γενικά (…)
Μεγάλο ρόλο και βοήθεια μεγάλη έδωσε ο αγωνιστής γιατρός από το χωριό Χωρεπίσκοποι ΣΠΥΡΟΣ ΓΛΥΚΙΩΤΗΣ (σ.σ. πρωταγωνιστής της ίδρυσης του ΕΑΜ τα τέλη του 1941). Γύριζε διάφορα χωριά με το άλογο ή το γαϊδούρι και έβλεπε αρρώστους πάντα χωρίς αμοιβή και πάντα με το χαμόγελο στα χείλη του. Πάντα σεμνός (…) και θερμός συμπαραστάτης των ασθενών (…)
Στα μέσα του καλοκαιριού είτανε έτοιμος ένας λόχος με μπροστάρηδες τους ΕΠΟνίτες (…) και άλλους αγωνιστές Κομμουνιστές και Δημοκρατικούς (…) για τη συγκέντρωση οπλισμού.
Ιδιαίτερο ρόλο έπαιξε για την συγκέντρωση οπλισμού σε μεγάλο αριθμό (…) και πυρομαχικών ο Σπύρος Ασπιώτης (…) από τους Ασπιωτάδες, με πραγματική αυτοθυσία μέσα στη Γερμανική Κατοχή. Και άλλοι πολλοί σύντροφοι. Είτανε τόσοι πολλοί… Σήμερα που γράφω αυτές τις γραμμές οι περισσότεροί τους έχουν φύγει από τη ζωή. Ας είναι. Αιώνια η Μνήμη τους, κανένας δεν τους ξεχνάει. Κανένα.
Αυτή τη δουλειά καθοδηγούσε προσωπικά ο Αλέκος Πρίφτης (Τάκης, χρεωμένος από την Οργάνωση της Κέρκυρας και μέλος της καθοδήγησης Γύρου Όρους).
Ανάμεσα στον οπλισμό είτανε και ένας βαρύς όλμος μαζί με πολλά βλήματα (…) Προωθήθηκε προς τη μεριά του Όρους, που τον παρέλαβε μια ομάδα ΕΛΑΣιτών με επικεφαλής τον Γ. Βλάχο από Αγ. Μαρτίνο και τον πέρασε στην Ήπειρο στις μάχιμες δυνάμεις του ΕΛΑΣ.
Τον Σεπτέμβρη του 1944 συγκροτήθηκε ένας λόχος του ΕΛΑΣ με Διοικητή τον Αριστείδη Μπαλό από την Μεσσαριά και Καπετάνιο τον άλλο Αριστείδη Μπαλό (Αριστειδάκη είτανε το χαϊδευτικό του) ή Μπόνιο και αυτός από τη Μεσσαριά, από τα πρώτα και τα τραγικότερα (σ.σ. βασανίστηκε άγρια από ΕΔΕΣίτες) στελέχη της Οργάνωσης Γύρου. Ο λόχος συγκεντρωμένος εστρατοπέδευσε στην περιοχή Καρκάνα, μια ερημική (…) τοποθεσία. Παράλληλα άρχισε να συγκροτείται και ένας λόχος Διοικήσεως, εφεδρικού (σ.σ. ΕΛΑΣ) στο σχολειό Βελονάδων. Εκεί λειτουργούσε πλήρες συσσίτιο, όπως και στον λόχο στην Καρκάνα. Φρόντιζαν για την προμήθεια τροφίμων η ΕΤΑ (Επιμελητεία του Αντάρτη) και μπορώ να πω ότι χωρίς αντίρρηση έδιναν όλοι όσοι είχαν αγροτικά προϊόντα (…) Οι γυναίκες συντρόφισσες και συναγωνίστριες των χωριών ζύμωναν (…)».
Στη συνέχεια του κειμένου του ο Βασίλης Νικολούζος αναφερόταν στους αγώνες και τον ηρωισμό και τις συνθήκες εκτέλεσης από τους Γερμανούς του κομμουνιστή Γιάννη Μακρή, στελέχους του ΕΑΜ, ο οποίος διεξήγαγε επιχειρήσεις αυτομόλησης και φυγάδευσης αντιφασιστών στρατιωτών της κατοχικής δύναμης.
Επίσης, σε περιπέτειες με τις προσπάθειες να αξιοποιηθούν ραδιόφωνα, αναφέροντας ότι ο παπα Σπύρος Κοντοσώρος, ενώ δεν ήταν ΕΑΜίτης αλλά αποζητούσε το Δελτίο Ειδήσεων που κυκλοφορούσε το ΕΑΜ, διώχθηκε άγρια στη συνέχεια: «Δεν ήταν δικός μας λέω (…), δεν ήταν οργανωμένος, όταν ο ΕΔΕΣ έκανε κατοχή στην Κέρκυρα τον έκλεισαν στην εκκλησιά του Άη Νικόλα στη Μεσσαριά και τον μαύρισαν στο ξύλο», κατηγορώντας τον ότι έκρυβε όπλα.
Μέτρα για μαζικό χτύπημα
Και συνέχιζε για την περίοδο Αυγούστου – Οκτωβρίου 1944:
«Ο ΕΛΑΣ πήρε τα κατάλληλα μέτρα πολεμικής προετοιμασίας για να δόσει το κατάλληλο κτύπημα στους Γερμανούς. Την οργάνωση, προετοιμασία ανέλαβε ο Αλέκος Πρίφτης (…)
Είχε υπογραφεί η συμφωνία της Καζέρτας. Η Κέρκυρα υπήχθη στην κυριαρχία του ΕΔΕΣ, ο οποίος αφού έκανε την πρώτη του εμφάνιση στην Κέρκυρα κοινοποίησε το πρώτο του φιρμάνι, ότι όλες οι Ένοπλες Δυνάμεις που υπήρχαν στο νησί έπρεπε να υποταχθούν στη Διοίκηση του ΕΔΕΣ (σ.σ. και να μην στραφούν εναντίον των Γερμανών…).
Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ είχαν προωθηθεί στο Σκριπερό και περίμεναν να δόσουν το τελειωτικό χτύπημα στους Γερμανούς (…)
Αυτή η περίοδος για την οποία μιλάμε είναι η περίοδος όπου και στην Κέρκυρα οι Γερμανοί είχανε δεχθεί σκληρά πλήγματα από την Συμμαχική Αεροπορία.
Η αρπαγή αυτοκινήτου – συνεργείου
Με ειδοποιούν από την Οργάνωση της πόλης ότι έρχονταν στην Μεσσαριά ένα συνεργείο γερμανών με το αυτοκίνητο – το αυτοκίνητο ήταν κινητό συνεργείο (σ.σ. προορισμένο για τη διενέργεια ανατινάξεων και άλλων καταστροφών των υποδομών της πόλης πριν αποχωρήσει η ναζιστική δύναμη). Το αυτοκίνητο – συνεργείο είχε φέρει στη Μεσσαριά ο Κώστας Ασπιώτης (…) Μαζί ήταν και ο επικεφαλής του συνεργείου υπαξ/κός Otto Valter (…) Οι Γερμανοί (…) ετραγούδησαν τον Ύμνο της Γ’ Διεθνούς (…) Μαζεύτηκε πολύς κόσμος, οπαδοί και ενταγμένοι στις γραμμές του ΕΑΜ (…)
Τους Γερμανούς φρόντισαν σύνδεσμοι του ΕΛΑΣ και τους μετέφεραν σε απομακρυσμένο σπίτι έξω από το χωριό Περλεψειμάδες (…) Ύστερα από 1-2 μέρες ένα απόσπασμα Γερμανών είχε έρθει στην περιοχή Αρκαδάδων αναζητώντας το αυτοκίνητο – συνεργείο, αλλά δεν προχώρησαν παρακάτω, πιθανόν από φόβο αφού σίγουρα θα είχαν πληροφορηθεί ότι η περιοχή ήταν ΕΑΜοκρατούμενη (…)
Λαϊκή αυτοδιοίκηση
Ολόκληρη η περιοχή Γύρου Όρους είτανε ουσιαστικά ΕΑΜοκρατούμενη. Σε πολλά χωριά είχε εγκαθιδρυθεί Λαϊκή Τοπική Αυτοδιοίκηση. Και σε άλλα υπήρχαν Κοινοτάρχες οι οποίοι ή είχαν προσχωρήσει στο ΕΑΜ ή συνεργαζόνταν με την Οργάνωση του ΕΑΜ του χωριού τους.
Δεν θα είναι υπερβολή να πω ότι η μεγάλη πλειοψηφία του λαού της περιοχής, άνδρες, γυναίκες και παιδιά ζούσαν το μεγάλο πυρετό της απελευθέρωσης και το πέρασμα της εξουσίας στο Λαό και τις οργανώσεις του.
Θυμάμαι τη μεγάλη πανηγυρική συγκέντρωση στελεχών του ΕΑΜ που έγινε πριν ακόμα φύγουν και οι τελευταίοι Γερμανοί από την περιοχή, στην εκκλησία της Αγ. Παρασκευής στους Βελονάδες. Είτανε τόσοι πολλοί… Εκεί συζητήθηκαν οι θέσεις και οι λεπτομέρειες για την εγκαθίδρυση της Λαϊκής εξουσίας σύμφωνα με τις αποφάσεις της ΠΕΕΑ (σ.σ. Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης ή Κυβέρνησης του Βουνού). Τι ενθουσιασμός, τι τραγούδια. Πραγματικό λαϊκό πανηγύρι (…)».
Και κατέληγε ο Βασίλης Νικολούζος στο κείμενό του με τις αναμνήσεις του:
«Η ρόδα κύλησε ανάποδα και πάτησε ό,τι ωραίο είχε φτιαχτεί μέχρι τότε».
Σε ό,τι αφορά το κατοπινό χρονικό διάστημα και την πολιτική στάση του Βασίλη Νικολούζου, ήδη η Τομεακή Επιτροπή Κέρκυρας του ΚΚΕ, ως γνωστόν, στη συλλυπητήρια ανακοίνωσή της αναφέρθηκε αρκούντως στην πίστη του στις αξίες του εν λόγω κόμματος και στην προσωπική του συμβολή και στάση τις τελευταίες δεκαετίες και ίσαμε το τέλος της ζωής του.
Κλείνοντας, επιτρέψτε μας να προσθέσουμε κι εμείς, με πολλή λύπη για τη θανή του, τα δικά μας συλλυπητήρια στον αγαπημένο του γιο Κώστα και σε όλα τα οικεία κι αγαπημένα του πρόσωπα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΡΦΙΑΤΗΣ