Τρίτη, 22 Φεβρουαρίου 2022 16:52

Σοσιαλιστικός Όμιλος Κέρκυρας

sosialistikosomilos002Ο Σοσιαλιστικός Όμιλος Κέρκυρας ιδρύθηκε το 1911, χρονιά που συμπίπτει με τον ερχομό του αρχοντικής καταγωγής λογοτέχνη και σοσιαλιστή Ντίνου ή Κωνσταντίνου Θεοτόκη από το χωριό Καρουσάδες, όπου έμενε, στην πόλη της Κέρκυρας.

Ο Θεοτόκης, ενώ έγραφε το έργο του «Η τιμή και το χρήμα», εγκαταστάθηκε στην πόλη μετά από πρόσκληση του Σοσιαλιστικού Κέντρου Κέρκυρας, το οποίο προϋπήρχε στο νησί, προκειμένου να βοηθήσει στην ανάπτυξη του σοσιαλιστικού κινήματος. Η απόφαση της ίδρυσης Σοσιαλιστικού Ομίλου, ξεχωριστού από το Κέντρο, αλλά και η έκδοση στα 1912 της εφημερίδας «Σοσιαλιστική Δημοκρατία» έγιναν, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, με πρωτοβουλία του Ντίνου Θεοτόκη και άλλων σοσιαλιστών διανοουμένων και εργατών του νησιού (Νίκος Βαρότσης, Αριστοτέλης Σίδερις, Τίτος Ρέγγης, Κώστας Βιτουλαδίτης, Σπύρος Παξινός και άλλοι). Ο στόχος τους ήταν να υπάρξει συνεπής προβολή των μαρξιστικών απόψεων στην Κέρκυρα και να ξεκαθαρίσουν οι συγχύσεις και οι, σε μεγάλο βαθμό, λανθασμένες απόψεις και ιδέες περί σοσιαλισμού, που κυριαρχούσαν μέχρι τότε στο σοσιαλιστικό εργατικό κίνημα του νησιού.

Μέχρι την ημέρα της ίδρυσης του Σοσιαλιστικού Ομίλου, το σοσιαλιστικό εργατικό αυτό ρεύμα επηρεαζόταν κυρίως από το Σοσιαλιστικό Κέντρο Κέρκυρας, που είχε μάλιστα γραφεία στην πόλη στην περιοχή «Βόλτο του Κοκκίνη» και εξέδιδε την εφημερίδα «Εργάτης», η οποία τον Αύγουστο του 1912 έφτανε να πουλάει 900 φύλλα.

Ο «Εργάτης» χρησιμοποιεί σε όλες τις εκδόσεις του ως γλώσσα την απλή καθαρεύουσα. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στην άποψη ότι η ίδρυση ξεχωριστού Σοσιαλιστικού Ομίλου έχει να κάνει και με το γλωσσικό ζήτημα, καθώς μάλιστα τον Ιούλη του 1911, όπως πληροφορεί ο ιστορικός ερευνητής και για κάποιο διάστημα γραμματέας του ΚΚΕ Γιάννης Κορδάτος, με αφορμή τις διενέξεις μεταξύ των Κερκυραίων σοσιαλιστών για το γλωσσικό ζήτημα κλήθηκε στο νησί ο γνωστός σοσιαλιστής Νίκος Γιαννιός, από την Αθήνα, προκειμένου να δώσει λύση στο πρόβλημα. Ο Γιαννιός, με τη σειρά του πληροφορεί, σε έκθεσή του, ότι η μία από τις δύο ομάδες δεν ήθελε να γίνεται λόγος για τη δημοτική γλώσσα. Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι η κερκυραϊκή διανόηση της εποχής, με εξέχουσα μορφή μεταξύ άλλων την Ειρήνη Δενδρινού, διεξήγαγε πρωτοποριακούς αγώνες, σε πανελλήνια κλίμακα, για την ανάδειξη της σολωμικής κληρονομιάς και την επιβολή της δημοτικής, θεωρώντας την επιβίωση του λογιοτατισμού σοβαρό εμπόδιο στην κοινωνική και πολιτική πρόοδο.

Το Σοσιαλιστικό Κέντρο Κέρκυρας, το οποίο είχε σοβαρή πρόσβαση, όπως θα δούμε, στα εργατικά σωματεία, διατηρούσε στενές σχέσεις με τους Κεφαλονίτες σοσιαλιστές Παναγή Δημητράτο και Νίκο Μαζαράκη, οι οποίοι εκείνη την εποχή (1911-1912) συνεργάζονταν με τη σοσιαλιστική ομάδα του Ιθακήσιου, πρωτομάχου Έλληνα σοσιαλιστή Πλάτωνα Δρακούλη.

Ο Ν. Μαζαράκης, όπως αποδεικνύεται από λόγους και άρθρα του δημοσιευμένα στον «Εργάτη», έχει χριστιανοσοσιαλιστικές ουτοπικές σκέψεις, ενώ είναι γνωστό ότι τέτοιες είχε και ο Π. Δρακούλης. Στα 1910 βρίσκουμε τον Μαζαράκη να εκφωνεί λόγο κατά την ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Λάρισας και να συνεργάζεται με τον πρώτο πρόεδρό του Ν. Καθεκλά, που ήταν κι αυτός θρησκευόμενος. Τον Μάη και τον Ιούνη του 1912 είναι εγκατεστημένος στην Κέρκυρα, καθοδηγεί το Κέντρο και διευθύνει τον «Εργάτη». Στις 8 Αυγούστου 1910, στις εκλογές για την Α' Αναθεωρητική Βουλή, είχε εκλεγεί βουλευτής Κεφαλονιάς σαν σοσιαλιστής, συνεργαζόμενος με τον Π. Δρακούλη.

Το Σοσιαλιστικό Κέντρο και ο «Εργάτης» έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στη μεγάλη πανεργατική απεργία, που έγινε στην Κέρκυρα τον Ιούλη του 1912.

 

sosialistikosomilos003

 

Ακριβώς τον Αύγουστο του 1912 πρωτοεκδίδεται η εφημερίδα του Σοσιαλιστικού Ομίλου «Σοσιαλιστική Δημοκρατία», με προφανή στόχο να επηρεάσει σε σωστή μαρξιστική κατεύθυνση τις εργατικές μάζες. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι τα κύρια άρθρα της εφημερίδας είναι αφιερωμένα στην «εργατική οργάνωση», την «οικονομική οργάνωση» και τον «κολλεκτιβισμό», προκειμένου να αντικρούσουν αντίστοιχες, λανθασμένες ουτοπικές χριστιανοσοσιαλιστικές απόψεις, που εκφράζονταν από τις στήλες του «Εργάτη».

Μετά το 1912 το Σοσιαλιστικό Κέντρο φαίνεται να μην έχει πλέον δράση. Πρέπει πάντως να τονίσουμε ότι οι σχέσεις του Ομίλου με το Κέντρο ήταν μάλλον συναγωνιστικές και από την πλευρά του Ομίλου υπήρχε, όπως φαίνεται, μια σωστή τακτική υπεράσπισης των εργατικών αγώνων της εποχής στην Κέρκυρα, με ταυτόχρονη προσπάθεια «διορθωτικής» ιδεολογικής παρέμβασης. Στις στήλες του «Εργάτη» υπάρχουν κολακευτικά λόγια για τον Ντίνο Θεοτόκη.

Στο φύλλο της 6-5-1912 η εφημερίδα γράφει μεταξύ άλλων: «Ελπίζομεν δε ότι όλοι οι εργάται της Κέρκυρας θα νοιώσουν βαθιά το Θεοτόκη, θα καταλάβουν τι μέγας θησαυρός ευρίσκεται κρυμμένος, τον οποίον με πάσα θυσία υποχρεούνται να τον ανεύρουν, να τον καταχτήσουν και να τον οικειοποιηθούν».

Σύμφωνα με τον Παν. Νούτσο, το 1887 είχε συσταθεί η Εργατική Αδελφότης Κέρκυρας, ως πρωτοβάθμιο σωματείο που αποσκοπούσε στη «δι’ αλληλοβοηθείας ανακούφισιν» των εργατών της πόλης «εν περιπτώσει ανικανότητος προς εργασίαν». Με διαδοχικές τροποποιήσεις του καταστατικού της (1894, 1898, 1905), στις αρχές του αιώνα άρχισε να ανταγωνίζεται με τα αρτισύστατα επαγγελματικά σωματεία (εργαζόμενοι στην καλλιτεχνική βιοτεχνία: 1900· καπνεργάτες: 1901· χρυσοχόοι: 1902· έμποροι: 1903· υποδηματοποιοί: 1906, κ.λπ.). Από τα σωματεία αυτά θα προκύψει ο Εργατικός Σύνδεσμος, με δευτεροβάθμια λειτουργία που προαναγγέλλει ήδη τη σύσταση του Εργατικού Κέντρου καθώς και την αντιπροσώπευση στο ιδρυτικό συνέδριο της ΓΣΕΕ. Ο Εργατικός Σύνδεσμος είχε αναλάβει την πρωτοβουλία, τον Ιούλιο του 1912, για την κήρυξη γενικευμένης απεργίας με αφορμή την απόλυση ενός εργάτη και με αίτημα τη βελτίωση της «πολυβασανισμένης ζωής του Έλληνος, ιδία δε του Κερκυραίου εργάτου».

Λίγο αργότερα, σύμφωνα με τον ίδιο, με αφορμή τη συζήτηση για τη δημιουργία ενιαίου Εργατικού Κέντρου, κατά το πρότυπο εκείνου του Αθήνας, ήλθε στην επιφάνεια η διαφοροποίηση που εκδηλωνόταν ανάμεσα στα σοσιαλιστικά ρεύματα της εποχής: το Σοσιαλιστικό Κέντρο και τον Σοσιαλιστικό Όμιλο.

Τα δυο αυτά παράλληλα ρεύματα σκιαγραφούνται ως εξής: Το Σοσιαλιστικό Κέντρο, που καθοδηγεί τον Εργατικό Σύνδεσμο και εκδίδει την εβδομαδιαία εφημερίδα «Εργάτης», με αρχισυντάκτη για ένα χρονικό διάστημα τον Κεφαλονίτη σοσιαλιστή Ν. Μαζαράκη, εκφράζει την πρόθεση συζυγίας του χριστιανισμού και του σοσιαλισμού. Η εφημερίδα, μολονότι δεν ακολουθεί με συνέπεια τη ζωντανή λαϊκή γλώσσα, στρέφεται με την αρθρογραφία της προς την εξαφάνιση της «πλουτοκρατίας» και τη σκιαγράφηση του «υπέρλαμπρου σοσιαλιστικού οικοδομήματος», υποστηρίζοντας τη θέση του Π. Δρακούλη ότι «τα συμφέροντα των Εργατικών τάξεων είναι ασυμβίβαστα και μάλιστα εκ διαμέτρου αντίθετα με τα συμφέροντα των κεφαλαιούχων». Οι αυτοδιοικούμενες επαγγελματικές ενώσεις θεωρούνται αναγκαία προπαρασκευή της «εργατικής μάζης προς κατανόησιν και εφαρμογήν της σοσιαλιστικής ιδέας», στο πλαίσιο δράσης του «κοινοβουλευτικού Σοσιαλισμού» που επαγγέλλεται. Η νομοθετική εξασφάλιση των συμφερόντων των εργαζομένων συναρτάται «κατά προσέγγισιν, αναλόγως προς τας δυνάμεις (αριθμητικήν, οικονομικήν, τεχνικήν, ηθικήν, πολιτικήν κ.τ.λ.) της εργατικής Οργανώσεως».

Στον «Εργάτη» εμφανίζονται ως μέλη του Σοσιαλιστικού Κέντρου, κατά περιόδους, οι Γεώργιος Πρίφτης, κουρέας, Ιωάννης Σ. Καλλονάς, Ιωσήφ Βεντούρας, βιβλιοπώλης, Θεόδωρος Μακρής, αντιπρόεδρος του Εργατικού Συνδέσμου, Ν. Σ. Κρητικός, συντάκτης της εφημερίδας, όπως και οι διάδοχοί του Δ. Ι. Αγάθος και Δ. Λευτεριώτης.

Ο Σοσιαλιστικός Όμιλος, με εκφραστικό όργανο τη «Σοσιαλιστική Δημοκρατία», θα προβάλλει το μαρξιστικό σύνθημα «Εργάτες όλου του κόσμου ενωθήτε». Παρότι επηρεάζεται από το Σοσιαλιστικό Κέντρο Αθηνών, αντιτάσσεται στη λογική της συνδιαλλαγής των κοινωνικών τάξεων υποστηρίζοντας ότι επιβάλλεται «πόλεμος κατά του κεφαλαίου, που είναι εχθρός του εργάτη». Τα συνδικάτα, καθώς θα κατακτούν την ανεξαρτησία τους από την «αστική οργάνωση», θα διευρύνουν συνεχώς τον «οικονομικόν αγώνα μεταξύ των δύο τάξεων», με απώτερο σκοπό την επίτευξη «φιλεργατικού κράτους» που θα προκύψει από την ενίσχυση της πολιτικής οργάνωσης των εργατών, δηλαδή του Σοσιαλιστικού Κόμματος.

Γεγονός είναι ότι η κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου επιχείρησε να παρέμβει στο σοσιαλιστικό κίνημα του νησιού, διαμέσου του Σοσιαλιστικού Κέντρου. Γι’ αυτό στέλνει στην Κέρκυρα, τον Αύγουστο του 1912, τον νομικό σύμβουλο του Εργατικού Κέντρου Αθήνας, βουλευτή Αττικής με το κόμμα των Φιλελευθέρων, Σπύρο Θεοδωρόπουλο, με αποστολή δήθεν να οργανώσει τα σωματεία. Σε σύσκεψη εργατικών σωματείων που γίνεται στην αίθουσα της Φιλαρμονικής Εταιρείας «Μάντζαρος», ο Θεοδωρόπουλος κάνει σαφές τι εννοεί: υποστηρίζει μια συντεχνιακή οργάνωση των σωματείων, με τρόπο που θα επιτρέπει να συνυπάρχουν στα σωματεία ως μέλη, μαζί με τους εργάτες, όχι μόνο υποστηρικτές τους από άλλα κοινωνικά στρώματα, αλλά ακόμη και οι εργοδότες... «όταν πρέπει»!

Από τις στήλες της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας», στις 23 Αυγούστου 1912, κηρύσσεται κανονικός πόλεμος εναντίον των σχεδίων του Θεοδωρόπουλου.

Το Σοσιαλιστικό Κέντρο ταλαντεύεται, αλλά τελικά, με διπλωματικό τρόπο, αποκρούει κι αυτό τις απόψεις του βενιζελικού βουλευτή. Ο «Εργάτης» στις 2 Σεπτέμβρη του ίδιου έτους δικαιολογεί πάντως τον τελευταίο, με τα λόγια: «Αναγνωρίζομεν ότι δια πρώτην φοράν επισκεπτόμενος την νήσον μας, δεν ήτο γνώστης των ιδιαιτέρων συνθηκών αίτινες διέπωσι τα παρ’ ημίν πράγματα». Ο απεσταλμένος της βενιζελικής παράταξης φεύγει τον Σεπτέμβρη του 1912 άπρακτος από την Κέρκυρα.

Ο Σοσιαλιστικός Όμιλος, μετά το 1912, έπαιξε σοβαρό ρόλο στις ζυμώσεις για τη διαμόρφωση της σοσιαλιστικής, κομμουνιστικής ιδεολογίας στο νησί και ευρύτερα στην Ελλάδα.

Αντιπρόσωποί του παίρνουν μέρος σε όλες τις σχετικές συνδιασκέψεις και τα συνέδρια, συνεργεί στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΕΚΕ) το 1918 και μετεξελίσσεται στη συνέχεια σε οργάνωση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΚΕ), μετά τη μετονομασία του ΣΕΚΕ, το 1924. Στις τάξεις του στοιχήθηκαν και από τα σπλάχνα του ξεπήδησαν άνθρωποι που έγιναν πανελλήνια γνωστοί για τη δράση τους στο σοσιαλιστικό και στο κομμουνιστικό κίνημα, αλλά και στο ευρύτερο αριστερό, δημοκρατικό κίνημα.

Το σοσιαλιστικό ρεύμα και η σοσιαλιστική ιδεολογία στην Κέρκυρα δεν εμφανίστηκαν βέβαια το 1911. Είναι αποτέλεσμα μακρόχρονων επιδράσεων από πολλές πλευρές και συνδέονται στενά με την ανάπτυξη σχετικά πολυάριθμης, για τα μέτρα της εποχής, εργατικής τάξης στο νησί από τις αρχές του 20ού αιώνα, ενώ ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο, από τον 19ο αιώνα, έπαιξε η μεγάλη ανάπτυξη του λιμανιού της Κέρκυρας.

 

sosialistikosomilos004

 

Εργασία 12-14 ωρών την ημέρα

Αυτό το σοσιαλιστικό «σκίρτημα» είναι αποτέλεσμα τριών, κατά βάση, παραγόντων:

Πρώτον, της επίδρασης που δέχεται η εργατική τάξη της Κέρκυρας από τα σοσιαλιστικά κέντρα και ομάδες της υπόλοιπης Ελλάδας, αλλά και της επικοινωνίας που αναπτύσσεται διαμέσου του λιμανιού με τα επαναστατικά ρεύματα άλλων χωρών.

Δεύτερον, της καθοριστικής παρέμβασης ενός κύκλου Κερκυραίων διανοουμένων που σπούδασαν σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια ή ήλθαν σε επαφή με ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά κέντρα και ως ένα βαθμό ενστερνίστηκαν τον μαρξισμό, χωρίς ωστόσο να έχουν ξεκαθαρισμένες, σύγχρονες απόψεις γι’ αυτόν και να γνωρίζουν το θεωρητικό έργο του Ρώσου επαναστάτη Λένιν. Έτσι, στη «Σοσιαλιστική Δημοκρατία», όπου προβάλλονται οι μαρξιστικές απόψεις γενικά και με σχετικά έγκυρο τρόπο, το 1911 παρατίθεται σε συνέχειες, μεταφρασμένο (κατά τα φαινόμενα από τον Π. Δρακούλη), το βιβλίο του Ρώσου αναρχικού επαναστάτη Πιότρ Κροπότκιν «Προς τους νέους».

Και τρίτον, της έμμεσης διαχρονικής επίδρασης των διάφορων φιλελεύθερων, ριζοσπαστικών αριστερών ρευμάτων που υπήρχαν στα Επτάνησα από τα τελευταία ακόμη χρόνια της αγγλοκρατίας και τα οποία αρχικά επηρεάστηκαν ιδεολογικά από τις ριζοσπαστικές απόψεις του Ιταλού αριστερού εθνικοδημοκράτη Τζουζέπε Μαντσίνι και της αριστερής πτέρυγας του κόμματος «Δράση» του πρωταγωνιστή της ιταλικής ενοποίησης, Ιωσήφ Γαριβάλδη.

Οι εμπορευματικές σχέσεις παραγωγής στην Κέρκυρα επεκτείνονται βαθμιαία, από τις αρχές ακόμη του 19ου αιώνα, λόγω του σοβαρού ρόλου τον οποίο έχει το λιμάνι στη διεκπεραίωση του εμπορίου προς τα Επτάνησα, την Ήπειρο και την Αλβανία. Κατά την αγγλοκρατία (ως το 1864) οι Άγγλοι χρησιμοποιούν το λιμάνι της Κέρκυρας σαν κέντρο αποθήκευσης προϊόντων (σιτάρι, ζά- χαρη, καφές, παστά, ξυλεία κ.ά.), τα οποία διοχέτευαν στις αγορές της Ηπείρου, της σημερινής Αλβανίας, των άλλων Επτανήσων και αλλού. Με πράξη της αγγλικής διοίκησης, στις 25 Αυγούστου 1825, το λιμάνι της Κέρκυρας κηρύχτηκε ελεύθερο. Τα εμπορεύματα από το εξωτερικό, τα οποία δεν προορίζονταν για την τοπική αγορά, μπορούσαν να εκφορτώνονται και να παραμένουν στις αποθήκες του λιμανιού για μελλοντική επανεξαγωγή (τράνζιτ). Το 1842 καταργήθηκε η κρατική διαχείριση του σιτεμπορίου, γεγονός το οποίο έδωσε νέα ώθηση στο εμπόριο, διαμέσου του λιμανιού.

Δημοσιογράφος, εκείνη την εποχή, ο Καρλ Μαρξ συνέγραψε το 1858 ένα καυστικό άρθρο για την αγγλική κυριαρχία στα Επτάνησα: «Όσο για την ανάπτυξη του υλικού πλούτου, η Αγγλία, η Αγγλία του ελευθέρου εμπορίου, δεν αισχύνεται να βασανίζει τους Ιονίους με εξαγωγικούς φόρους, ένα βάρβαρο μέσο, που φαίνεται να έχει πια θέση μόνο στον οικονομικό κώδικα της Τουρκίας (...) Οι ενδιάμεσες θάλασσες φράσσονται σε κάθε λιμάνι με διαμετακομιστικούς φόρους, που επιβαρύνουν τα διάφορα εμπορεύματα που ανταλλάσσονται ανάμεσα στα ίδια τα Ιόνια Νησιά», έγραφε στη «New York Daily Tribune», στις 6 Ιανουαρίου 1859.

Μετά την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα (1864), μέχρι και τη δεκαετία του 1920, το λιμάνι της Κέρκυρας εξακολούθησε να αποτελεί μεγάλο εμπορικό ενδιάμεσο κόμβο, αφού ούτε στην Ήπειρο ή την Αλβανία ούτε στα άλλα νησιά του Ιονίου υπήρχε λιμάνι κατάλληλο για να προσεγγίζουν κατευθείαν τα πλοία από το εξωτερικό. Ενδεικτικό στοιχείο της εμπορικής κίνησης είναι ότι στα τέλη του 19ου αιώνα λειτουργούσαν στην Κέρκυρα 18 πρακτορεία ατμοπλοϊκών εταιρειών, με σημαίες Αγγλίας, Αυστρίας, Γερμανίας, Ιταλίας, Ελλάδας, Τουρκίας, καθώς και 18 πρακτορεία ασφαλιστικών εταιρειών.

Το πρώτο οργανωμένο εργατικό σώμα στο λιμάνι σχηματίστηκε με απόφαση της Ιόνιας Βουλής την 1η Φλεβάρη 1819, που αφορούσε τη συγκρότηση σώματος αχθοφόρων για τις μεταφορές και καθόριζε το τιμολόγιο μεταφοράς. Στο σώμα αυτό εντάχθηκαν οι αχθοφόροι και φορτοεκφορτωτές καραγωγείς- μεταφορείς και μάλιστα κατοχυρώθηκαν και ιδιαίτερες κατηγορίες: σαβιονίνοι (οικοδομικών υλικών), νολεγγίνοι (σταριών) και φορμεκτόνοι (αραβοσίτων).

Με προσανατολισμό τις αγορές της Ηπείρου, της Αλβανίας, των Ιονίων νήσων, αλλά και της υπόλοιπης Ελλάδας, όπως και της Αιγύπτου και της Τουρκίας, άρχισε να ανδρώνεται από τα τέλη του 19ου αιώνα μια αξιόλογη, για τα δεδομένα της εποχής, βιομηχανία και βιοτεχνία. Μεταξύ 1870-1875 ιδρύθηκαν η εταιρεία γραφικών τεχνών «Ασπιώτη», η οποία εκτός των άλλων εκτελούσε κρατικές παραγγελίες, προμηθεύοντας γραμματόσημα, τράπουλες και σφραγιστό χαρτί της εταιρείας καπνού, καθώς και η εταιρεία επεξεργασίας κάνναβης, λίνου και ιούτης «Δεσύλλα», που εισήγαγε πρώτες ύλες από την Ασία. Αμέσως μετά, τη δεκαετία του 1880, ιδρύθηκαν τρεις κυλινδρόμυλοι (Δαλιέτου, Σοφιανόπουλου, Καλλιβωκά) και η πυρηνελαιουργία Κουρούκλη - Καλλίνικου. Σταδιακά, από το 1890 μέχρι και τη δεκαετία του 1920, δημιουργήθηκαν η χαρτοποιία «Πάπυρος», καθώς επίσης βιοτεχνία κατασκευής σφυρίδων, εργοστάσια ελαιουργίας και γαλακτοκομίας, τρία τσιγαράδικα, τρία σαπωνοποιεία και εργοστάσιο αεριόφωτος, τα οποία απασχολούσαν εκατοντάδες εργάτες.

Έτσι, από το 1910 και μετά, μόνο τα εργοστάσια «Δεσύλλα» και «Ασπιώτη» απασχολούν συνολικά περισσότερους από 500 εργάτες. Ακόμη, υπάρχουν δεκάδες εμπορικές επιχειρήσεις με μεγάλο αριθμό υπαλλήλων και εργατών.

Υπολογίζεται ότι από τη ντόπια παραγωγή μόνο το 10%-15% απορροφούσε η αγορά της Κέρκυρας, το δε υπόλοιπο εξαγόταν.

Αυτή η εργατική τάξη, η οποία ζούσε υπό άθλιες συνθήκες εκμετάλλευσης και σε περιόδους «φουλ παραγωγής» δούλευε 12 και 14 ώρες την ημέρα, έγινε δέκτης των πρώτων ριζοσπαστικών σοσιαλιστικών απόψεων.

Δυστυχώς, μόνο σκόρπια στοιχεία υπάρχουν για τη δράση των πρωτοπόρων εργατών εκείνης της εποχής. Εφημερίδες με τον τίτλο «Εργάτης» κυκλοφόρησαν, κατά διαστήματα, από το 1881. Επίσης, είναι εξακριβωμένο ότι επαφή με τους εργάτες του λιμανιού επιχείρησε να αναπτύξει το 1885 ο πρωτομάχος του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος Σταύρος Καλλέργης, με προτροπή του οποίου τελικά φτιάχτηκε Σοσιαλιστικός Σύνδεσμος, που αργότερα ατόνησε.

Ο Γιάννης Κορδάτος διασώζει την πληροφορία ότι το 1887 ιδρύθηκε στο νησί ένωση εργατικών σωματείων με την επωνυμία «Εργατική Αδελφότης». Το πιθανότερο είναι ότι επρόκειτο περί αλληλοβοηθητικού εργατικού σωματείου. Το ότι υπήρχαν αλληλοβοηθητικά εργατικά σωματεία στην Κέρκυρα πριν από το 1887 ενισχύεται από το γεγονός ότι Κερκυραίοι μετανάστες εργάτες πρωτοστάτησαν το 1872, σύμφωνα με τον Γ. Κορδάτο, στην ίδρυση τέτοιου σωματείου στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.

Μετά το 1900 εμφανίστηκαν τα πρώτα καθαρά κλαδικά εργατικά σωματεία. Οι εργάτες του λιμανιού, οι βαρκάρηδες, οι αρτεργάτες, οι μακαρονοποιοί, οι τσιγαράδες, οι μυλεργάτες και άλλοι συγκρότησαν από το 1910 άτυπο Εργατικό Κέντρο, το οποίο μάλιστα εμφανίζεται να αλληλογραφεί το 1910 με το Σοσιαλιστικό Κέντρο του Νίκου Γιαννιού στην Αθήνα. Το Εργατικό Κέντρο της Κέρκυρας απέκτησε «νόμιμη» υπόσταση το 1918, μετά την ψήφιση της σχετικής νομοθεσίας.

 

sosialistikosomilos005

 

Στα 1910 είναι γνωστή η ύπαρξη εργατικού σωματείου με τίτλο Εργατικός Σύνδεσμος Κέρκυρας, το οποίο έχει μέλη σε διάφορους χώρους, όπως στο εργοστάσιο «Δεσύλλα» και στο εργοστάσιο Αεριόφωτος, καθώς και αρτεργάτες. Το σωματείο αυτό άσκησε καθοδηγητικό ρόλο στη μεγάλη απεργία του 1912 και επηρεάζονταν καθοριστικά, όπως προκύπτει από την εφημερίδα Εργάτης, από την οργάνωση Σοσιαλιστικό Κέντρο.

Εκείνη την εποχή κάνουν την εμφάνισή τους στον εργατικό χώρο επώνυμοι σοσιαλιστές εργάτες και υπάλληλοι με μαχητικά χαρακτηριστικά. Ξεχωρίζουν οι εργάτες Κ. Βιτουλαδίτης, Σπ. Λούμπος, Κ. Λούμπος, Σπ. Τράνακας, Α. Σιμωνέτης, Π. Μπονέλλος, Τ. Ρέγγης (που είναι και διευθυντής της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας») και οι υπάλληλοι Γρ. Φάντης, Σπ. Ράλλης και Σπ. Λευτεριώτης (Λευθεριώτης). Τότε άρχισαν να συγκεντρώνονται στην Κέρκυρα και οι δια- νοούμενοι που είχαν έλθει σε επαφή με τα σοσιαλιστικά ρεύματα στη Δυτική Ευρώπη. Είναι ο πολυταξιδεμένος Ντίνος Θεοτόκης, ο Στέφανος Γισδάκης που σπούδασε ιατρική στη Γαλλία, ο Μάρκος Ζαβιτσιάνος από τη Γερμανία, όπου ήταν ιδρυτικό μέλος της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης του Κων- σταντίνου Χατζόπουλου, από την Ιταλία ο Νίκος Βαρότσης, ο οποίος ήταν μέλος του ιταλικού Ριζοσπαστικού κόμματος και συνδεόταν προσωπικά με τον Αμαντέο Μπορτίνγκα, ο γιατρός Μάνθος Μεταλληνός από την Ιταλία και ο Σπύρος Νικοκάβουρας, που είχε ταξιδέψει στην Ιταλία, τη Γαλλία και την Αίγυπτο. Η συγκέντρωσή τους στην Κέρκυρα και η ίδρυση του Σοσιαλιστικού Ομίλου, τον οποίο στελεχώνουν, σηματοδοτεί την πρώτη στροφή του σοσιαλιστικού κινήματος στην Κέρκυρα προς τον μαρξισμό.

Ο Γ. Κορδάτος έχει αναφέρει ότι ο Κ. Θεοτόκης το 1910 είχε γράψει από τους Καρουσάδες στο Μόναχο, στον μεταφραστή του «Κομμουνιστικού» Μανιφέστου και ιδρυτή εκεί της τοπικής Σοσιαλιστικής Δημοτικιστικής Ένωσης, Κ. Χατζόπουλο:

«Για την Σοσιαλιστικήν Εταιρεία σε συγχαίρω για την ίδρυσή της, αλλά νομίζω πως σε τούτο το Κράτος είναι αδύνατο να προκόψη κάτι, γιατί ο κόσμος είναι βουτηγμένος στο ψέμμα και στην αμάθειά του· δεν μπορεί να διαχωρίση ποιο είναι το καθεαυτό συμφέρον του... Εμέ, λοιπόν, μου φαίνεται άσκοπο προς το παρόν να λάβω μέρος σ’ ένα κόμμα, όποιο και να ’ναι, χωρίς να σου κρύψω, πως όλες μου οι συμπάθειες είναι με το μέρος του λαού, του μικρού λαού, που γελιέται και τον γελούν. Αν οι ιδιωτικές μου περιστάσεις καλλιτερέψουν, αν κατεβής εδώ στη Ρωμηοσύνη κι ανταμώσουμε... τότες θα μπορέσω κι εγώ με ζήλο, αυταπάρνηση και με όλη μου τη δύναμη να δουλέψω για κείνο που μου φαίνεται του πολιτισμού και της ανθρωπότητας το συμφέρο...».

Η επίδραση των διαφόρων αριστερών ριζοσπαστικών ρευμάτων, τα οποία σχηματίστηκαν για πρώτη φορά κατά τα τελευταία χρόνια της αγγλοκρατίας και έχουν σχέση με τα ιστορικά γεγονότα της διαμόρφωσης του ιταλικού έθνους, αφορά την προ του 1900 εποχή και τη γέννηση των πρώτων σοσιαλιστικών ιδεών.

Η επίδραση αυτή είναι βέβαια εμφανής στην Κεφαλονιά και μόνο δευτερευόντως στην Κέρκυρα. Έτσι, ο σοσιαλιστής Παναγιώτης Πανάς, ο οποίος είναι ιδεολογικός εκπρόσωπος του Τζουζέπε Μαντσίνι, εμφανίζεται να ιδρύει στα 1871 στην Κέρκυρα σύλλογο με την επωνυμία «Ρήγας», με στόχο τη διάδοση ιδεών και φρονημάτων ικανών να μορφώσουν «τας τάξεις εκείνας του λαού, αι οποίαι ζώσι και συντηρούνται από τους κόπους και την εργασίαν των».

Παλαιότερα, ο Ριζοσπάστης βουλευτής Ιωσήφ Μομφερράτος είχε παραδεχθεί στην Ιόνιο Βουλή ότι οι «αληθείς ριζοσπάστες» επηρεάζονται από τις ιδέες του Μαντσίνι. Ωστόσο, το ζήτημα είναι τεράστιο και ουσιαστικά αδιερεύνητο. Αξιοσημείωτο όμως είναι ότι Ιταλοί πολιτικοί πρόσφυγες μετά την ήττα της Δημοκρατικής Επανάστασης του 1848 στην Ιταλία, εγκαθίστανται κατά καιρούς στα Ιόνια Νησιά. Στην Κέρκυρα, η πρώτη τέτοια ομαδική εγκατάσταση έγινε το καλοκαίρι του 1849, όταν αποβιβάστηκαν 270 καταδιωκόμενοι οπαδοί του Ιωσήφ Γαριβάλδη και του Τζουζέπε Μαντσίνι. Ένα μεγάλο μέρος τους πήγε στην Πάτρα και, όπως είναι γνωστό, συνέβαλε στη δημιουργία μικροαστικού αναρχοσοσιαλιστικού κινήματος στην περιοχή. Τι ρόλο έπαιξαν στην Κέρκυρα οι κατά καιρούς Ιταλοί πρόσφυγες, μεγάλη μερίδα των οποίων επηρεάζονταν από τις ιδέες του Ρώσου θεωρητικού του αναρχισμού Μιχαήλ Μπακούνιν, δεν είναι ακριβώς γνωστό. Αντιθέτως, είναι γνωστό ότι περί τα μέσα της δεκαετίας του 1880 έκαναν την εμφάνισή τους στην Κέρκυρα ορισμένοι αγροτικοί-προοδευτικοί σύλλογοι κατά τα γνωστά αναρχοσοσιαλιστικά πρότυπα της εποχής. Οι σύλλογοι αυτοί δεν επιβίωσαν παρά ελάχιστο χρονικό διάστημα.

Το ξέσπασμα του 1912

Το εργατικό κίνημα και οι σοσιαλιστικές ιδέες, κατά το 1912, βρέθηκαν στη μεγαλύτερη έξαρση. Οι εργατικές αναταραχές και οι απεργίες σχετίζονται βέβαια με μια κρίση του εμπορίου που υπάρχει στην Κέρκυρα εκείνη την εποχή, κρίση που συνοδεύεται από άνοδο των τιμών και φαινόμενα μαύρης αγοράς.

Να πώς περιγράφει την κατάσταση η φιλελεύθερη κερκυραϊκή εφημερίδα «Πρωινός Ταχυδρόμος» στις 18 Ιούνη 1912: «Η ακρίβεια όλων των ειδών, ιδία δε των της πρώτης βιοτικής γραμμής εν σχέσει μάλιστα προς την γενικήν οικονομικήν του τόπου μας καχεξίαν προκαλεί βοήν και διαμαρτυρία όλου του πτωχού λαού - εις επίμετρον δε η αθλία αυτών ποιότης και το λιποβαρές».Και συνεχίζει: «φαίνεται ότι αναμένομεν να εκπέσει ακόμα και το συνάλλαγμα ή να ελαττωθώσιν έτι οι φόροι και τα έξοδα εισαγωγής αυτών, ή ακόμα οι έμποροι δεν επώλησαν τας μεγάλας των τοιούτων ειδών των αποθηκευμένας προμηθείας. Ημείς ομολογούμεν ότι δεν γνωρίζομεν τον λόγον ένεκα του οποίου σήμερον αντί να ελαττούνται αι τιμαί των τοιούτων ειδών, βαίνουσι εις αύξησιν αφόρητον».

 

sosialistikosomilos006

 

Το πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου 1912 ξεσπάει η γενική απεργία. Αφορμή στάθηκε η απόλυση ενός εργάτη από το εργοστάσιο «Δεσύλλα», αλλά αιτίες η αφόρητη ακρίβεια και οι άθλιες συνθήκες εργασίας. Την απεργία κήρυξε, όπως προαναφέραμε, ο Εργατικός Σύνδεσμος Κέρκυρας που επηρεαζόταν από το Σοσιαλιστικό Κέντρο και ο οποίος γνωρίζουμε ότι είχε μέλη στο εργοστάσιο αυτό, στο εργοστάσιο αεριόφωτος, αρτεργάτες, αλλά πιθανόν και άλλους. Η απεργία παίρνει πανεργατική έκταση.

Από την ομιλία του Θεόδωρου Μακρή, αντιπροέδρου του Εργατικού Συνδέσμου, που δημοσιεύεται σε έκτακτη έκδοση του «Εργάτη» στις 12 Ιούλη 1912, αμέσως μετά τη λήξη της απεργίας, μαθαίνουμε ότι «το ζήτημα του εργοστασίου Δεσύλλα τυγχάνει απλώς παρεμπίπτον και συμπτωματικόν. Τα αίτια της εκρήξεως του εργατικού τούτου κινήματος έχουσι γενικώτερον τον λόγον, βαθυτέρας τας ρίζας και σοβαρότερον χαρακτήρα. Δεν πρόκειται περί γεγονότος της χθες ή της σήμερον, πρόκειται περί γεγονότων ολοκλήρου σειράς δεκαετηρίδων. Αιτία του κινήματος τούτου είναι η μαύρη και πολυβασανισμένη ζωή του Έλληνος, ιδία δε του κερκυραίου εργάτου». Επίσης, σημειώνεται: «Αλλ’ εάν είναι γενικωτέρα η σημερινή εξέγερσις, δεν είναι η πρώτη. Προ τινος μόλις χρόνου οι εργάται του απηύθυναν φωνήν διαμαρτυρίας και εζητήσαντο την εν μέρει πλήρωσιν τιμών εκ των στοιχειωδών αυτών αξιώσεων. Αλλά την προσωρινήν των εργοστασιαρχών υποχώρησιν και την αποδοχήν των παρά των εργατών αιτηθέντων, επηκολούθησεν η λήθη. Και σχεδόν ουδεμία υπόσχεσις ετηρήθη σταθερώς και ουδεμίαι φροντίς ελήφθη περί μερικής ικανοποιήσεως ημερομισθίων, περί ελαττώσεως ωρών εργασίας, περί ολιγωτέρας σκληρότητος περί την διαρρύθμισιν της εργασίας και την αποπομπήν των εργατών».

Από το φύλλο του «Εργάτη» με ημερομηνία 2 Σεπτέμβρη 1912 μαθαίνουμε ότι ενώ με την απεργία λύθηκαν ορισμένα ζητήματα των εργατών, στο εργοστάσιο του «Δεσύλλα» όχι μόνον δεν ικανοποιήθηκαν αιτήματα, αλλά τα μέλη του Εργατικού Συνδέσμου απολύθηκαν και ορισμένα αναγκάστηκαν να οδηγηθούν στη μετανάστευση. Όπως ανέφερε ο Θ. Μακρής στην ομιλία του μετά την απεργία, ο Εργατικός Σύνδεσμος ήδη είχε 500 μέλη.

Ο Γ. Κορδάτος υποστηρίζει ότι «μεγάλη απεργία των εργατών φωταερίου στην Κέρκυρα», στις αρχές Ιούλη 1912, «μισοπήρε επαναστατικό χαρακτήρα» και γι’ αυτό άρχισαν καταδιώξεις.

Να σημειωθεί εδώ ότι η ανάπτυξη του εργατικού κινήματος στο νησί εκείνη την εποχή υποστηρίχθηκε επί σειρά ετών και από Κερκυραίους δημοκράτες επιστήμονες και διανοούμενους που δεν ασπάζονταν απαραιτήτως τις σοσιαλιστικές ιδέες. Ο Θ. Μακρής ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, ο διαπρεπής νομικός που αργότερα συνέβαλε στην ίδρυση της Εταιρείας Κερκυραϊκών Σπουδών. Επίσης, εξέχων νομικός, ο Π. Δ. Γιωτόπουλος, φαίνεται ότι ήταν επίτιμος πρόεδρος του Εργατικού Συνδέσμου.

Χαρακτηριστικά στοιχεία του αναβρασμού, αλλά και της απήχησης που είχε η ιδέα του σοσιαλισμού στον κερκυραϊκό λαό εκείνη την εποχή, είναι ότι, όπως έγραψε ο «Εργάτης», στην ομιλία που έκανε στις 10 Μάη ο Ν. Μαζαράκης στην κεντρική πλατεία της πόλης της Κέρκυρας, το ακροατήριο ξεπερνούσε τις 3.000, ενώ κατά την αναχώρησή του από το νησί, στα μέσα Ιούνη, τον τίμησε στο λιμάνι η Φιλαρμονική του χωριού Γαστούρι.

Μετά την απεργία του Ιουλίου, από τις 12 Αυγούστου 1912 αρχίζει να κυκλοφορεί σε εβδομαδιαία βάση η «Σοσιαλιστική Δημοκρατία», η οποία εκδίδει έξι φύλλα και παύει την κυκλοφορία της το ίδιο έτος, με την πολεμική επιστράτευση που έγινε τον Σεπτέμβρη.

Στα άρθρα της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας» αποτυπώνεται με ανάγλυφο τρόπο ο βαθμός ανάπτυξης της μαρξιστικής σκέψης των ανθρώπων του Σοσιαλιστικού Ομίλου. Φαίνεται καθαρά ότι έχουν γνώση των μαρξιστικών απόψεων για την οικονομία, έχουν συναίσθηση της διεθνιστικής ανάγκης, αλλά αντιλαμβάνονται την επικράτηση του σοσιαλισμού και των παραγωγικών του σχέσεων, αποκλειστικά ή κατά βάση με την οικονομική πάλη των εργατών και όχι σε συνδυασμό με παράλληλη σύγκρουση μέσω πολιτικού φορέα. Την αντιλαμβάνονται ως αποτέλεσμα πάλης που θα την κάνουν αποκλειστικά εργατικές συνδικαλιστικές οργανώσεις, στις οποίες θα είναι οργανωμένοι οι εργάτες, έχοντας «δική τους ιδεολογία» και «δικό τους πρόγραμμα».

Στο 4ο φύλλο της, σε άρθρο με τίτλο «Εργατική οργάνωση» η «Σοσιαλιστική Δημοκρατία» αναφέρει: «Γι’ αυτό ο Σοσιαλισμός αποβλέπει με ενθουσιασμό εις τους εργάτες και από αυτούς και μόνους περιμένει τη νίκη του. Για να επιτύχουν οι Εργάτες τον μεγάλον αυτόν σκοπόν τους πρέπει βεβαίως να οργανωθούν σε ένα διεθνές και μεγάλο στράτευμα που να ανοίξει πόλεμο οικονομικό με την τάξη που αντιστέκεται στην πραγματοποίηση της Σοσιαλιστικής ιδέας. Πρέπει δηλαδή να οργανωθούν σαν τάξη με δικά τους εντελώς συμφέροντα, με δική τους ιδεολογία και με δικό τους εξαιρετικό πρόγραμμα. Τον μεγάλον αυτόν διεθνή στρατό θα ετοιμάσουν τα κατά τόπους Συνδικάτα».

Επίσης, στο 5ο φύλλο, σε άρθρο με τίτλο «Οικονομική οργάνωση», αναφέρει: «Όσο ανεβαίνουν τα μεροδούλια τόσο τα κέρδη του εργοδότη ξεπέφτουν. Αν ο Δ. εργοδότης π.χ. κερδίζει 300 δρχ την ημέρα και μόλις οι 200 ερ- γάτες του πάρουν 1 φράγκο την ημέρα παραπάνω, αυτουνού δε του μένουν παρά 100 φράγκα μόνο και μόλις λιγοστεύοντας οι ώρες αυξηθεί ο αριθμός των εργατών, τα 100 θα γίνουν 50 και με μία άλλη νίκη 25 και με μια αύξηση μεροδουλιού 15 ως που ο εργοδότης θα λείψη τελειωτικά».

Η έλλειψη επικοινωνίας με τη σκέψη του Βλαντίμιρ Ιλίτς Ουλιάνοφ (Λένιν), ως εκείνη την περίοδο, είναι χαρακτηριστική. Αν όμως για τους τρόπους πραγματοποίησης της επανάστασης υπάρχει σύγχυση, εντούτοις είναι ξεκάθαρο το τι θα είναι ο σοσιαλισμός.

 

sosialistikosomilos007

 

Στο 3ο φύλλο, σε άρθρο με τίτλο «Κολλεκτιβισμός», διατυπώνεται σαφής άποψη για τον χαρακτήρα του κράτους στον σοσιαλισμό: «Κράτος όμως όχι σαν το σημερινό, που είναι αντιπρόσωπος της πλουτοκρατίας, αλλά κράτος εργατικό. Κράτος που δεν θα υποστηρίζει εκμετάλλευση καμία, αφού εκμετάλλευση δεν θα υπάρχει. Κράτος που θα έχει πολίτες εργάτες και εργάτριες και οργάνωση Δημοκρατική. Αληθινά δημοκρατική και όχι σαν τις σημερινές Δημοκρατίες. Διαχειριστές θα είναι με τη σειρά τους όλοι οι πολίτες… Έτσι η συνολική ιδιοκτησία και δημοκρατική οργάνωση και διαχείριση αυτής θα είναι η νέα πολιτική και οικονομική μορφή της κοινωνίας».

Τα άρθρα αυτά, σύμφωνα με τον Γ. Κορδάτο, έγραφε ο δικηγόρος Αριστοτέλης Σίδερις, που το 1915 και το 1917 εκλέχτηκε βουλευτής με τη σοσιαλιστική οργάνωση Φεντερασιόν στη Θεσσαλονίκη και έλαβε μέρος σε όλες τις προεργασίες για τη δημιουργία του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΕΚΕ), υπό την καθοδήγηση του Ντίνου Θεοτόκη. Ωστόσο, η γλώσσα που χρησιμοποιεί η εφημερίδα δεν μοιάζει να ταιριάζει με αυτή που προτιμούσε στα δικά του κείμενα ο Α. Σίδερις, ο οποίος το 1922 δημοσίευσε σειρά άρθρων του στην «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» και το 1925 εξέδωσε βιβλίο με εκείνα τα άρθρα του, με τίτλο «Ιστορικός υλισμός».

Ο Άγις Στίνας (κομματικό ψευδώνυμο του Σπύρου Πρίφτη από το χωριό Σπαρτύλας), ο οποίος αργότερα έγινε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ και διαδοχικά γραμματέας των κομματικών οργανώσεων του Πειραιά και της Κεντρικής Δυτικής Μακεδονίας και διαγράφτηκε το 1932 από το κόμμα, αφού είχε ασπαστεί τον αρχειομαρξισμό, μας πληροφορεί ότι ο Σοσιαλιστικός Όμιλος είχε γραφεία κάπου στην Πιάτσα και στους τοίχους τους υπήρχαν φωτογραφίες του θεμελιωτή της κομμουνιστικής θεωρίας Καρλ Μαρξ, της επαναστάτριας Ρόζας Λούξεμπουργκ, του συγγραφέα Λέοντος Τολστόι, του Μιχαήλ Μπακούνιν και του Πιότρ Κροπότκιν - δείγμα και αυτό των συγχύσεων της εποχής. Τα μέλη του Ομίλου συγκεντρώνονταν στα γραφεία και συζητούσαν διάφορα φιλοσοφικά, κοινωνικά, λογοτεχνικά και γλωσσικά θέματα.

Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι με την εργατική τάξη δεν υπήρχε κανένας δεσμός. Αυτό βέβαια είναι υπερβολή, αλλά από τα διαθέσιμα στοιχεία συνάγεται ότι ο βαθμός σύνδεσης του Ομίλου με την εργατική τάξη πράγματι ήταν χαμηλός και βασικά έμμεσος, παρά το γεγονός ότι μέλη του ήταν αρκετοί εργάτες και υπάλληλοι και διευθυντής της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας» ήταν ο εργάτης - ο οποίος αναφέρεται και ως καπνοπώλης - Τίτος Ρέγγης.

«Αν θέλουμε να αξιολογήσουμε ιστορικά την προσφορά της ομάδας Θεοτόκη», έγραψε ο Α. Στίνας, «βεβαίως δεν μπορούμε να της αρνηθούμε τον προοδευτικό της χαρακτήρα. Την αποτελούσαν οι πιο εκλεκτοί διανοούμενοι του νησιού και ορισμένοι από αυτούς πρόσφεραν πολλά στη σοσιαλιστική ζύμωση στην Κέρκυρα και σε πανελλαδική κλίμακα. Αλλά ο σοσιαλισμός, με την έννοια του κινήματος για τη χειραφέτηση της εργατικής τάξης, ήταν, θεωρητικά και πρακτικά, ξένος στους περισσότερους (...) Οπωσδήποτε, η προσπάθεια μιας σοσιαλιστικής ομάδας να διεισδύσει στις αγροτικές και εργατικές μάζες της Κέρκυρας, να συνδεθεί μαζί τους και να τις κατευθύνει, θα συναντούσε πολλές δυσκολίες. Δεν ήταν μόνο η θρησκοληψία, η δυστυχία και η αμάθεια. Το χειρότερο ήταν ότι αυτή η μάζα των εξαθλιωμένων χωρικών, και των περισσοτέρων εργατών, είχε πάρει απόφαση πως δεν μπορεί να είναι άλλη η μοίρα της. Στην εφημερίδα μας “Σοσιαλιστική Δημοκρατία” διευθυντής ήταν ο εργάτης Τίτος Ρέγγης και το μεγαλύτερο μέρος της ύλης της γραφόταν από τον Σίδερι με την καθοδήγηση του Κων. Θεοτόκη. Είχε περιεχόμενο φιλεργατικό, με καταγγελίες για τους μεγαλοεργοδότες, την εκμετάλλευση εργατών και αγροτών, και την κατευθυνόμενη θρησκοληψία».

Από την εφημερίδα «Σοσιαλιστική Δημοκρατία» (9 του Σεπτέμβρη 1912) μαθαίνουμε πως τον Τίτο Ρέγγη τον κάλεσαν σε ανάκριση και του απήγγειλαν κατηγορία. Σε χρονογράφημά του στην εφημερίδα ο Ρέγγης έγραψε σχετικά: «Δεν ήξερα πως υπάρχει άρθρο στον Π.Ν. (το 204) που τιμωρεί εκείνον που με γραψίματά του κινεί το μίσος των πολιτών μεταξύ τους και ούτε πως υπάρχει το άρθρο 167 του Π.Ν. που τιμωρεί την απεργία. Εμείς οι εργάτες, βλέπετε, έχουμε απέραντες νομικές γνώσεις! Ενόμιζα σαν κουτός εργάτης (!) πως όπως ο πλουτοκράτης έχει δικαίωμα να κλείση το εργοστάσιό του όποτε του καπνίση και να στέλνη τους εργάτες του να φάνε αέρα, έτσι και ο εργάτης, έλεγα, πως μπορεί, όταν θέλη, να πη δε δουλεύω. Κι έλεγα πως όπως όλη μέρα οι πλουτοκράτες μάς πολεμάνε και συνεννοούνται μεταξύ τους για να μας εξολοθρεύσουν, έτσι και οι εργάτες μπορούν να ενώνονται και να εκφράζουν λόγια που κινούν το μίσος των συναδέλφων τους εργατών προς το πλουτοκρατικό καθεστώς. Αυτά ενόμιζα, όταν προχτές που εκράχτηκα στην ανάκριση (...) έμαθα πως αυτή η ισότης που εγώ ενόμιζα πως υπάρχει μεταξύ των ρωμιών είναι φανταστική και πως η ισότης είναι ένα πράγμα πολύ ελαστικό, που γίνεται όπως θέλουν οι πλουτοκράτες που διοικούν».

Άλλοι γνωστοί Κερκυραίοι σοσιαλιστές εκείνης της περιόδου, που ανήκαν στον κύκλο του Σοσιαλιστικού Ομίλου, ήταν οι εξής:

- Ο Φραγκίσκος (Φρανσίσκο) Τζουλάτης (Τζουλάτι), μετέπειτα φοιτητής της Φυσικομαθηματικής, ο οποίος συνδέθηκε στενά με τον Δημοσθένη Λιγδόπουλο και πρωτοστάτησε το 1916 στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Εργατικής Νεολαίας της Αθήνας. Έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην πάλη για να ενστερνιστεί το νεαρό τότε κόμμα τη δικτατορία του προλεταριάτου και να προσχωρήσει στην Γ' Διεθνή των σοσιαλιστικών και εργατικών κομμάτων. Αργότερα πρωτοστάτησε στη δημιουργία του περιοδικού «Αρχείον Μαρξισμού» και ταυτίστηκε με το ρεύμα του αρχειομαρξισμού, αφού προηγουμένως (το 1924) είχε διαγραφεί από το ΚΚΕ.

- Ο Νίκος Λευτεριώτης (Λευθεριώτης), ποιητής, υπάλληλος του Αρχειοφυλακείου Κέρκυρας, που καταγράφηκε σαν ο πιο «σεμνός» από τους σοσιαλιστές της εποχής.

- Ο Σπύρος Θεοδώρου, από τα ιδρυτικά μέλη της κομμουνιστικής οργάνωσης νεολαίας και μετέπειτα γραμματέας της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ).

- Ο οφθαλμίατρος Μιχάλης Κοντός, ο γιατρός Σπύρος Παξινός, ο επαγγελματίας Ερρίκος Ρίκος, ο επαγγελματίας Σπύρος Αγάθος, ο Πέτρος Παπαδάτος, ο οποίος ως αντιπρόσωπος του σοσιαλιστικού ρεύματος της Κέρκυρας πήρε μέρος στο Εθνικό Συμβούλιο του ΣΕΚΕ το 1919, ο -μετέπειτα δημοσιογράφος, αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Ελεύθερον Βήμα» του Δημήτριου Λαμπράκη από τα πρώτα φύλλα της το 1922 και μέλος της μεταπολεμικής, δεξιάς κυβέρνησης Παπάγου

- Γεράσιμος Λύχνος, ο εργάτης Γιώργος Πρίφτης, ο εργάτης Γιώργος Πέτρου και ο ταχυδρομικός υπάλληλος Αντώνης Μουσούρης.

- Εξάλλου και ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος φέρεται, σύμφωνα με ορισμένα στοιχεία που χρήζουν περαιτέρω έρευνας, να ξεκίνησε από την Κέρκυρα την πολιτική-επαναστατική του δραστηριότητα, προτού ξεκινήσει πανεπιστημιακές σπουδές.

Μετά το 1912

Την παρέμβαση που δεν μπόρεσε να κάνει στην Κέρκυρα το 1912 ο Ελ. Βενιζέλος με τον βουλευτή του Σπ. Θεοδωρόπουλο (και λογοτέχνη με το ψευδώνυμο Άγις Θέρος), την επιτυγχάνει το 1916, αξιοποιώντας το ζήτημα του πολέμου. Είναι πλέον διαπιστωμένες οι προσπάθειες του Βενιζέλου να επηρεάσει τις διάφορες σοσιαλιστικές ομάδες στην Ελλάδα και να τις ρίξει στην αγκαλιά της συμβιβαστικής Β' Διεθνούς των σοσιαλιστικών και εργατικών κομμάτων. Ο Βενιζέλος αντιλήφθηκε πράγματι γρήγορα ότι η δημιουργία σοσιαλιστικού εργατικού κόμματος στην Ελλάδα ήταν αναπόφευκτη. Σε συνεννόηση με το αγγλικό Εργατικό Κόμμα επεδίωξε σταθερά τον προσανατολισμό των ηγετών του σοσιαλιστικού κινήματος στη Β' Διεθνή, με την οποία βασικές οργανώσεις, όπως η Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης και το Σοσιαλιστικό Κέντρο της Αθήνας του Ν. Γιαννιού, είχαν δημιουργήσει, κατά καιρούς, στενούς δεσμούς.

Ο Ντίνος Θεοτόκης, ως εκπρόσωπος του Σοσιαλιστικού Ομίλου Κέρκυρας, παίρνει μέρος στην Α' Πανελλαδική Συνδιάσκεψη σοσιαλιστικών οργανώσεων που γίνεται στην Αθήνα τον Απρίλη του 1915, με τη συμμετοχή αντιπροσώπων από τις οργανώσεις της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, του Βόλου, του Πειραιά, της Πάτρας, της Μυτιλήνης και της Κέρκυρας. Στην ιστορική αυτή συνδιάσκεψη, όπου αποφασίστηκε η σύγκληση ιδρυτικού συνέδριου για τη δημιουργία Σοσιαλιστικού Κόμματος (έγινε τελικά τον Νοέμβρη του 1918 και ιδρύθηκε το ΣΕΚΕ, μετέπειτα ΚΚΕ), συζητήθηκε και το θέμα του πολέμου και φάνηκε ότι στο καθοριστικό αυτό ζήτημα δεν υπήρχαν ενιαίες αντιλήψεις.

Τον Αύγουστο του 1916, όταν εκδηλώνεται το Ανταντόφιλο κίνημα του Βενιζέλου, με κύρια επιδίωξη την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό των Αγγλογάλλων, ο Ντίνος Θεοτόκης, όπως και άλλοι γνωστοί σοσιαλιστές, μεταξύ των οποίων ο Ν. Γιαννιός και ο Κ. Χατζόπουλος, εντάσσεται στο βενιζελικό κίνημα πιστεύοντας, όπως και άλλοι, ότι η συντριβή του γερμανικού ιμπεριαλισμού θα οδηγήσει στην απελευθέρωση των λαών. Η παρανόηση αυτή του χαρακτήρα του πολέμου έχει βέβαια να κάνει με το γεγονός ότι ο Θεοτόκης και ο μαρξιστικός Όμιλος δεν είχαν διασταυρωθεί με το λενινιστικό κίνημα, αλλά με την επιρροή της Β' Διεθνούς. Η τελευταία είχε πάρει θέση υπέρ της συμμετοχής στον πόλεμο, με το γνωστό επιχείρημα «οι εργάτες να υπερασπίσουν τις εργατικές τους πατρίδες», το οποίο προκάλεσε την καταγγελία της Β' Διεθνούς από τον Λένιν.

Στο εσωτερικό του Σοσιαλιστικού Ομίλου της Κέρκυρας εκδηλώθηκαν τότε διαφορετικές προσεγγίσεις και φαίνεται ότι η Οργάνωση χωρίστηκε στα δύο.

Ο Ελ. Βενιζέλος δεν έχασε την ευκαιρία. Διόρισε τον Θεοτόκη αντιπρόσωπο της κυβέρνησης στην Κέρκυρα και μετά τον έστειλε με διπλωματική αποστολή στην Ιταλία - το 1917 τον διόρισε στην υπηρεσία της λογοκρισίας, αλλά, παρόλο που αυτός παραιτήθηκε μόλις δύο ημέρες μετά, το γεγονός του συγκεκριμένου διορισμού παρέμεινε σαν ένα σοβαρό ψεγάδι στην, κατά τα άλλα, λαμπρή παρουσία του Θεοτόκη στα γράμματα και στο σοσιαλιστικό κίνημα.

Ωστόσο, καταλυτική επίδραση για την τελική θέση του Ομίλου είχε η παρουσία στην Κέρκυρα ενός Σέρβου σοσιαλιστή, που έδωσε μάχες για να επικρατήσει η σωστή άποψη για τον χαρακτήρα του ιμπεριαλιστικού πολέμου και πέτυχε τελικά να κλίνει η ζυγαριά, ώστε η πλειοψηφία των μελών του Ομίλου να κατανοήσει και να λάβει τη σωστή θέση, κατά του πολέμου. Πρόκειται για τον Ηλία Γιοβάνοβιτς.

Ο Σέρβος σοσιαλιστής είχε λιποτακτήσει από τον ηττημένο σερβικό στρατό, ο οποίος το 1915 είχε στρατοπεδεύσει στην Κέρκυρα. Επέλεξε να μείνει στο χωριό Κορακιάνα, παντρεύτηκε εκεί και έμεινε στην Κέρκυρα ως το 1923, διαδραματίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στο «μπόλιασμα» της σοσιαλιστικής σκέψης στην Κέρκυρα με τη λενινιστική αντίληψη. Ο Άγις Στίνας θυμάται ότι περισσότερο επηρεάστηκαν από τις συζητήσεις μαζί του ο Νίκος Βαρότσης, ο Στέφανος Γισδάκης και ο Αντώνης Μουσούρης.

Στην πραγματικότητα, όμως, οι τρεις τελευταίοι, μαζί με τον Φραγκίσκο Τζουλάτη, ήδη αποτελούσαν τον βασικό «αντιπολεμικό πυρήνα» του Ομίλου. Διασταυρωμένες πληροφορίες φέρουν τον γιατρό Γισδάκη να έχει γνωρίσει τον Λένιν στην Ελβετία και είναι βέβαιο ότι αυτός μαζί με τον Αλμπέρτο Αρδίττι, από τη σοσιαλιστική οργάνωση Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης, είχαν παρακολουθήσει ως προσκεκλημένοι τη συνδιάσκεψη του Τσίμερβαλντ, που συνήλθε στην ομώνυμη ελβετική πόλη τον Σεπτέμβρη του 1915 με την παρουσία του Λένιν και καταδίκασε τον πόλεμο ως ιμπεριαλιστικό.

Ο Στ. Γισδάκης, ο οποίος δεν είχε βαθιές μαρξιστικές γνώσεις, αλλά διακήρυσσε την αθεΐα, κάτι που του στοίχισε αλλεπάλληλες φυλακίσεις και τελικά τον θάνατο από φυματίωση, εντυπωσιάστηκε από τον Λένιν και τάχτηκε ανοιχτά εναντίον του πολέμου. Ο Α. Στίνας τον θυμάται σε κατοπινούς χρόνους να λέει, σχετικά με τη συνθήκη που η μπολσεβικική Ρωσία υπέγραψε το 1918 με άλλες Μεγάλες Δυνάμεις: «Δεν ξέρω αν είναι σωστό ή λάθος η συνθήκη του Μπρεστ - Λιτόφσκ, εκείνο όμως που ξέρω είναι ότι αυτός που βρίσκεται επικεφαλής της Οκτωβριανής Επανάστασης είναι ο πιο γνωστός και ο πιο αυθεντικός επαναστάτης».

Ο Νίκος Βαρότσης, που έζησε μέχρι το 1977, ήταν ο πιο διαβασμένος μαρξιστής της εποχής του στην Κέρκυρα. Είχε μόνιμη και οργανική επαφή με την αριστερή πτέρυγα του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος και τον Αμαντέο Μπορτίνγκα. Είναι βέβαιο ότι κι αυτός τάχθηκε κατά της συμμετοχής των εργατών στον πόλεμο. Ο Φ. Τζουλάτης, ο οποίος το 1916 είχε εγγραφεί και σπούδαζε στη Φυσικομαθηματική Σχολή της Αθήνας, έδωσε ιδεολογική μάχη στην Αθήνα, από κοινού με τον Δ. Λιγδόπουλο, στρέφοντας τη Σοσιαλιστική Νεολαία εναντίον της ομάδας του Ν. Γιαννιού, που είχε ενστερνιστεί τις απόψεις της Β' Διεθνούς για τον πόλεμο. Πηγαινοερχόταν στην Κέρκυρα και επέδρασε καθοριστικά στην ιδεολογική μάχη στο εσωτερικό του Ομίλου. Συμμετείχε στο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ και εντάχθηκε στην εννεαμελή αριστερή, συνεπή επαναστατική πτέρυγα του συνεδρίου, μαζί με τον Δ. Λιγδόπουλο, τον Μ. Οικονόμου και τον Σπ. Κομιώτη. Αργότερα συμμετείχε στην προσπάθεια να αποκολληθεί το ΣΕΚΕ από τη Β' Διεθνή και να ενταχθεί στην Γ' Διεθνή.

Αλλά και ο Α. Σίδερις, εκλεγμένος βουλευτής με τη Φεντερασιόν στη Θεσσαλονίκη, ήταν κι αυτός εναντίον του πολέμου και, όπως είναι γνωστό, ως εκπρόσωπος της Φεντερασιόν είχε πάρει μέρος το 1915 στη Βαλκανική Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη στο Βουκουρέστι και είχε ταχθεί εναντίον του πολέμου. Επιστρέφοντας μάλιστα από το Βουκουρέστι, είχε εκφωνήσει αντιπολεμικό λόγο σε εργατική συγκέντρωση στη Σόφια. Αργότερα όμως, τον Φλεβάρη του 1918, επηρεασμένος προφανώς και από τον στενό του φίλο Ντίνο Θεοτόκη, ο οποίος εκείνη την εποχή βρισκόταν στην Αθήνα, παρέβλεψε την απόφαση της Β' Πανελλαδικής Σοσιαλιστικής Συνδιάσκεψης που είχε γίνει τον Γενάρη του 1918 στη Θεσσαλονίκη. Μαζί με τον άλλο σοσιαλιστή βουλευτή, Αλμπέρτο Κουριέλ, μετείχε στην κατοπινή Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη της Β' Διεθνούς στο Λονδίνο, τασσόμενος κι αυτός, έμμεσα, υπέρ του πολέμου.

Γι’ αυτή του την ενέργεια, ο γιατρός Γισδάκης, προφανώς εκ μέρους και των υπολοίπων, στέλνει επιστολή στον Α. Σίδερι, με την οποία τον κατηγορεί ως «διπρόσωπο, μασκαρά, όργανο του Βενιζέλου». Η εποχή αυτή των ζυμώσεων για τον χαρακτήρα του πολέμου είναι το δεύτερο σημείο καμπής στο σοσιαλιστικό κίνημα της Κέρκυρας, καθώς ο Όμιλος μπαίνει πλέον στον δρόμο του μαρξισμού-λενινισμού.

Αδιευκρίνιστη σημασία έχει η περιοδική παρουσία στην Κέρκυρα ενός ακόμη Σέρβου επαναστάτη, του Ζίτκο Τοπόλοβιτς, ο οποίος ήταν μέλος της διοικητικής επιτροπής του Σερβικού Σοσιαλιστικού Κόμματος και είχε γνωριστεί με τον Α. Σίδερι και τους νεαρούς Κερκυραίους σοσιαλιστές της αριστερής πτέρυγας του ΣΕΚΕ, οι οποίοι επηρεάζονταν από τον Φ. Τζουλάτη. Είχε μάλιστα προσκληθεί ως παρατηρητής στο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ, αλλά δεν μπόρεσε να παραστεί και γι’ αυτό έστειλε από την Κέρκυρα επιστολή προς το συνέδριο.

Η επιστολή αυτή δημοσιεύτηκε στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας «Ριζοσπάστης» στις 11 Νοέμβρη 1918 και έχει ως εξής:

«Κέρκυρα 31 Οκτωβρίου 1918

Αγαπητοί σύντροφοι

Ο σύντροφος Μπούκτσεγκ της Κροατίας, ο οποίος ως αντιπρόσωπος του Κροατικού σοσιαλιστικού κόμματος μετέχει εις την επαναστατικήν κυβέρνησιν, έφθασεν εις Κέρκυραν ως απεσταλμένος του στόλου. Με παρακάλεσε να τον συνοδεύσω εις Κροατίαν και να βοηθήσω το κόμμα μας εις τας ταραχώδεις στιγμάς που διερχόμεθα. Δεν ηδυνήθην να αρνηθώ να κάμω το καθήκον μου και αναχωρώ αύριον με Γιουγκοσλαβικόν Τορπιλλοβόλον. Είχα την ειλικρινή επιθυμίαν να λάβω μέρος εις το καλόν έργον της ιδρύσεως του Ελληνικού σοσιαλιστικού κόμματος. Εστέ βέβαιοι ότι ημείς οι λοιποί σοσιαλισταί των Βαλκανίων εκτιμώμεν την εργασίαν σας ως ιδικήν μας, διότι δι’ ημάς δεν πρέπει να υφίστανται εν τη Βαλκανική παρά εν μόνον κράτος ομοσπονδιακόν, αποτελούμενον από λαούς ίσους, ελεύθερους. Θα είσθε τότε μόνον σύντροφοι μας εις τους αγώνας, αλλά αδελφοί εκ της κοινής πατρίδας.

Με αδελφικούς χαιρετισμούς»

Ο Σοσιαλιστικός Όμιλος Κέρκυρας, που εν τω μεταξύ έχει πάρει χαρακτήρα Οργάνωσης, μαζί με άλλες τρεις επαρχιακές οργανώσεις (Καβάλας, Βόλου, Λάρισας) παίρνει μέρος στο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ, όπου αποφασίζεται η «πολιτική και οικονομική οργάνωσις του προλεταριάτου σε ξεχωριστό κόμμα τάξεως για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας και δημοσιοποίησιν των μέσων παραγωγής και ανταλλαγής, δηλαδή την μεταβολήν της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας εις κοινωνίαν κολλεχτιβικήν ή κομμουνιστικήν». Από τότε λειτουργεί ως Οργάνωση του ΣΕΚΕ και στη συνέχεια του ΚΚΕ.

Την εκπροσωπεί στο ιδρυτικό συνέδριο ο Φ. Τζουλάτης, ενώ ο Α. Σίδερις παίρνει μέρος στο ίδιο συνέδριο με την ιδιότητα του βουλευτή. Γραμματέας του συνεδρίου ήταν ο γεννημένος στην Κέρκυρα το 1896 Μ. Οικονόμου, φοιτητής και στέλεχος της Σοσιαλιστικής Εργατικής Νεολαίας Αθήνας.

Σύμφωνα με χειρόγραφο σημείωμα του Άγι Στίνα, το οποίο επικαλείται ο Μ. Δημητρίου, τα πρώτα μέλη του τμήματος της Κέρκυρας του ΣΕΚΕ, από την προγενέστερη σοσιαλιστική ομάδα του νησιού, ήταν οι Αριστ. Σίδερις, Νικ. Βαρότσης, Μιχ. Κοντός, Νικ. Λευτεριώτης, Σπ. Λευτεριώτης, Γρ. Φάντης, Τ. Ρέγγης, Σπ. Νικοκάβουρας, Σπ. Ράλλης, Ερ. Ρίκος, Σπ. Αγάθος, Α. Σιμωνέτης, Κ. Λούμπος, Σπ. Λούμπος, Σπ. Τράνακας, Κ. Βιτουλαδίτης, Πλ. Μπονέλλος, Γ. Πέτρου. Νέοι, που δεν είχαν συμπληρώσει τα 21 χρόνια, ήταν οι Σπ. Πρίφτης, Γ. Πρίφτης και Σπ. Θεοδώρου.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η συμμετοχή του Ομίλου στο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ συνοδεύτηκε από ιδεολογικές διαμάχες που απενεργοποίησαν κάποια «ρεφορμιστικά» στελέχη και έδωσαν «το προβάδισμα στην επαναστατική πτέρυγα που την απάρτιζαν κυρίως νέοι (Φραγκίσκος Τζουλάτης, ιδρυτής αργότερα του αρχειομαρξισμού στην Ελλάδα, Μιχάλης Οικονόμου, Σπύρος Πρίφτης, Δημοσθένης Λιγδόπουλος και άλλοι)», με «ιδεολογικό στήριγμα τις αρχές της Οκτωβριανής Επανάστασης».

Όπως προκύπτει από επιστολές προς τον Φ. Τζουλάτη στην Αθήνα, ο Όμιλος συμμετείχε δραστήρια στην προετοιμασία του ιδρυτικού συνεδρίου του ΣΕΚΕ. Έγγραφο με ημερομηνία 29 Οκτωβρίου 1918 (Σοσιαλιστική Ομάδα Κέρκυρας, η επιτροπή της ομάδας) πληροφορεί: «... αφότου ελάβαμε είδηση για τη σύγκλιση του Α' Σοσιαλ. Συνεδρίου συνερχόμενοι τακτικά ελάβαμε καιρό να συζητήσουμε, έχοντες ανάμεσά μας και τον αγαπητό σύντροφο Topalovits, τόσον για τις αρχές του κόματός μας όσο και πάνω στο πρόγραμμα και το καταστατικό που ελάβαμε από την Αθήνα». Η Ομάδα δηλώνει ότι είναι σύμφωνη σε γενικές γραμμές, αλλά εκφράζει τις διαφωνίες της σε ορισμένα θέματα, υποβάλλει συνημμένα σχετική έκθεση με προτάσεις για να παραδοθεί στην οργανωτική επιτροπή του συνεδρίου και καταλήγει (τηρείται απολύτως η ορθογραφία): «Προσβλέποντες και ευχόμενοι την σύγκληση Σοσιαλιστικού Συνεδρίου είμεθα της γνώμης, και απολύτως απαιτούμε, όπως τούτο όπου και αν πρόκειται να συγκληθή να έχει Διεθνή χαρακτήρα, μη αποκλειομένης της αντιπροσωπείας ουδενός λαού σοσιαλιστικά οργανωμένου και δη του ρωσσικού. Και μάλιστα θα ηθέλαμεν, και εκφράζομεν την γνώμην αυτήν, να γίνουν αι αναγκαίαι ενέργειαι ώστε κανείς λαός σοσιαλιστικά οργανωμένος να λείψη από το συνέδριον τούτο, που θα έπρεπε να παρουσιάση το επιβλητικώτερη εκδήλωση διαμαρτυρία και απόφαση του οργανωμένου σοσιαλιστικού προλεταριάτου όλου του κόσμου».

Την επιστολή υπογράφει η Επιτροπή της Ομάδας: Ν. Βαρότσης, Ζ. Βετούρας (Ζακ Βεντούρας, εκ των ιδρυτών το 1920 της Ομοσπονδίας Σοσιαλιστικών Εργατικών Νεολαιών Ελλάδας που εξελίχθηκε σε Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας και αργότερα βουλευτής Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ;) και Carlo Satorta. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, η Ομάδα (εκπρόσωπος Πλάτων Μπονέλλος) στις 20 Αυγούστου 1918 είχε ενημερώσει με τηλεγράφημα τον Φ. Τζουλάτη πως είναι «ανακριβές ότι μέλη σοσιαλιστικής ομάδος τυγχάνουσι εγγεγραμμένοι σύλλογον Φιλελευθέρων» και ότι «μόνον τρεις ενεγράφησαν παραπεισθέντες υπό Σιδέρη και Θεοτόκη».

Το 1920 είχε γίνει στο νησί συγκέντρωση εορτασμού της συμπλήρωσης δύο ετών από την ίδρυση του ΣΕΚΕ. Στο φύλλο του της 26ης Ιανουαρίου 1920, το κεντρικό δημοσιογραφικό όργανο του κόμματος «Εργατικός Αγών» έγραψε: «Εις την Κέρκυραν η επέτειος του Κόμματος εωρτάσθη με εξαιρετικόν ενθουσιασμόν. Εις την γενομένην συγκέντρωσιν εις το θέατρον των Ποικιλιών ωμίλησαν οι σύν. Γρ. Φάντης γραμματεύς του Τμήματος και Ν. Βαρότσης, καθηγητής. Εις την συγκέντρωσιν επροτοστάτησε και η άρτι συστηθείσα υπό του Κόμματος Σοσιαλιστική Νεολαία».

Αντιπρόσωποι της Οργάνωσης μετέχουν μέχρι το 1926 σε όλα τα συνέδρια και τις συνδιασκέψεις του κόμματος. Η δράση της, ωστόσο, από το 1926 ατονεί. Για κάποια περίοδο η Οργάνωση υπολειτουργεί. Επανασυγκροτείται δυναμικά το φθινόπωρο του 1943 με πρωτοβουλία του ως τότε κρατούμενου στο μαρτυρικό νησάκι Λαζαρέτο, Απόστολου Γκρόζου, μετέπειτα προέδρου του ΚΚΕ. Στο Λαζαρέτο, ως γνωστόν, αργότερα εκτελέστηκαν δεκάδες κομμουνιστές και άλλοι αγωνιστές.

Η εξασθένηση αυτού του ζωντανού κυττάρου του ελληνικού επαναστατικού κινήματος, σε έναν τόπο με πολυάριθμη μέχρι το 1940 εργατική τάξη, οφείλεται σε δύο βασικά λόγους: Πρώτον, στο γεγονός ότι δεν είχε συνδεθεί οργανικά και στενά με το εργατικό κίνημα. Η δράση του μπορεί να χαρακτηριστεί «παράλληλη». Παρενέβαινε στην εργατική τάξη όταν το κίνημα «φούσκωνε». Όταν το συνδικαλιστικό-εργατικό κίνημα «έκανε κοιλιά», τότε «έκανε κοιλιά» και η παρέμβαση της Οργάνωσης. Δηλαδή, δεν προσπάθησε να διαμορφώσει μια στέρεη σοσιαλιστική εργατική πρωτοπορία και μια μαζική επαναστατική συνείδηση στην εργατική τάξη. Έτσι, όταν οι πρώτοι σοσιαλιστές διανοούμενοι έφυγαν από την Κέρκυρα ή αποχώρησαν από το κίνημα, δεν υπήρχε η απαραίτητη εργατική «μαγιά». Και δεύτερον, στο γεγονός ότι από τους διανοούμενους του Σοσιαλιστικού Ομίλου, στην πορεία του ξεπήδησαν δύο ρεύματα που ξέφυγαν από τις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού και επηρέασαν αρνητικά την εξέλιξη του σοσιαλιστικού- κομμουνιστικού κινήματος στο νησί. Το ένα ρεύμα ήταν αστικοφιλελεύθερο και δημιουργήθηκε με την προσχώρηση του Θεοτόκη στο Ανταντόφιλο κίνημα και αργότερα των Α. Σιδέρι, Σπ. Παξινού και άλλων στον σοσιαλδημοκρατικό ή και αστικοδημοκρατικό φιλελεύθερο χώρο. Το άλλο ρεύμα ήταν τροτσκιστικό και περιλάμβανε τους Α. Στίνα, Φ. Τζουλάτη, Γ. Πρίφτη και άλλους.

Για τον Ντίνο Θεοτόκη πρέπει να προστεθεί, πάντως, ότι παρά την υποστήριξη που έδωσε κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου στον Ελ. Βενιζέλο και παρά το γεγονός ότι η στάση του αυτή σημάδεψε καθοριστικά την άνδρωση του σοσιαλιστικού-επαναστατικού κινήματος στο νησί εκείνη τη χρονική περίοδο, εντούτοις παρέμεινε μέχρι τον πρόωρο θάνατό του το 1923, σε ηλικία 51 ετών, δεμένος με τα οράματα του σοσιαλισμού. Αδιάψευστη μαρτυρία είναι το γραμμένο το 1922 τελευταίο του έργο, το κοινωνικό μυθιστόρημα «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους», που συγκέντρωσε τα φαρμακερά βέλη της αστικής κριτικής και ξεσήκωσε θύελλα στην «καλή κοινωνία» της Κέρκυρας, αφού το έργο αποτέλεσε ανελέητο μαστίγωμα της υποκρισίας και της σήψης της. Εξάλλου το 1920 είχε επιστρέψει το παράσημο που του είχε απονείμει η κυβέρνηση Βενιζέλου με πρόσχημα τις «εθνικές υπηρεσίες» του.

 

sosialistikosomilos008

 

Μετά το 1926, από τον αρχικό σοσιαλιστικό πυρήνα απόμειναν σταθεροί στις μαρξιστικές, επαναστατικές πεποιθήσεις τους λιγοστοί αγωνιστές, όπως ο Νίκος Βαρότσης και ο Νίκος Λευτεριώτης, για να σηκώσουν το βάρος του κομμουνιστικού κινήματος. Σε όλη την περίοδο μέχρι το 1940, αν και η Οργάνωση υπολειτουργούσε, οι επαναστάτες αυτοί καθοδηγούσαν απεργίες, μυούσαν νέους ανθρώπους στο κίνημα και συνέχισαν τη διαφωτιστική παρέμβασή τους στην εργατική τάξη της Κέρκυρας.

Το κίνημα αυτό, με βασανιστικό τρόπο, μέσα από απηνείς διώξεις, παρανομία, κακουχίες και αδιάκοπους αγώνες ενισχύθηκε με νέους κομμουνιστές, οι οποίοι το 1943 έδωσαν με την ανασυγκρότηση της Οργάνωσης νέα πνοή στο σοσιαλιστικό - κομμουνιστικό κίνημα στην Κέρκυρα.

(Βιβλιογραφία - Πηγές: Γ. Κορδάτος, «Ιστορία του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος», εκδ. «Μπουκουμάνης» (έκδοση Ζ’), Αθήνα 1972. Μ. Δημητρίου, «Το ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα», εκδ. «Γαβριηλίδης», Αθήνα 1990. «Κων. Θεοτόκης, Επιλογή / Οι σκλάβοι στα δεσμά τους», εισαγωγή-σχόλια Τάκης Αδάμος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» (2η έκδοση), Αθήνα 1981. A. Στίνας, «Αναμνήσεις», εκδ. «Ύψιλον», Αθήνα 1985. Γ. Β. Λεονταρίτης, «Το Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο», εκδ. «Εξάντας», Αθήνα 1979. Ε. - Λ. Σταυροπούλου, «Παναγιώτης Πανάς (1832-1896)», εκδ. «Επικαιρότητα», Αθήνα 1987. «Η σοσιαλιστική σκέψη στην Ελλάδα», τ. Β', επιμ. Παν. Νούτσος, εκδ. «Γνώση», δεύτερη έκδοση, Αθήνα χ.χ. Α. Λιάκος, «Η ιταλική ενοποίηση και η Μεγάλη Ιδέα», εκδ. «Θεμέλιο», Αθήνα 1985. «Το πρώτο συνέδριο του ΣΕΚΕ», εκδ. Κ.Ε. του ΚΚΕ, Αθήνα 1982. Β. Λάζαρης, «Οι ρίζες του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1996. Θ. Ρουμπάνης, «Οι ρίζες του Σοσιαλισμού στην Ελλάδα», εκδ. «Γλάρος», Αθήνα 1984. Α. Μπεναρόγια, «Η πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου», εκδ. «Εναλλακτικές Εκδόσεις», Αθήνα 1986. Κ. Μοσκώφ, «Εισαγωγικά στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης - Η διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα», εκδ. «Καστανιώτης», Αθήνα 1988. Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών, «Κωνσταντίνος Θεοτόκης», Κέρκυρα 1953. Γερ. Χυτήρης, «Το κερκυραϊκό αγροτικό πρόβλημα την επομένη της Ενώσεως», εκδ. «Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών», Κέρκυρα 1981. Γερ. Χυτήρης, «Η Κέρκυρα στα μέσα του 19ου αιώνα», εκδ. «Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών», Κέρκυρα 1988. Γ. Κατσούλης, «Ιστορία του ΚΚΕ», τ. Α', εκδ. «Νέα Σύνορα», Αθήνα 1976. Αλ. Κουτσούκαλης, «Η πρώτη δεκαετία του ΚΚΕ - Πρακτικά συνεδρίου ΣΕΚΕ», εκδ. «Γνώση», Αθήνα 1979. Εφημερίδα «Ενημέρωση», άρθρα Κώστα Θύμη στα φύλλα 22.8.1988, 7.8.1989 και 14.8.1989 για Σοσιαλιστικό Όμιλο Κέρκυρας. «Πόρφυρας», φυλλάδιο 46 (1988), συνέντευξη Κ. Δαφνή, Κέρκυρα 1988 και φυλλάδιο 57-58 (1991), άρθρο Π. Νούτσου, Κέρκυρα 1991. Α. Γεωργιάδης, «Η πρώτη συνδιάσκεψη του ΣΕΚΕ», Αθήνα χ.χ. Θ. Μπενάκης, «Νέα στοιχεία στη μελέτη του σοσιαλιστικού κινήματος της Κέρκυρας», στα «Τετράδια πολιτικού διαλόγου, έρευνας και κριτικής», τεύχ. 14, Αθήνα 1986. Α. Λιάκος, «Η σοσιαλιστική εργατική ομοσπονδία Θεσσαλονίκης (Φεντερασιόν) και η Σοσιαλιστική Νεολαία», εκδ. «Παρατηρητής», Αθήνα 1990. «Σοσιαλιστική Δημοκρατία», Συλλογή εφημερίδων Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας. «Εργάτης», Συλλογή εφημερίδων Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας. «Εμπορικό - Βιομηχανικό Επιμελητήριο Κέρκυρας / Στατιστικές και ιστορικές καταγραφές», 1920, 1932. «Επίσημα Κείμενα ΚΚΕ», τ. Α', εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», χ.χ. Γ. Σκληρός, «Το κοινωνικόν μας ζήτημα», Αθήνα 1907, επανέκδ. «Σοσιαλιστικό Κέντρο», Αθήνα 1922)

Τέλος, ας προσθέσουμε πως ο Σοσιαλιστικός Όμιλος Κέρκυρας πιθανολογείται ότι ιδρύθηκε την 1η Ιουνίου 1911 με σαράντα μέλη και ότι στην ίδρυσή του συνέτειναν ανάλογη κίνηση αγωνιστών της Κεφαλονιάς και δικαστικές διώξεις που είχαν ασκηθεί εις βάρος τους στην Κέρκυρα. Αυτά υποστηρίζονται σε σχετικό δημοσίευμα της εποχής, που εντόπισε ο ιστορικός ερευνητής Πέτρος Πετράτος στην παλαιά κεφαλονίτικη εφημερίδα «Φωστήρ» (φ. 76, 13-6-1911).

Έγραψε τότε η εφημερίδα:

«Από της πρώτης Ιουνίου η ωραία νήσος του Αλκινόου εισήλθεν επισήμως εις το Παγκόσμιον Τελεστήριον του Σοσιαλισμού διά της ιδρύσεως εν αυτή Σοσιαλιστικού συλλόγου υπό ευγενών και μεγαλοφρόνων τέκνων αυτής ως πρώτων τεσσαράκοντα μελών.

Βεβαίως προ καιρού έσφυζεν εις τας φλέβας σφριγώντων νέων Κερκυραίων ουχί ο ύδρωψ των προλήψεων και των τίτλων και του κοντισμού το μπλε αίμα, αλλά το αίμα της πραγματικής ζωής και του αληθούς ανθρωπισμού, το αίμα το ζωηρώς ερυθρόν, το αίμα του επαναστάτου κοινωνικού εργάτου, του απαιτούντος τα καταπατηθέντα ιερά αυτού δικαιώματα.

Αι καρδίαι των πρώτων μελών ως τόσαι κρυπταί πυριτιδαποθήκαι ελαφράν μόνον προστριβήν εζήτουν, ίνα ανάψωσι και εκραγώσι προς καταστροφήν των πέριξ αυτών αυθαδώς ισταμένων προς την κοινήν προσκύνησιν τερατωδών ειδώλων των κατά Συνθήκην Κοινωνικών Ψευδών.

Το αίτιον ενυπήρχεν εν αυταίς ταις καρδίαις των Κερκυραίων, αλλ’ επίκαιρος αφορμή προς έκρηξιν των ωρίμων ήδη αισθημάτων αυτών διά της ιδρύσεως του Σοσιαλιστικού Συλλόγου των υπήρξεν ο άνανδρος συκοφαντικός πόλεμος των αδελφών των Κεφαλλήνων υπό της πολιτευομένης εν Αργοστολίω κεφαλαιοκρατικής σπείρας ή συμμορίας. Ήτο ευτύχημα διά την Ιδέαν, ότι μεταξύ των συκοφαντηθέντων σοσιαλιστών ήτο και ο εύελπις δικηγόρος κ. Κωνσταντίνος Δεστούνης, χάριν του οποίου, απολαύοντος ιδιαιτέρας δικαιοδοσίας ως εκ του επαγγέλματός του, διεξήχθησαν αι ανακρίσεις εν Κερκύρα και προσδιωρίσθη η Δίκη εκεί, ναι, ευτύχημα μέγα διά την Ιδέαν, όσον δυστύχημα οικογενειακώς, διότι ούτως εξετυλίχθη εν Κερκύρα και εν τω Δικαστηρίω και εν ταις πλατείαις αυτής ως εν ορχήστρα ο χορός των νέων καταχθονίων συνωμοτών, ο χορός των χρηματιστικών σατραπών και των μονοπωλιακώς πολιτικών δεσποτών. Αλλ’ ο οργιώδης ούτος χορός, εξελιχθείς μετά πρωτοφανούς επιτυχίας υπό των συνθετών και εκτελεστών αυτού προ των ομμάτων του Κερκυραϊκού Λαού, ου μόνον συνετέλεσεν ως υπέρλαμπρον μέσον και ηθώωσε παμψηφεί τους συκοφαντηθέντας προς αίσχος και όνειδος της πλουτοκρατικής κατηγορίας και εξευτελιστικήν διαπόμπευσιν της γραφειοκρατικής αυτής υπηρετρίας, αλλά συνέτεινεν ως αφορμή πάντοτε προς εκπυρσοκρότησιν τόσων καρδιακών βομβών, αίτινες εκ του Σοσιαλιστικού Συλλόγου διά της γλώσσης και του τύπου αύριον ως αισθηματικαί βρονταί θα αντηχήσωσι μέχρι των μυχίων φύλλων όλων των εν Κερκύρα χειμαζομένων, πασχουσών και στεναζουσών εργατικών καρδιών. Και ούτως αναμιμνήσκομαι του προφήτου βοώντος προς Κοσμετάτον “Μωραίνει Κύριος άρχοντα, ον βούλεται απολέσαι” και του ετέρου “Λάκκον στάσεως ώρυξα τοις σοσιαλισταίς καγώ ενέπεσον εις βόθρον, ον απειργασάμην αυτοίς”. Βεβαίως διά τους συκοφαντηθέντας, λόγω των δαπανών, των προφυλακίσεων, των ασθενειών και των θανάτων των προσφιλεστάτων αυτών, η νίκη της Κερκύρας ήτο νίκη πολύμοχθος, πολυπαθής· αλλ’ όταν αποβλέψωμεν προς τον τηλαυγή στέφανον της Αθωότητος, όστις περιέβαλε και επέστεψε τας κεφαλάς αυτών διά των δώδεκα ενόρκων, των αποστόλων της Δικαιοκρισίας, όταν αποβλέψωμεν προς τα αποτελέσματα της καταδιώξεως εις τας καρδίας του Κερκυραϊκού λαού διά της ιδρύσεως του Σοσιαλιστικού Συλλόγου αυτού, όταν ατενίσωμεν την θεάν Συμπάθειαν των δύο αδελφών νήσων, της μεγαθύμου Κεφαλληνίας και της μεγαλονόου Κερκύρας, μειδιώσαν και παρακολουθούσαν τους συκοφαντηθέντας, τότε βεβαίως η νίκη είναι μεγάλη, πανηγυρική, θριαμβευτική.

Ο μέγας στρατηγός Πύρρος ο Ηπειρώτης απολέσας ποτέ εν τίνι μάχη τους καλλιτέρους φίλους του ανεφώνησεν εν τη αποζητήσει αυτών κατά το μέτρημα, “Μίαν έτι τοιαύτην νίκην εάν νικήσωμεν, απολώλαμεν”, αλλ’ οι κατηγο- ρηθέντες σοσιαλισταί, καίπερ απολέσαντες και χρήμα και ελευθερίαν προσωπικήν επί τρίμηνον και πλέον και υγείαν μητέρων και ζωήν τέκνων, προσφιλέστατα αγαθά, εν τούτοις δεν αναφωνούσιν ως ο Πύρρος μεμψίμοιροι το “μίαν έτι τοιαύτην νίκην εάν νικήσωμεν, απολώλαμεν”, αλλά βροντοφωνούσιν ως Ευαγγελικοί Στέντορες και χριστιανοί μάρτυρες “μίαν έτι τοιαύτην νίκην εάν νικήσωμεν, εθριαμβεύσαμε”, αφού μεθ’ όλας τας προρρηθείσας απωλείας ημών η Δικαιοσύνη ανεστηλώθη ως μεγαλοπρεπής κολοσσός, η Αθωότης έλαμψεν ως αδάμας αστραπηβόλος, η Αλήθεια εμεσουράνησεν ως ο μεσημβρινός ήλιος, αφού τέλος ανεπέτασε και ήνοιξε τας ανθρωπιστικάς του πύλας ως Άγιος πνευματικός και καρδιακός Ναός ο αρτιπαγής μεν και νεοσύστατος, αλλ’ εύελπις και ευοίωνος Σοσιαλιστικός Σύλλογος της Κερκύρας».

Ο «Φωστήρ» είχε εκδότη του τον Κεφαλονίτη κοινωνικό αγωνιστή Νίκο Μαζαράκη, που διατηρούσε σχέσεις με το Σοσιαλιστικό Κέντρο Κέρκυρας, Οργάνωση η οποία προϋπήρχε του Ομίλου. Την ίδια περίοδο, το 1911, στο Αργοστόλι είχε εκδηλωθεί λαϊκή εξεγερτική κίνηση, με επικεφαλής τον χριστιανοσοσιαλιστή διάκονο Ιωάννη Κονιδάρη.

Η δημιουργία του Σοσιαλιστικού Ομίλου στην Κέρκυρα είχε εμπνεύσει λαϊκό στιχουργό της Κεφαλονιάς. Έτσι, στο ίδιο φύλλο η εφημερίδα «Φωστήρ» είχε δημοσιεύσει το παρακάτω ανώνυμο ποίημα:

«Στην Κέρκυρά μας
την κυρά μας
Σε γνωρίζω από την Φύσιν
που σου ’δωσε στολισμόν,
σε γνωρίζω από την κλίσιν
προς τον Σοσιαλισμόν.
Από βάσανα βγαλμένον
πείνας, γύμνιας φοβερά
και σε λίγο ανδρειωμένον,
χαίρε Κέρκυρα κυρά.
Στις καρδιές σου κατοικούσε
πικραμένος, ντροπαλός
κι ένα στόμα καρτερούσε
να του πη “έβγα, εμπρός”.
Άργιε νάλθη εκείν’ η ώρα
κι ήσαν όλοι σιωπηλοί,
γιατι τσώσκιαζε η μπόρα
των προλήψεων πολύ.
Δυστυχή παρηγορία!
Μόνη σ’ ώμενε να λες
“Σοσιαλισμ’ έβγ’ ανδρεία”
και μη βγαίνοντας να κλαις.
Κι ακαρτέρει, κι ακαρτέρει
ολοφάνερη ’βγαρσιά
ένα εκτύπα τ’ άλλο χέρι
από την απελπισιά!
Τέλος μέσ’ στην πρώτη μέρα
του μηνός του Θεριστή
Σοσιαλισμού αγέρα
είδαμε να σκορπιστή
στων Φαιάκων το νησάκι,
στ’ Αλκινόου τη γενιά
κι έτσι πάει κορδονάκι
μ’ αδελφή Κεφαλονιά»

* Παρουσίαση, με οριακές τροποποιήσεις/παρεμβάσεις σε κείμενα, υλικών του βιβλίου «Σοσιαλιστικός Όμιλος Κέρκυρας» των Εκδόσεων «Αλκίνοος» του Χρήστου Κορφιάτη που κυκλοφόρησε στην Κέρκυρα το 2011 με κείμενα συνεργασίας των Γιώργου Ζούμπου, Κώστα Θύμη και Αλέκου Πρίφτη και επικουρικό κείμενο του Φίλιππου Φιλίππου, με επιμέλεια του Αλέκου Πρίφτη.

* Η εισαγωγική φωτογραφία είναι από τον εορτασμό της Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Κέρκυρα το 1920.

ΚΩΣΤΑΣ ΘΥΜΗΣ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΟΥΜΠΟΣ
ΑΛΕΚΟΣ ΠΡΙΦΤΗΣ

2

Please publish modules in offcanvas position.