Τρίτη, 26 Νοεμβρίου 2019 21:04

Βαρότσης Νίκος

Resizedbar n8 002

Ο Νίκος Βαρότσης (1881-1977), πρωτεργάτης του Σοσιαλιστικού Ομίλου Κέρκυρας, ήταν ένας θρύλος για το κομμουνιστικό και το ευρύτερο αριστερό κίνημα στην Κέρκυρα. Αυτός παρακίνησε τον Ντίνο Θεοτόκη να στρατευτεί στην ίδρυση του Ομίλου. Έμεινε πιστός ως τα τέλη της ζωής του στα κομμουνιστικά ιδανικά, τα οποία ενστερνίστηκε στα νιάτα του.

Σύμφωνα με σημείωμα του Περικλή Παγκράτη στο περιοδικό «Πόρφυρας», ήταν ο Νίκος Βαρότσης - ο αγνός ιδεολόγος, που την ιδεολογική του συνέπεια θα πληρώσει με  αλλεπάλληλες διώξεις και εκτοπίσεις - αυτός που θα ενθαρρύνει περί το 1910 τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη να συμμετάσχει ενεργά στον Σοσιαλιστικό Όμιλο και στον  Αλληλοβοηθητικό Εργατικό Σύνδεσμο, όταν ο συγγραφέας θα επιστρέψει από το Μόναχο στην Κέρκυρα, συνειδητοποιημένος πλέον σοσιαλιστής.

 Ο Π. Παγκράτης το 1998 έφερε στο φως μιαν ανέκδοτη, άγνωστη ως τότε επιστολή του ποιητή Λορέντζου Μαβίλη, σταλμένη από την Κέρκυρα στις 9 Δεκεμβρίου 1905 προς τον τότε φοιτητή της Ιταλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια Ν. Βαρότση, ενδεικτική των ευρύτερων ενδιαφερόντων του τελευταίου. Ο Βαρότσης είχε ζητήσει να πληροφορηθεί από τον Μαβίλη «ποιος έπειτα από τον Πολυλά έγραψε για το Σολωμό», γιατί, όπως εξήγησε πολλά χρόνια μετά, του είχε ανατεθεί από καθηγητή του η πραγματοποίηση ομιλίας για «τους δυο συμπατριώτες Φόσκολο και Σολωμό».

 bar n2

Φύλλο της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας» του 1912

 

Η ομιλία πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο της Φιλοσοφικής Σχολής του ιταλικού πανεπιστημίου μέσα στο ακαδημαϊκό έτος 1905-1906 και προκάλεσε τον ενθουσιασμό του ακροατηρίου, όταν ο ομιλητής διάβασε αποσπάσματα από το πρωτότυπο των «Τάφων» του Φόσκολου, παράλληλα με τα αντίστοιχα αποσπάσματα της ελληνικής μετάφρασης του Ιωάννη Καλοσγούρου, τονίζοντας ιδίως την ομοιότητα των ήχων στις δυο γλώσσες.

 

bar n9

 Επιστολή της «Κομμουνιστικής Επιθεώρησης» για αρθρογραφία το 1924

 

Ο Π. Παγκράτης προσθέτει ότι ο Μαβίλης ζητούσε κατά καιρούς επίμονα από τον Βαρότση «ν' αφήσει τον Θεοτόκη ν' ασχοληθεί με το λογοτεχνικό του έργο».

Εξάλλου, το 1910 στην Κέρκυρα ο Νίκος Βαρότσης είχε ανακηρυχθεί επίτιμος πρόεδρος του φιλολογικού συλλόγου «Ελλάς», επιδιώξεις του οποίου ήταν «η καλλιέργεια της νεοελληνικής φιλολογίας» και «η αφύπνισις της νεολαίας».

Σύμφωνα με τον Άγι Στίνα, ο Νίκος Βαρότσης, «καθηγητής της ιταλικής και γαλλικής, που τον είχαν διώξει από τα δημόσια» σχολεία, ήταν «ο πιο δραστήριος από όλους τους σοσιαλιστές της Κέρκυρας και από τους ελάχιστους τότε στην Ελλάδα με μαρξιστική κατάρτιση (...) Στα νιάτα του ήταν συνδεδεμένος με το ιταλικό σοσιαλιστικό κίνημα και ανήκε στην αντικοινοβουλευτική τάση του Μπορντίγκα. Έμεινε στο Κόμμα για χρόνια, πότε ενεργός και πότε σε αδράνεια». Ήταν «ο υποκινητής και πρωτεργάτης πολλών απεργιών και κινητοποιήσεων».

 

bar n4

Εδώ (δεξιά) εκτοπισμένος από τους Ιταλούς στους Παξούς το 1941

 

Είχε πρωταγωνιστήσει το 1911 στον Σοσιαλιστικό Όμιλο του νησιού, που τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε την εφημερίδα «Σοσιαλιστική Δημοκρατία», ενώ  το 1918 ήταν μέλος της ηγεσίας της σοσιαλιστικής οργάνωσης της Κέρκυρας και είχε υπογράψει την εξουσιοδότηση για τη συμμετοχή αντιπροσώπου της στο ιδρυτικό συνέδριο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΕΚΕ).  

Το 1924 ο μετέπειτα γραμματέας του ΚΚΕ Π. Πουλιόπουλος, ο οποίος είχε αναλάβει την επιμέλεια του θεωρητικού περιοδικού του κόμματος «Κομμουνιστική Επιθεώρηση», με επιστολή του στον Ν. Βαρότση, στην Κέρκυρα, ζήτησε τη συνεργασία του: «Αισθάνθηκα την ανάγκη», ανέφερε η επιστολή (5 Απριλίου 1924), «ν’ απευθυνθώ σε όλους τους συντρόφους που διαθέτουν μια μαρξιστική μόρφωση και πείρα (...) Ένας από τους λίγους τέτοιους συντρόφους που διαθέτει σήμερα η δύναμη του Κόμματος είσθε και σεις (...)». Όπως σημείωνε, σχετική σύσταση είχε κάνει ο Γιάννης Κορδάτος.

Μετά τον θάνατο του Νίκου Βαρότση, το 1977, αθηναϊκές και κερκυραϊκές εφημερίδες αφιέρωσαν στήλες τους σ' αυτόν, επισημαίνοντας - όχι πάντα με ακρίβεια όσον αφορά τις χρονολογίες και τα γεγονότα - τους επίμονους αγώνες του, αλλά και τη συνέπειά του και τις αρετές του.

 

bar n6

Εδώ (καθιστός) με στελέχη της ΕΔΑ τα μέσα της δεκαετίας του 1960 στην Κέρκυρα

 

Συμπορεύτηκε για περίπου έναν αιώνα με το ελληνικό λαϊκό προοδευτικό κίνημα, επισήμανε ο «Ριζοσπάστης» τις 31 Δεκεμβρίου 1977 για τον παλαίμαχο κομμουνιστή, που πέθανε στο νησί στις 29 Δεκεμβρίου 1977, σε ηλικία 96 χρόνων. Στην κηδεία του, σημείωσε, παραβρέθηκαν παλαιοί σύντροφοι, συναγωνιστές, καθώς και πολλοί Κερκυραίοι δημοκράτες που έτρεφαν αγάπη και εκτίμηση στον συνεπή αγωνιστή. Ο Νίκος Βαρότσης (1881-1977), προσέθετε το δημοσίευμα, ως φοιτητής στην Ιταλία πήρε δραστήρια μέρος στους αγώνες των εργαζομένων στη Γένοβα.

Η ιταλική αστυνομία τον καταδίωξε και τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Κέρκυρα, όπου και ίδρυσε τον πρώτο σοσιαλιστικό πυρήνα. Αγωνίστηκε αδιάκοπα μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ. Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και αργότερα έγινε επίτιμος πρόεδρος της ΕΔΑ στην Κέρκυρα.

 

bar n7 varotsiscrop

 

Εδώ (με το καπέλο του) σε περιοδεία της ΕΔΑ στην πόλη του νησιού, έχοντας δεξιά του τον Ηλία Ηλιού και αριστερά του τον βουλευτή Γεράσιμο Πρίφτη

 

Το δημοσιογραφικό όργανο του ΚΚΕ σημείωνε, επίσης, ότι ο Ν. Βαρότσης στα χρόνια της ΕΡΕ είχε καταδικαστεί σε τετράμηνη φυλάκιση και ότι αργότερα, επί χούντας, είχε συλληφθεί ξανά και είχε παραπεμφθεί σε δίκη στα Γιάννενα, ως «επικίνδυνος», αν και υπέργηρος. Για τη δράση του μίλησε στην κηδεία του το μέλος της Νομαρχιακής Επιτροπής Κέρκυρας του ΚΚΕ Στέφανος Ριζικάρης.

Στήλες αφιέρωσε στον «παλαίμαχο αγωνιστή της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού» και η εφημερίδα «Αυγή» (31 Δεκεμβρίου 1977), επισημαίνοντας ότι ο Νίκος Βαρότσης, όταν ήταν φοιτητής στην Ιταλία, οργανώθηκε στο ιταλικό σοσιαλιστικό κόμμα, πράγμα για το οποίο καταδιώχθηκε από τις ιταλικές αρχές. Μετά την αποφοίτησή του δίδαξε σε ιδιωτικά σχολεία στην Κέρκυρα. Αγωνίστηκε τότε για το δίκαιο των αγροτών και πρωτοστάτησε σε μεγάλη παναγροτική απεργία.

Στις εκλογές του 1920 πολιτεύτηκε ως υποψήφιος του ΣΕΚΕ. Επί δικτατορίας Μεταξά ήταν υπό παρακολούθηση και επί Κατοχής ήταν στέλεχος του ΕΑΜ. Το 1942 εξορίστηκε από τους Ιταλούς φασίστες στο νησί των Παξών. Το 1967 συνελήφθη από τη χούντα. Το στρατοδικείο Ιωαννίνων τον τιμώρησε σε 8 μήνες φυλάκιση, εξαγοράσιμη, λόγω ηλικίας, αντί 32.000 δρχ., για δημοσίευμα της τοπικής εφημερίδας της ΕΔΑ, της οποίας ήταν διευθυντής, μετά από μήνυση του διοικητή των ΤΕΑ Κέρκυρας.

 

bar n5

Με τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Γρηγόρη Μπηθικώτση μετά από συναυλία της ΕΔΑ στην Κέρκυρα το 1965

 

«Η δημοκρατική Κέρκυρα ξεπροβόδισε χτες τ' απόγευμα τον αιωνόβιο Καθηγητή Νίκο Βαρότση», σημείωνε η κερκυραϊκή εφημερίδα «Σημερινή» τις 31 Δεκεμβρίου 1977. Κατάμεστος, συνέχιζε, ήταν ο μητροπολιτικός ναός, στον οποίο τελέστηκε η νεκρώσιμη ακολουθία, «από συμπολίτες που ήλθαν για ν' απευθύνουν τον τελευταίο χαιρετισμό στον σθεναρό αγωνιστή των λαϊκών δικαίων». Στα εβδομήντα σχεδόν χρόνια της ανάμειξής του στα πολιτικά πράγματα της Κέρκυρας και της Ελλάδας, υπογράμμιζε η εφημερίδα, «ποτέ δεν κάμφθηκε,παρά τις συνεχείς διώξεις από Έλληνες υπηρέτες του Καπιταλισμού και από φασίστες κατακτητές».

Ήταν βροντερά τα χειροκροτήματα για τον «μπάρμπα Νίκο», που «έζησε αρκετά ώστε να δη νομιμοποιημένη την παράταξη για την οποία θυσίασε την επαγγελματική του σταδιοδρομία, τις ανέσεις της ζωής του, την προσωπική ελευθερία του, αγωνιζόμενος διαρκώς τον ωραίο αγώνα για τη δικαίωση του ιδρώτα των ανθρώπων της σκληρής βιοπάλης». Κατά την εκφορά της σορού, «τον Γίγαντα της νεώτερης πολιτικής ιστορίας της Κέρκυρας, που τον σέβονταν ακόμα και οι εχθροί του λαού, κράτησαν στους ώμους τους μέλη των Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας».

«Πλήρης ημερών ετελείωσε την ζωήν του ο παλαίμαχος αγωνιστής εις τον πολιτικόν στίβον και Καθηγητής της Ιταλικής γλώσσης, Νίκος Βαρότσης», σημείωνε η εφημερίδα «Τηλέγραφος» τις 5 Ιανουαρίου 1978, προσθέτοντας: «Γενεαί Κερκυραίων εδιδάχθησαν από αυτόν την γλώσσαν του Ντάντε και πολλά ο κόσμος της βιοπάλης οφείλει στους κοινωνικούς αγώνες του. Έντιμος και συνεπής στην ιδεολογία του, αφοσιωμένος σύζυγος και φιλόστοργος πατέρας, ο εκλιπών, είχε κατακτήσει κατά τα μακρά έτη της ζωής του την εκτίμησιν και συμπάθειαν της κερκυραϊκής κοινωνίας. Η οποία σύσσωμος, εις ένδειξιν αναγνωρίσεως των πολλαπλών αρετών του, τον συνώδευσε έως την τελευταίαν του κατοικίαν».

Ένας αιώνας ελαφρά κολοβωμένος ήταν το γήινο βάρος που σήκωνε ο συμπαθέστατος σε όλους «μπάρμπα - Νίκος», έγραφε λίγες ημέρες μετά ο Γεράσιμος Χυτήρης στα «Κερκυραϊκά Νέα» (9 Ιαν. 1978). Μειλίχιος χαρακτήρας, με τη φινέτσα του παλιού Κορφιάτη και με τη διάλεκτο του παλιού Κορφιάτη (εκείνα τα αυθόρμητα «μάτια μου», «ψυχή μου»), ένα ουδετεροποιημένο αστό θα τον νόμιζε ο ξένος που θα τον πλησίαζε. Κάτου, ωστόσο, από την πραότητα έκρυβε πεισματικά την εμμονή του αγωνιστή, των ιδεών του.

Στα 1953, συνέχιζε ο Γερ. Χυτήρης, η Εταιρία Κερκυραϊκών Σπουδών οργάνωσε γιορτές για τον Κερκυραίο λογοτέχνη Κ. Θεοτόκη, με την ευκαιρία των αποκαλυπτηρίων της προτομής του. Στον κύκλο των εκδηλώσεων αυτών ο Γερ. Χυτήρης έδωσε μια διάλεξη. Στο ακροατήριο κι ο «μπάρμπα - Νίκος». Απόμεινε με τους τελευταίους, για να του δώσει το χέρι του και να συμφωνήσει σε κάποιες παρατηρήσεις του. Πάνω στην κουβέντα τού διηγήθηκε το ξεκίνημα της σοσιαλιστικής κίνησης στην Κέρκυρα, πριν από τους Βαλκανικούς πολέμους. Ο Γερ. Χυτήρης κατέγραψε, σαν χώρισαν, αυτή την αφήγησή του, όσο πιο πιστά ήταν δυνατό:

«Μια μέρα - αφηγήθηκε ο Ν. Βαρότσης - μ' ευρήκε στο δρόμο ο δικηγόρος Γιώργης Καίσαρης, αδελφός του καθηγητή. Με προσκάλεσε σε μια συγκέντρωση εργατών, που θα γινόταν σε λίγες μέρες, σε μια σάλα, όπου κατά προτίμηση, δίνονταν χοροί από την ισραηλιτική κοινότητα, στο καντούνι των Αγίων Πάντων. Πήγα και βρήκα τη σάλα γεμάτη. Ανέβηκε ο Καίσαρης στο πατάρι των μουσικών κι άρχισε να μιλεί. Τότες ήταν ο Βενιζέλος στα πράμματα, ύστερα από το Γουδί. Υποστήριζε και συνιστούσε πως χρειάζεται η εργατική τάξη ν' αποχτήσει συλλόγους (...), επιδίωκε να τραβήξει τους εργάτες με το μέρος του. Αυτή την πρόθεση προσπαθούσε να εξυπηρετήσει κι ο Καίσαρης. Οι εργάτες, όμως, που είχαν αποθαρρυνθεί από τα πολιτικά κόμματα της εποχής,διαμαρτυρήθηκαν για όσα υποστήριζε ο ομιλητής και τον εξανάγκασαν να διακόψει το λόγο του.

Μερικοί τους στράφηκαν σ' εμένα και με παρακάλεσαν να μιλήσω. Τους αποκρίθηκα πως δεν μπορούσα, γιατί είχα προσκληθεί από τον Καίσαρη. Συνέστησα, όμως, στον Γεράσιμο Σπαταλά, τον ποιητή, που καθόταν δίπλα μου, να μιλήσει αυτός. Ο Σπαταλάς δέχτηκε, ανέβηκε στο πατάρι κι άρχισε να μιλεί εξτρεμιστικά. Αυτό δυσαρέστησε τους εργάτες και τον κατέβασαν κι αυτόν. Πάλι με παρακάλεσαν και πάλι αρνήθηκα, ώσπου ο Καίσαρης με παρεκίνησε. Ανέβηκα κι εγώ στο πατάρι και μίλησα στους εργάτες με μετριοπάθεια, για μια μελλοντική σοσιαλιστική κατάσταση. Κατέληξα στη διαπίστωση πως χρειαζόταν ένας αρχηγός για την κίνηση αυτή και πρότεινα τον λόγιο Ντίνο Θεοτόκη. Όταν οι εργάτες ακούσανε "Θεοτόκης", νομίσανε πως πρόκειται για άτομο της οικογένειας του πολιτικού Γ. Θεοτόκη και με αποδοκιμάσανε με δυνατές φωνές. Τους εξήγησα πως πρόκειται γι' άλλο πρόσωπο, αντίθετο στην πολιτική του Τζώρτζη Θεοτόκη.

Τελικά συμφωνήσανε και υπογράψαμε όλοι μια πρόσκληση του Ντίνου, με 300 περίπου υπογραφές. Ο Θεοτόκης δέχτηκε και σε μια συνέλευση - δεν θυμάμαι αν ήταν η πρώτη - έφερε μαζί του και τον Κ. Χατζόπουλο, τον ποιητή και πεζογράφο, που, επιστρέφοντας από το Μόναχο στην Αθήνα, βρισκότανε περαστικός στην Κέρκυρα. Από τις πρώτες συγκεντρώσεις πήρανε μέρος και οι αδελφοί Σπύρος και Νίκος Λευτεριώτης, ειδοποιημένοι από μένα. Γίνηκε πολύ γρήγορα μια σημαντική κίνηση, με οργάνωση πολλών εργατών, τόσο που ν' ανησυχήσει τον Τζώρτζη Θεοτόκη. Βάλθηκε και πέτυχε να μας διαλύσει».

 

bar n10

Κλήση την 21η Απριλίου 1967 στο Παλαιό Φρούριο της πόλης

 

Στην ίδια εφημερίδα, την ίδια ημέρα, σε άλλο σχόλιο ανώνυμος σχολιογράφος σημείωνε ότι ένας αιώνας ζωής δεν είναι μικρό βάρος. Κι όμως, αυτό το βάρος ο πτυχιούχος φιλολογίας του πανεπιστημίου της Γένοβας της Ιταλίας,Νίκος Βαρότσης, το κράτησε ανάλαφρα, γιατί δεν του έλειψε ποτέ η αισιοδοξία. Κι αυτή την αισιοδοξία την τροφοδοτούσε ο αθεράπευτος ρομαντισμός του. «Φοιτητής στην Ιταλία στις αρχές του αιώνα μας», συνέχιζε το σχόλιο, «δεν ποτίστηκε μονάχα από σοσιαλιστικές ιδέες, στις οποίες έμεινε πιστός ως το τέλος της ζωής του. Ποτίστηκε κι από ποίηση. Κι αυτή στάθηκε η πιο πιστή του σύντροφος. Θυμάμαι ένα κείμενό του στην "Κερκυραϊκή Ανθολογία" του 1925, αφιερωμένο στην πρώτη ποιητική συλλογή του Σπύρου Νικοκάβουρα. Δεν έκανε κριτική.

Έγραφε ο ίδιος ποίηση. Και θυμάμαι ακόμα στους Παξούς, όταν βρεθήκαμε συνεξόριστοι, στα χρόνια της ιταλικής κατοχής, να μας απαγγέλει, μ' εκείνο τον τραγουδιστό ρυθμό του παληού καιρού, αποσπάσματα από τον Δάντη, στίχους του Καρντούτσι και του Πετράρχη, μπαλλάντες, που τραγουδούσαν τον έρωτα. Ήταν χάρμα να τον ακούς. Αγαπούσε βαθειά τη ζωή και τη χαιρόταν αγκαλιάζοντας τους ανθρώπους με αγάπη και καλωσύνη. Κι αυτή τη ρομαντική του διάθεση, τη φυγή του προς τους κόσμους της ποίησης, την έκαμε βίωμα. Μπορεί στα παληά χρόνια (1924, 1926) να ήταν υποψήφιος του ΚΚΕ, μπορεί αργότερα να χρημάτισε πρόεδρος της τοπικής ΕΔΑ, μπορεί να διώχτηκε για τις ιδέες του, όμως πάντα έμεινε έφηβος. Ένας έφηβος που αγαπούσε τη ζωή, την ποίηση και τον έρωτα. Έτσι, όπως έφτιαχνε τους ανθρώπους ο 19ος αιώνας, πριν ο εικοστός αρχίσει να βυθίζει τον άνθρωπο σε τραγικές διαψεύσεις».

Με το σβήσιμο του 1977 «έσβησε και η ζωή ενός από τους πλέον ζωντανούς, ευγενικούς και αγνούς Κερκυραίους αγωνιστές της Ισότητας και της Δημοκρατίας. Ο Νίκος Βαρότσης δεν ζει πλέον! Ο καινούριος χρόνος τον βρίσκει κάτω από το νιοσκαμένο τάφο στο Α' Νεκροταφείο της Κέρκυρας», έγραφε τις 10 Ιανουαρίου 1978 η εφημερίδα «Κέρκυρα». Προσέθετε το δημοσίευμα αυτό: «Κόντευε να συμπληρώση ενός αιώνα ζωή, κι όμως δεν ήτανε γέρος! Μέχρι τα τελευταία του χρόνια κύτταζε με αισιοδοξία το μέλλον. Εάν τον άφηναν οι δικοί του και οι φίλοι του ήταν έτοιμος να τραβήξη μπροστά για καινούριους αγώνες, για καινούριες λαϊκές κατακτήσεις. Τόλεγε ακόμα η καθαρή και γενναία καρδιά του! Καμάρωνε και αγαπούσε τους νέους, γιατί πίστευε στη νέα γενιά. Όταν βρισκόντανε ανάμεσά τους, ξαναγινότανε και αυτός νέος. Τα όνειρά τους ήτανε και δικά του όνειρα. Μεγάλη του χαρά ήτανε νάχει κοντά του νέους ανθρώπους.

Τους αγκάλιαζε μ'αγάπη και καλωσύνη. Τους μίλαγε για τις παλιές καλές εποχές της Κέρκυρας, για τους πρώτους αγώνες των σοσιαλιστών και της εργατικής τάξης, για τους ξεχωριστούς πνευματικούς ανθρώπους που αποτελούσαν την Συντροφιά των Εννιά, για τον Νίκο  Λευτεριώτη, για τη γεμάτη δράση Βιβλιοθήκη που με επί κεφαλής τον Κώστα Σολδάτο, είχε γίνει το μοναδικό πνευματικό και καλλιτεχνικό κέντρο της προπολεμικής Κέρκυρας. Τους μιλούσε ακόμα για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που είχανε πάνω στη σημερινή κοινωνία. Τους συμβούλευε, τους καθοδηγούσε. Τους έδινε ελπίδες… Η νέα γενιά πολλά χρωστάει στον Νίκο Βαρότση. Πρόσφερε πολλά στον τόπο. Κάποιοι πρέπει να σκύψουν με στοργή στο έργο του και να το φέρουν στο φως. Ο Ν. Βαρότσης έφυγε από τη ζωή με το κεφάλι ψηλά και την καρδιά ολοκάθαρη. Η κοινωνία της Κέρκυρας, με επί κεφαλής τον Δήμαρχο και τους βουλευτές, τον συνόδεψε μέχρι τη στερνή του κατοικία».

 

bar n12

 Προεκλογική συγκέντρωση του 1974 στην Κέρκυρα

 

Η Κέρκυρα στις 29 Δεκεμβρίου 1977 έκλαψε τον χωρισμό της από τον Νίκο Βαρότση, έγραψε ο Γιάννης Γαρδικιώτης στην εφημερίδα «Κερκυραϊκό Βήμα» τις 11 Ιανουαρίου 1978. «Ο Νίκος Βαρότσης», ανέφερε το δημοσίευμα, «από φοιτητής της φιλολογίας στη Ρώμη και την Φλωρεντία οργανώθηκε στο σοσιαλιστικό κόμμα και έδειξε έντονη δράση, πράγμα που είχε σαν συνέπεια να διωχθεί από τις ιταλικές αρχές. Τότε τον φυγάδευσε η οργάνωση των σιδηροδρομικών της Ιταλίας.

Στην Κέρκυρα δίδαξε σε ιδιωτικά σχολεία. Το 1911 μετέχει στο Σοσιαλιστικό όμιλο με τους Ντίνο Θεοτόκη, Αρισ. Σίδερη, Σπύρο Παξινό, Γιάννη Σπυρόπουλο, Αντώνιο Μουσούρη, Γκισδάκη, Κεφαλονίτη, Σιμωνέτη κ.ά. Αγωνίστηκε για το δίκιο των αγροτών και πρωτοστάτησε στους αγώνες τους (...) Το 1920 πολιτεύτηκε σαν υποψήφιος του ΣΕΚΕ. Με τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936 βρίσκεται υπό παρακολούθηση. Στην περίοδο της κατοχής οργανώθηκε στο ΕΑΜ και το 1942 εξορίστηκε από τους Ιταλούς φασίστες στους Παξούς. Από το 1956 εκλέχτηκε συνεχώς τοπικός Γραμματέας της ΕΔΑ. Το 1967 συλλαμβάνεται από τη χουντοκρατία και στη συνέχεια παραπέμφθηκε στο Στρατοδικείο Ιωαννίνων και τιμωρήθηκε σε 8 μήνες φυλάκιση για δημοσίευμα της εφημερίδας "Λαϊκή Φωνή". Μετά την πτώση της χούντας, παρά την ηλικία του, έδωσε το παρών υπέρ της Αριστεράς και απηύθυνε χαιρετισμό στην προεκλογική συγκέντρωση της Ενωμένης Αριστεράς στην πλατεία Δημαρχείου».

«Δασκάλεψε γενεές παιδιών που πάντα τον σεβόταν γιατί η διδασκαλία του ήταν μια ατέλειωτη χαρά», έγραψε η «Αλήθεια»  τις 10 Φεβρουαρίου 1978. «Όταν δικάστηκε για εξύβριση της κυβέρνησης Στεφανόπουλου είμαστε μάρτυρες υπερασπίσεώς του στο Δικαστήριο. Και σε ερώτηση του εισαγγελέα αν ήταν κομμουνιστής αποκριθήκαμε και το πιστεύαμε πως μακάρι να είχαν όλοι οι κομμουνιστές το ήθος και την καλωσύνη του».

«Ο χρόνος που έφυγε πήρε μαζί του και το γέρο πλάτανο του κορφιάτικου Σοσιαλισμού», σημείωσε εξάλλου η «Χαραυγή» τις 31 Φεβρουαρίου 1978, προσθέτοντας: «Ενός Σοσιαλισμού που γαλούχησε τον Ντίνο Θεοτόκη, τον Τέλη Σίδερη, το Νίκο Λευτεριώτη, την Ειρήνη Δενδρινού, που τον ενέπνεαν τα ιδανικά της κοινωνικής λευτεριάς και δικαιοσύνης, ο σεβασμός για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η βαθύτατη προσήλωση και πίστη στις ουμανιστικές αξίες, που συνθέτουν την μαρξιστική κοσμοθεωρία. Τελευταίος βαρδιάνος του ζωντανού πνεύματος της εφτανησιώτικης άνοιξης, που γαλούχησε τη νεοελληνική πνευματική αναγέννηση και πιστός στο ουσιαστικό της νόημα, στάθηκε πάντα δίπλα στο λαό. Και εξορισμένος από τους ξένους καταχτητές και καταδιωγμένος από τον μεταπελευθερωτικό σκοταδισμό, στάθηκε πάντα αλύγιστα προσηλωμένος στις αρχές του. Δεν είταν ο ηγέτης, που, σε κάποια καίρια στιγμή, άρπαξε το λαϊκό παλμό κ' έγινε σύμβολο. Με τη συνέπεια μιας ολόκληρης ζωής, με την καλωσύνη, με την αγάπη, μπήκε σε όλες τις κορφιάτικες καρδιές. Κ' έγινε ο μπάρμπα Νίκος. Κ' έτσι θα μείνει πάντα στις καρδιές μας».

 

bar n8

 

 Ανυπόγραφο σημείωμα, που βρίσκεται στην κατοχή της οικογένειάς του, σημειώνει, μεταξύ άλλων, για τον Νίκο Βαρότση:

«Γεννήθηκε στην Κέρκυρα από πατέρα δικηγόρο και μεγάλωσε στους Καρουσάδες, όπου εργαζόταν ο πατέρας του. Όταν νέος πήγε στην Ιταλία να σπουδάσει, συνδέθηκε με σοσιαλιστικούς κύκλους και παράλληλα ασχολήθηκε με τη φιλολογία. Από την Ιταλία είχε αλληλογραφία με το Ντίνο Θεοτόκη, το Μαβίλη και άλλους. Συνδέθηκε ακόμα με τον Ιταλό συγγραφέα Τζιοβάνι Παπίνι, με τον οποίο διατηρούσε αλληλογραφία. Σταμάτησε να αλληλογραφεί μαζί του όταν ο Παπίνι συνθηκολόγησε με τον Καθολικισμό και έγραψε το έργο "Ο Ιησούς Χριστός".

Γυρνώντας στην Κέρκυρα, μαζί με τους σοσιαλιστές διανοούμενους Θεοτόκη, Λευτεριώτη, Σίδερι κ.λπ. ιδρύει το Σοσιαλιστικό Όμιλο, όπου σε μια εποχήολότελα αντιδραστική, με την οικογένεια (σσ. Γεωργίου) Θεοτόκη πράγματι κυρίαρχη στο νησί, χρειαζόταν μεγάλο θάρρος και πίστη για να κηρύξει τις νέες ιδέες. Το θάρρος όμως δεν έλειπε από τον πρωτοπόρο σοσιαλιστή και έφτασαν στο σημείο να του κάνουν δολοφονική απόπειρα κοντά στο Τέννις, γύρω στα 1920. Το 1923 κατέβηκε υποψήφιος του ΚΚΕ που εμφανιζόταν για πρώτη φορά στο νησί. Βέβαια απέτυχε.

Το 1941, με τον ερχομό των Ιταλών, συνελήφθη το Πρωτοκύριακο και στάλθηκε εξορία στους Παξούς, όπου έμεινε μέχρι το 1943. Αργότερα έλαβε μέρος στους δημοκρατικούς αγώνες του λαού και έγινε πρωτοπόρος της ΕΔΑ. Ήταν ο μόνος από τους παλιούς σοσιαλιστές που έμεινε πιστός στα ιδανικά του, μέχρι πουπέθανε. Στα 1964 έλαβε μέρος στο συνδυασμό της ΕΔΑ σαν υποψήφιος βουλευτής. Η χούντα δεν τον ξέχασε, τον συνέλαβε αν και ήταν 86 χρονών. Η τελευταία εμφάνιση του Νίκου Βαρότση (του Μπάρμπα Νίκου όπως τον ήξεραν οι Κερκυραίοι) ήταν στις εκλογές του 1974, όπου χαιρέτησε τους υποψήφιους της Ενωμένης Αριστεράς».

Την 21η Απριλίου 1967, αμέσως μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος, ο Νίκος Βαρότσης είχε κληθεί εγγράφως από το Τμήμα Γενικής Ασφάλειας, αν και ήταν 86 ετών, να παρουσιαστεί εντός της ημέρας στο Παλαιό Φρούριο της πόλης, φέροντας μαζί του «τροφή τριών ημερών», είδη εστίασης («αγγείον φαγητού, κουτάλι, πηρούνι, κύπελλο, παγούρι κ.τ.λ.»), ρούχα και εσώρουχα και δύο κουβέρτες.

Η μνήμη του μένει αθάνατη σε ολόκληρη την Κέρκυρα.

1

Τελευταία τροποποίηση στις Κυριακή, 15 Δεκεμβρίου 2019 18:22

Please publish modules in offcanvas position.