Ο Κωνσταντίνος (Ντίνος) Θεοτόκης, πρωτοπόρος επαναστάτης σοσιαλιστής λογοτέχνης, συνέβαλε σημαντικά, επί σειρά ετών, στην ωρίμανση και την ισχυροποίηση του εργατικού και του σοσιαλιστικού κινήματος της Κέρκυρας τις αρχές του προηγούμενου αιώνα.
Έγραψε σε σονέτο του το 1917:
«Σηκώθη τ' άγιο δίκιο της να λάβει
Όλη η αργατιά με φρόνημα γενναίο
Ισονομίας κηρύχνει νόμο νέο…».
Ποιας κοσμοθεωρίας λογοτέχνης μπορούσε να γράψει αυτούς τους υπέροχους στίχους και ολόκληρο το άτιτλο σονέτο του-ύμνο στους αγώνες της ελληνικής και παγκόσμιας εργατικής τάξης, ενώ ξέσπαγε και επικρατούσε η μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση, το 1917;
Απλώς δημοκράτης; Ή έστω έντονα προοδευτικός;
Μήπως γενικά και αόριστα ευαίσθητος στα νέα μηνύματα και αριστερός σοσιαλδημοκράτης;
Δεν υμνεί γενικά και αόριστα τον λαό, το επαναστατικό ξύπνημα, τη Λευτεριά, το ξεπέρασμα της καθυστέρησης. Συλλαμβάνει αμέσως το νόημα και επικεντρώνεται σε αυτό. Επιλέγει. Αναδεικνύει και χωρίς να χάσει καιρό όλος χαρά υμνεί την ουσία της κοινωνίας που ανατέλλει: τη νίκη της εργατικής τάξης και τον δικό της νόμο, τη «γέννηση της νέας λευτεριάς», την ανατολή του επιστημονικού σοσιαλισμού στον αιώνα του.
Αυτό, ενώ άλλοι προοδευτικοί ομότεχνοί του στέκονται σε πιο γενικές έννοιες ή στον ξεσηκωμό γενικά του λαού και της Επανάστασης στη Ρωσία και ο ίδιος δεν έχει απαλλαγεί από ψευδαισθήσεις ότι η πολιτική ορισμένων αστικών δυνάμεων ενδέχεται να είναι χρήσιμη για τον λαό ώσπου οι εργαζόμενοι να θελήσουν και να μπορέσουν να στοιχηθούν στο επαναστατικό κίνημα, καθώς έβλεπε τις τεράστιες δυσκολίες του εργατικού – επαναστατικού κινήματος στην Κέρκυρά μας και γενικότερα στη χώρα μας.
Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης, που γεννήθηκε τις 13 Μάη 1872 στην Κέρκυρα από αρχοντική οικογένεια σε σπίτι της στην πόλη του νησιού ή στον πύργο της στο χωριό Καρουσάδες, ήταν, όντως, πρωτοπόρος επαναστάτης σοσιαλιστής λογοτέχνης.
Τι είδους λογοτέχνης, αν όχι πραγματικός επαναστάτης όπως αυτός, θ' απαρνιόταν την αριστοκρατική καταγωγή του και θ' αφιέρωνε τις δυνάμεις του, οικονομικούς πόρους του, τις γνώσεις του για να φωτίσει την εργατική τάξη της Κέρκυρας, για να την οργανώσει, για να γίνει σε ηλικία 39 ετών το 1911 πρωτεργάτης της ίδρυσης του Σοσιαλιστικού Ομίλου Κέρκυρας που επτά χρόνια αργότερα, το 1918, θα αποτελούσε ιδρυτικό μέλος του ΣΕΚΕ, δηλαδή του κόμματος που το 1924 μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας;
Είχε γράψει η τοπική εφημερίδα «Εργάτης», πριν ακόμη εκδοθεί η «Σοσιαλιστική Δημοκρατία», όταν ο Κωνσταντίνος Θεοτόκη άρχισε να μιλά σε εργατικές συγκεντρώσεις: «Ελπίζομεν δε ότι όλοι οι εργάται της Κέρκυρας θα νοιώσουν βαθιά το Θεοτόκη, θα καταλάβουν τι μέγας θησαυρός ευρίσκεται κρυμμένος, τον οποίον με πάσα θυσία υποχρεούνται να τον ανεύρουν, να τον καταχτήσουν και να τον οικειοποιηθούν».
Σύμφωνα με τον Άγι Στίνα, το μεγαλύτερο μέρος της ύλης της εφημερίδας «Σοσιαλιστική Δημοκρατία» του Σοσιαλιστικού Ομίλου Κέρκυρας, το 1912, γραφόταν από τον Α. Σίδερι με την καθοδήγηση του Κων. Θεοτόκη.
Στον συλλογικό τόμο «Σοσιαλιστικός Όμιλος Κέρκυρας» ο Κερκυραίος εκπαιδευτικός Κώστας Θύμης, που μελέτησε την ιστορία του Ομίλου, βεβαιώνει ότι ο λογοτέχνης αυτός ήταν και ο χρηματοδότης και ο καθοδηγητής της πρωτοποριακής εφημερίδας «Σοσιαλιστική Δημοκρατία». Εκείνης της γεμάτης εργατικό παλμό εφημερίδας που το 1912, όταν άλλα έντυπα της εποχής με σοσιαλιστικό προσανατολισμό αναπαρήγαγαν τις ιδέες του ουτοπικού και του μπασταρδεμένου σοσιαλισμού ή μάσαγαν τα λόγια τους, είχε στην προμετωπίδα της το σύνθημα «Εργάτες όλου του κόσμου ενωθήτε».
Και πώς θα μπορούσε αυτός ο άρχοντας της πιο ισχυρής φεουδαρχικής – αρχοντικής οικογένειας της Κέρκυρας, αν δεν αφιερωνόταν στον λαό και δεν είχε αρετές που οι κομμουνιστές κυρίως ενσάρκωναν πια στην εποχή του, να γράψει το 1914 την «Τιμή και το Χρήμα», στην πιο εργατική και αγροτική ντοπιολαλιά μάλιστα; Στα εργατικά προάστια και στα χωριά της κερκυραϊκής υπαίθρου μάζωνε κι αφομοίωνε λέξη τη λέξη τη γλώσσα του «μικρού λαού», όπως έκανε κάποτε στην ίδια γη ο λογοτεχνικός φάρος του Διονύσιος Σολωμός. Πιο σύγχρονος ετούτος, αλλά στερνός μαθητής του Σολωμού στα μέρη που εκείνος έγραψε τα πιο ώριμα έργα του, συνεχιστής της πιο προοδευτικής λογοτεχνικής παράδοσης της Επτανησιακής Σχολής και του Δημοτικισμού, με γνώση του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου» πήρε την ψυχή των ένδοξων «Ελεύθερων Πολιορκημένων» και την ανέβασε στο επίπεδο των «Σκλάβων στα δεσμά τους», υπερβαίνοντας τον ιδεαλισμό, αποκαλύπτοντας την ταξική ουσία των ανθρώπινων σχέσεων και υμνώντας την κοινωνική επανάσταση, την «εξαίσια βία» της, το άνοιγμα του νέου δρόμου κοινωνικής οργάνωσης στη Ρωσία.
«Σκοπός του ήταν η κοινωνική αλλαγή, ο σοσιαλιστικός ανασχηματισμός της κοινωνίας», όπως έγραψε στην τετράτομη «Νεοελληνική λογοτεχνία» του ο κορυφαίος Κερκυραίος φιλόλογος της γενιάς του κομμουνιστής Περικλής Καλοδίκης, ο οποίος έγραψε στο Βουκουρέστι μετά τον Εμφύλιο πολλά από τα βιβλία με τα οποία μορφώθηκαν τα Ελληνόπουλα σε όλες σχεδόν τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες. «Προδιαγράφει», συμπλήρωσε για τα έργα του, «τον αναπόφευκτο χαμό» του παλιού κοινωνικού καθεστώτος. «Είναι η καταδίκη του συστήματος της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας (…), η ψυχή του και όλο του το έργο είναι ποτισμένα απ’ έναν απέραντο σοσιαλιστικό ουμανισμό (…), οραματίζεται μια καινούρια κοινωνία, ένα κοινωνικό καθεστώς ευτυχίας, χαράς και ελευθερίας για όλη την ανθρωπότητα».
Ο Γ. Κορδάτος έχει αναφέρει ότι ο Κ. Θεοτόκης το 1910 είχε γράψει από τους Καρουσάδες στο Μόναχο, στον μεταφραστή του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου» και ιδρυτή της τοπικής Σοσιαλιστικής Δημοτικιστικής Ένωσης, Κ. Χατζόπουλο:
Για την Σοσιαλιστικήν Εταιρεία σε συγχαίρω για την ίδρυσή της, αλλά νομίζω πως σε τούτο το Κράτος είναι αδύνατο να προκόψη κάτι, γιατί ο κόσμος είναι βουτηγμένος στο ψέμμα και στην αμάθειά του· δεν μπορεί να διαχωρίση ποιο είναι το καθεαυτό συμφέρον του... Εμέ, λοιπόν, μου φαίνεται άσκοπο προς το παρόν να λάβω μέρος σ' ένα κόμμα, όποιο και να 'ναι, χωρίς να σου κρύψω, πως όλες μου οι συμπάθειες είναι με το μέρος του λαού, του μικρού λαού, που γελιέται και τον γελούν. Αν οι ιδιωτικές μου περιστάσεις καλλιτερέψουν, αν κατεβής εδώ στη Ρωμηοσύνη κι ανταμώσουμε... τότες θα μπορέσω κι εγώ με ζήλο, αυταπάρνηση και με όλη μου τη δύναμη να δουλέψω για κείνο που μου φαίνεται του πολιτισμού και της ανθρωπότητας το συμφέρο...
Η θέλησή του ήταν να αγωνιστεί για τη διάδοση της σοσιαλιστικής ιδεολογίας και την οργάνωση Σοσιαλιστικού Κόμματος στην Ελλάδα. Σε γράμμα του από την Πράγα στον Κ. Χατζόπουλο στο Μόναχο, που παρουσίασε ο Τ. Αδάμος, ο Κ. Θεοτόκης σημείωνε:
Ίσως οι δυο μας ενωμένοι είμαστε μια δύναμη, ίσως βρίσκονται κιόλας (...) κι άλλοι άνθρωποι με καρδιά και με θάρρος. Και ίσως όλοι αυτοί να μη προσμένουν παρά το σύνθημα, έναν άνθρωπο να δόσει την πρώτη γυρισιά (για να μιλήσω με τη Βουδιστική φρασεολογία) στη ρόδα της αλήθειας.
Παρά τις όποιες παλινδρομήσεις, ο Κ. Θεοτόκης, σύμφωνα με τον Τ. Αδάμο, θα παραμείνει ως το τέλος αφοσιωμένος στο λαό, στα σοσιαλιστικά ιδανικά, που τα υπηρετεί με τη δράση και με το έργο του.
Ο Τ. Αδάμος, ο οποίος και επιμελήθηκε την έκδοση «Κωνσταντίνος Θεοτόκης / Επιλογή», που κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο «Σύγχρονη Εποχή» τη δεκαετία του 1980, σημείωσε ότι ο Κ. Θεοτόκης, παρά τις ταλαντεύσεις του, παρέμεινε «ιδεολογικά αδιάλλαχτος» και αφιερώθηκε ως τον θάνατό του «στον σοσιαλισμό, στον αγώνα για την πραγματική απολύτρωση του ελληνικού λαού και την κοινωνική αναγέννηση του τόπου». Είχε μελετήσει συστηματικά τα έργα του Κ. Μαρξ και του Φρ. Ένγκελς. Και είχε το θάρρος και την αποφασιστικότητα, από νωρίς, να απαρνηθεί την αριστοκρατική καταγωγή του και τις οικογενειακές φεουδαρχικές παραδόσεις. Χωρίς αμφιβολία, προσχώρησε στα πρωτοπόρα ιδανικά του σοσιαλισμού. Πρωτοστάτησε «στην ανάπτυξη σοσιαλιστικού κινήματος και στη σοσιαλιστική αφύπνιση των εργαζομένων στη χώρα μας».
Όταν τον Ιούλιο του 1914 ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, προσέθεσε ο Τ. Αδάμος, ο Κ. Θεοτόκης πήρε στην αρχή σωστή θέση και εκδήλωσε τη διαμαρτυρία του ενάντια στον πόλεμο αυτό. Σε μια αφιέρωση στη φίλη του Ειρήνη Δεντρινού (15.9.1914), που μπήκε και ως πρόλογος στο πρώτο βιβλίο του «Η τιμή και το χρήμα», έγραψε ανάμεσα σ' άλλα για το διήγημά του:
Είταν η τύχη του φαίνεται το ειρηνικό διήγημά μου να προβάλει μέσα σε τέτιες κοσμοϊστορικές ταραχές, όταν ποτάμια αίματα βάφουν τη μητέρα γη, σα μια δειλή διαμαρτυρία ενάντια σ' ένα τόσο άτοπο καθεστώς, που για να υπάρχει χρειάζεται τον παράλογο φόνο και την ατυχία τόσων πλασμάτων. Τι σπατάλη ζωής έγινε στα χρόνια τούτα. Αλλά ας ευχηθούμε κιόλας, η τωρινή θλιβερή αιματοχυσία να 'ναι γραμμένη η τελευταία στα βιβλία της ανθρώπινης Μοίρας.
Λίγο μετά έγραψε αντιπολεμικό σονέτο:
ΣΟΝΕΤΟ Κ. ΘΕΟΤΟΚΗ (1915)
Βάφει τη μάνα γη ποτάμι το αίμα
Κι απ' άκρη σ’ άκρη τ' Άρη η οργή μανίζει,
Καίονται οι στεριές, η θάλασσα καπνίζει
Και βασιλεύει ο φόνος και το ψέμμα.
Του Τεύτονα ρηγάρχη το άγριο βλέμμα
Πάνω στα ερείπια ακοίμητο βιγλίζει
Και λάβρα πιθυμιά τον κατακλύζει
Της Οικουμένης λαχταρά το στέμμα.
Η θέλησή του προσταγή και νόμος!
Κι αχ! το λαό μου ξευτελίζει ο τρόμος
Την καταφρόνια δεν ψηφά του κόσμου
Πολέμου μόνο ας μην ακούσει σάλο
Κι είναι τόσο βαρύς γι’ αυτό ο καημός μου,
Που άλλα τραγούδια δεν μπορώ να ψάλω.
Στην Α' Πανελλαδική Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη, που έγινε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1915 με τη συμμετοχή αντιπροσώπων των σοσιαλιστικών οργανώσεων της Αθήνας, του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης, της Κέρκυρας, του Βόλου, της Πάτρας και της Μυτιλήνης με σκοπό την ενοποίησή τους και τη δημιουργία ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος, αναφέρει ο Τ. Αδάμος, πήρε μέρος και ο Κ. Θεοτόκης, ως αντιπρόσωπος της Οργάνωσης της Κέρκυρας. Η συνδιάσκεψη εκείνη αποφάσισε τη σύγκληση ιδρυτικού συνεδρίου, που έγινε το Νοέμβριο του 1918 στον Πειραιά και οδήγησε στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας, του σημερινού ΚΚΕ.
Η σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία το 1917, συγκλόνισε τον Κ. Θεοτόκη κατάβαθα και την τραγούδησε σ' ένα από τα καλύτερα σονέτα του, όπως έχει γράψει ο Τ. Αδάμος. Ο Κ. Θεοτόκης χάρηκε για τη νίκη της επανάστασης αυτής. Εξέφρασε μάλιστα την ανάγκη ν' αγωνιστεί για να ξεπεράσει τις αδυναμίες του και να γίνει άξιος να φτάσει στον «ψηλό Ελικώνα» του σοσιαλισμού. Γιατί η «Κασταλία βρύση» της νέας κοινωνίας δεν μπορεί να καθρεφτίσει στα κρυστάλλινα νερά της την εικόνα μιας ψυχής που σέρνει μαζί της τις αμαρτίες του παλιού γερασμένου κόσμου.
ΣΟΝΕΤΟ Κ. ΘΕΟΤΟΚΗ (1917)
Σηκώθη τ' άγιο δίκιο της να λάβει
Όλη η αργατιά με φρόνημα γενναίο
Ισονομίας κηρύχνει νόμο νέο
Και τα δεσμά του πλούτου η ορμή της θραύει
Η σκληρή φτώχεια, η γύμνια, η πείνα παύει
Και με καλούν μύριες φωνές να λέω
Θούριο τραγούδι: σ' ένα πέλαο πλέω
Χαράς λεύτεροι ανθρώποι είναι όλοι οι σκλάβοι.
Μα για να σκίσω τις ανάερες ρούγες
Που θα με βγάλουν στον ψηλό Ελικώνα
Πρέπει γοργά αργυρόχρυσες φτερούγες
Αγάπη αρμονική να μου χαρίσει.
Τι δεν μπορεί ψυχής βαριάς εικόνα
Της Κασταλίας να καθρεφτίσει η βρύση.
Ο Κερκυραίος λογοτέχνης ολοκλήρωσε και κυκλοφόρησε τους «Σκλάβους στα Δεσμά τους» το 1922, λίγους μήνες πριν η αρρώστια του την 1η Ιουλίου του 1923 τον πάρει πρόωρα από τη ζωή σε ηλικία 51 ετών και κηδευτεί την ώρα έκτη πρωινή της επομένης στην Κέρκυρα περιφρονημένος από την κυρίαρχη τάξη, την οποία απαρνήθηκε και στιγμάτισε.
Πρώτη έκδοση, Κέρκυρα, 1914 | Πρώτη έκδοση, Αθήνα, 1922 |
Κι ενώ ήταν ο ίδιος που μερικά χρόνια νωρίτερα είχε ταχθεί με το ανταντόφιλο κίνημα του Ελευθέριου Βενιζέλου και είχε επιλέξει αστικό στρατόπεδο στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, στους «Σκλάβους στα Δεσμά τους» κηρύσσει και πάλι δυνατά το «Ευαγγέλιο της καινούργιας αγάπης» ενός κόσμου «λευτερωμένου από την τυραννία του πλούτου», μνημονεύει τον Καρλ Μαρξ και το «όνειρο της λευτεριάς», εύχεται μια «τρικυμία δημιουργικής καταστροφής» εκ μέρους των καταπιεσμένων. Στηλιτεύει τον «άδοξο δρόμο της υποταγής», χειροκροτεί τον «κόσμο που εγεννούσε η ανάγκη των πραγμάτων», «το σηκωμό και την επανάσταση», τη «νέα πίστη», την «ανώτερη ανθρωπότητα» που αλλού ήδη επιχειρούσαν. Θεωρεί αναπόφευκτη την «εποχή αδελφοσύνης» και τη νίκη της Επανάστασης που «θα καθαρίσει τον τόπο». Όσο κι αν ο ίδιος δεν μπόρεσε να μείνει απολύτως συνεπής, όσο κι αν ήταν κι αυτός σκλάβος στα δικά του προσωπικά δεσμά επειδή δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να γίνει ηγέτης λες και η σάρκα του αδυνατούσε ν’ ακολουθήσει πάντα το πνεύμα του και την καρδιά του, όπως έγραψε για έναν ήρωά του, ξεκαθαρίζει ότι θα 'ρθει η ώρα «να γνωρίσει ο λαός τη δύναμή του», ότι «δεν υπάρχει δρόμος άλλος…» από την Επανάσταση. Σαλπίζει «νικητήριο λευτεριάς», φέρνοντας στο προσκήνιο «τη ζωή όλης της εργατιάς» των πόλεων και της υπαίθρου.
«Οι σοσιαλιστικές ιδέες μού ξεσκέπασαν έναν καινούριο κόσμο που δεν τον εφανταζόμουν», είχε πει στον ομοϊδεάτη ποιητή-φίλο του Νίκο Λευτεριώτη. Τον περιέγραψε αυτόν τον κόσμο, προτείνοντάς τον. Δεν αποδεχόταν ούτε τη δημοκρατική μάσκα του καπιταλιστικού συστήματος, δεν απεχθανόταν απλώς και μόνο τη βάρβαρη πλευρά του καθεστώτος. «Μισούσε βαθιά το αστικό καθεστώς», σύμφωνα με τον επίσης αγωνιστή-φίλο του Αριστοτέλη Σίδερι.
Σε αντίθεση με την τάξη του, ήταν φλογερός πατριώτης με λόγια και έργα και συνάμα εθνολόγος και διεθνιστής. Πήγε εθελοντής και πολέμησε στην επανάσταση της Κρήτης το 1896. Οργάνωσε ο ίδιος εθελοντικό Σώμα και πήγε και πολέμησε για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1897.
Δεν μελέτησε απλώς και δεν μετέφρασε απλώς ξένη γραμματεία, έγραψε ο ίδιος Ιστορία της ινδικής λογοτεχνίας. Πίστευε σε μιαν «ανθρωποσύνη χωρίς σύνορα». Μετέφρασε αριστουργήματα του Σαίξπηρ, του Γκαίτε, του Ράσελ, του Βιργίλιου. Κι ενώ κατείχε εννέα γλώσσες, πέθανε πάμπτωχος στο σπίτι του φίλου του ζωγράφου Άγγελου Γιαλλινά στην αγαπημένη του Κέρκυρα, αρνούμενος και τιμές και χρήμα.
«Δεν εσκέφτηκα ποτέ να βάλω την τύχη μου στην υπηρεσία καμιάς εστεμμένης κεφαλής και προ πάντων του Αυτοκράτορα της Γερμανίας», απάντησε σε πρόταση του Κάιζερ, αρνούμενος στην Κέρκυρα πρόταση συνεργασίας το 1911 κι αργότερα. Το 1920 επέστρεψε στον Ελ. Βενιζέλο παράσημο που του 'στειλε η κυβέρνηση για τις «εθνικές υπηρεσίες» του στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Τη δεύτερη κιόλας μέρα του διορισμού του από το βενιζελικό στρατόπεδο σε θέση Διευθυντή Λογοκρισίας είχε υποβάλει την παραίτησή του, ενώ πάλευε να επιβιώσει.
Σύμφωνα με τον Τ. Αδάμο, ο Κ. Θεοτόκης με τον ήρωά του Άλκη Σωζόμενο στους «Σκλάβους στα δεσμά τους» ζωντανεύει τις αδύνατες στιγμές, τις αμφιβολίες, τις ταλαντεύσεις, τις απογοητεύσεις, αλλά και την ατράνταχτη πίστη των διανοουμένων στο ξύπνημα του λαού, στην επαναστατική αναδημιουργία του τόπου. Ο ήρωάς του σημειώνει:
Τόσο οπίσω ο τόπος τούτος δεν ημπορεί να μένει για πάντα κι ούτε μπορεί να περιμένει το φυσικό και αργό ξετύλιγμα για τούτο το ξύπνημα. Πρέπει να 'ναι σύντομο και γρήγορο… Σε μια στιγμή σαν τούτη, όταν σύγνεφα τρικυμίας σηκώνονται σ' όλα τα μέρη, πάνωθε από έναν γερασμένο κόσμο, πώς θα μπορεί να μείνει ο τόπος τούτος αδιάφορος; Και σ' άλλο σημείο: Αλλού, μια νέα πίστη οδηγούσε σήμερα το ανθρώπινο γένος μέσα από αγώνες βαριούς και δύσκολους… Σε κάποια μέρη κιόλας εκορυφωνόταν εκείνος ο αγώνας… Φωτεινές ψυχές είχαν ιδεί δυνατή τη λύτρωση. Σε λίγο θ' αντηχούσε πρωτάκουστη μια κραυγή χαράς κι ελευθερίας.
Έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής» | Έκδοση του 1967 |
«Δεν γνώρισα άλλον να συγκινείται ως τα δάκρυα μπρος στην κάθε γενναία εκδήλωση, στο κάθε ηθικό μεγαλείο, μπρος στην κάθε αρετή, στον κάθε ηρωισμό», έγραψε γι' αυτόν η Γαλάτεια Καζαντζάκη, που τον είχε γνωρίσει καλά. «Πίστευε απόλυτα πως για να φτιαχτεί ένας νέος ηθικός κόσμος, απαλλαγμένος ολότελα από τις αμαρτίες του παλιού, χρειαζόταν ν' αλλάξει από τα θεμέλια το υπάρχον κοινωνικό καθεστώς (…) Όσο κανένας άλλος
ήξερε ποιο είναι το χρέος μπρος στη ζωή και πόσο άθλιοι είμαστε όταν δεν το εχτελούμε (…) Στάθηκε ένας επαναστατημένος, ένας ριζοσπάστης».
Η ίδια έγραψε επίσης για τον Κερκυραίο λογοτέχνη ότι είχε μετανιώσει για τη λιποταξία του, εννοώντας προφανώς την επιλογή του να ταχθεί με ένα από τα δυο ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα, δηλαδή το αντιγερμανικό, κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. «Λιποταξία» λοιπόν… Ας το ξανασκεφτούμε: Πόσοι και ποιοι άνθρωποι έχουν τόση γενναιότητα ώστε να αναγνωρίζουν και να στιγματίζουν τόσο τα λάθη τους αυτού του είδους και, εν τέλει, λίγο πριν τους πάρει ο θάνατος, να αφήνουν, εν είδει έμπρακτης παρακαταθήκης, έργα όπως οι ασυναγώνιστοι «Σκλάβοι στα δεσμά τους»; Θα μπορούσε, θα τα έπραττε τούτα,αν μέσα του, από τότε που διάβασε το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», δεν ένιωθε επαναστάτης σοσιαλιστής;
Ναι, ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης δεν ήταν μόνο, όπως έγραψε ο Τάκης Αδάμος, «γενάρχης της πρωτοπόρας σοσιαλιστικής πεζογραφίας στη χώρα μας». Ήταν επαναστάτης. Με λάθη, με αναστολές, με ταλαντεύσεις, με αμφιβολίες, με λειψή πίστη, έστω, στις δυνατότητες της άμεσης νίκης. Στα έργα του ανέδειξε τους νόμους που ρυθμίζουν τις σχέσεις των ανθρώπων, τα αίτια που προξενούν την κοινωνική ανισότητα και την αναπόφευκτη ταξική πάλη και Επανάσταση.
Σε όσους ίσως αναρωτιούνται τι αξία έχουν αυτά στον καιρό μας, ιδιαίτερα μετά την πτώση των πρώτων σοσιαλιστικών καθεστώτων που δοκίμασε η ανθρωπότητα, έδωσε το 1991 μιαν απολύτως ταιριαστή και επίκαιρη, καταλυτική απάντηση σε τέτοια ερωτήματα ο κορυφαίος μετά τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη λογοτέχνης του νησιού, ο Σπύρος Πλασκοβίτης, μιλώντας για το έργο του πρωτεργάτη του Σοσιαλιστικού Ομίλου Κέρκυρας:
«Η νεο-καπιταλιστική έφοδος στον κόσμο, τα τελευταία χρόνια, ο τεχνολογικός ίλιγγος, η καταναλωτική φιληδονία, ο ατομικισμός και τα αδιέξοδα στον αγώνα για οικονομική επικράτηση και κοινωνική ισχύ, είχαν σαν συνέπεια ν' αναστρέψουν το αγωνιστικό φρόνημα της πεζογραφίας, που εδίδαξε με το υψηλό παράδειγμά του ο Κ. Θ. (...) Αν δεν ήταν από πολλά χρόνια μακριά του κόσμου τούτου ο Κ. Θ., θ' άκουγε σίγουρα, από κάποιον κριτικό της ρουτίνας ότι το έργο του δεν αποπνέει "αύρα μαγείας", ότι ιδεολογίες δεν υπάρχουν πια και συνεπώς δεν αξίζει τον κόπο να έχουμε ιδέες γράφοντας για την κοινωνία του καιρού μας (...) Θα έκριναν ακόμα το πάθος και τη δύναμη του Κ. Θ. ρητορικά σχήματα και θ’ αναζητούσαν σ' αυτόν νοσταλγίες και χαμηλούς τόνους που δεν διαθέτει. Θα τον θεωρούσαν πιθανότατα "προγραμματισμένον", τις γνώσεις και τις εμπειρίες του πολύ λόγιες και άρα μη "αυθόρμητον". Τέλος, θα του καταλόγιζαν και την κατάρρευση του "υπαρκτού σοσιαλισμού", ως καταδίκη για το "πιστεύω" του και για τον... άδικο κόπο να διοχετεύσει ένα τέτοιο πιστεύω στις σελίδες της πεζογραφίας του... Το να νοιώθεις όμως την ομορφιά, τον αέρα της αλήθειας, όθε κι αν προέρχεται, είναι κάτι που δεν εξηγείται και δεν χαρίζεται άκοπα σε κανένα. Αν έχεις τέλεια βυθιστεί στην πολυθόρυβη σύγχυση αισθητικής και...αναισθητικής, που κατακλύζει τη διασκεδαστική εποχή μας, δύσκολα θ' ακούσεις την τίμια και πονεμένη φωνή του Κ. Θ.».
Το 1967 ο τότε εκδοτικός οίκος του ΚΚΕ Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, σε πρώην σοσιαλιστική χώρα, είχε κυκλοφορήσει έκδοση με επιλογή έργων του Κ. Θεοτόκη. Η έκδοση αυτή εμπλουτισμένη κυκλοφόρησε αργότερα, μετά τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, από τον νεότερο κομματικό εκδοτικό οίκο Σύγχρονη Εποχή.
Ισχυριζόμαστε ότι η Ελλάδα δεν έβγαλε στον καιρό του καλύτερον επαναστάτη σοσιαλιστή λογοτέχνη από τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη ή, για να τον πούμε κι όπως πιο ζεστά τον λένε ακόμα και τώρα πολλοί απλοί άνθρωποι στην Κέρκυρά μας, γιατί τον νιώθουν δικό τους, από τον Ντίνο Θεοτόκη. Αν αναλογιστούμε ακόμη τη συμμετοχή του το 1915 στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη σοσιαλιστικών οργανώσεων που προετοίμασε το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ, καθώς και το πόσο και πώς συνέβαλαν γαλουχημένοι από τον ίδιο συμπατριώτες-φίλοι του στην πορεία του εργατικού – επαναστατικού κινήματος στη χώρα μας εκείνα τα χρόνια, του οφείλουμε ίσως κάτι τις ακόμα και για την ίδρυση του Κάπα Κάπα Έψιλον!