Ο Μπάμπης Κουλούρης (Άρχοντας) γεννήθηκε στη Λευκίμμη τις 10 Φεβρουαρίου 1925.
Νεαρός συμμετείχε δραστήρια στο κίνημα της Εθνικής Αντίστασης στο χωριό του κατά την Κατοχή. Είχε σημαντική συνεισφορά στην επιχείρηση διάσωσης και φυγάδευσης των αεροπόρων αμερικανικού αεροπλάνου που είχε καταπέσει, λόγω βλάβης, στη Λευκίμμη.
Στρατεύτηκε στο ΚΚΕ, ασπάστηκε τις ελπιδοφόρες ιδέες της Οκτωβριανής Επανάστασης και του Κόκκινου Στρατού της ΕΣΣΔ και πολέμησε με τον ΕΛΑΣ, εναντίον των Γερμανών, στη μάχη της Αιτωλοακαρνανίας.
Παρέδωσε το όπλο του, μαζί με άλλους συγχωριανούς του μαχητές, μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας.
Διηγήθηκε ο σύντροφός του Διογένης Κουλούρης: «Την προηγούμενη μέρα με κρύα καρδιά, γεμάτη πίκρα και αγανάκτηση, είχαμε παραδώσει τα όπλα μας. Την άλλη μέρα, πρωί-πρωί, ξαρμάτωτοι περπατήσαμε μαζί με το Γιώργη το Σουλούκη (Καλογερόπουλο) και τον Μπάμπη τον Άρχοντα (Κουλούρη) το δρόμο της επιστροφής. Βαδίζαμε για ώρες αμίλητοι. Τι να λέγαμε; Σταματούσαμε μονάχα εκεί που βλέπαμε τρεχούμενο νερό, για να πλυθούμε και να ξεδιψάσουμε. Το βράδυ, κατάκοποι και πεινασμένοι, κουρνιάζαμε σ' ένα δάσος. Κανείς μας δεν είχε όρεξη για κουβέντα...».
Μετά τη Βάρκιζα (πρώτος από δεξιά) | Στη Μουργκάνα |
Ο Μπάμπης Κουλούρης είχε αρνηθεί να στρατευτεί για να πολεμήσει εναντίον του Δημοκρατικού Στρατού και είχε επικηρυχθεί ως επικίνδυνος για τη «δημόσια ασφάλεια». Τις 15 Σεπτεμβρίου 1948 συνελήφθησαν από την Επιτροπή Δημόσιας Ασφάλειας της Κέρκυρας η 58χρονη τότε χήρα μητέρα του Κατερίνα και τα δύο αδέλφια του Μαργαρίτα και Δημοσθένης, με την κατηγορία ότι τον έκρυβαν και τον βοήθησαν ν' αποφύγει τη σύλληψη. Η μητέρα του και η αδελφή του εκτοπίστηκαν έναν χρόνο στη Χίο και ο αδερφός του στάλθηκε, επίσης για έναν χρόνο, στην Ικαρία. Κατηγορήθηκαν ότι τον είχαν βοηθήσει το πρωί της 6ης Σεπτεμβρίου του 1948 να διαφύγει «δια τας συμμοριακάς ομάδας, πράγμα όπερ και έπραξε την νύκτα της 5ης τρέχοντος ακολουθήσας δύο αφιχθέντας συμμορίτας χωριανούς του, οίτινες αφίχθησαν την 28η Αυγούστου (...) εις την περιφέρειαν Λευκίμμης λάθρα, με σκοπόν στρατολογίας κομμουνιστών περιφερείας Λευκίμμης». Η μητέρα και τα αδέλφια του είχαν τον δικό του ηρωισμό. «Μέχρι της ημέρας καθ' ην ευρίσκοντο ενταύθα οι εκτοπισθέντες συγγενείς του εν περιλήψει στρατιώτου», ανέφερε το παραπεμπτικό βούλευμα, «δεν είχον υποβάλλει δήλωσιν αποκηρύξεως, ούτε μέχρι σήμερον υπέβαλλον τοιαύτας ημίν».
Πολεμώντας με τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, ο Μπάμπης (Χαράλαμπος) Κουλούρης πιάστηκε αιχμάλωτος σε μάχη τη Μουργκάνα και παραπέμφθηκε να δικαστεί στο Διαρκές Στρατοδικείο Ιωαννίνων.
Απόφαση σύλληψης συγγενών του
«Πολεμούσαμε ακατάπαυτα τρεις μέρες και τρεις νύχτες χωρίς ξεκούραση. Δεν αντέχαμε άλλο...», ανέφερε σε διήγησή του.
«Το απόγευμα μας κάνανε νέα επίθεση οι κυβερνητικοί και αναγκαστήκαμε να υποχωρήσουμε. Είμαστε τέσσερις. Ο ένας ήταν Σλαβομακεδόνας, που είχε ένα μεγάλο τραύμα στο στομάχι. Δεν μπορούσαμε να τον αφήσουμε. Εκείνος μας ικέτευε να τον σκοτώσουμε, για να μην πέσει στα χέρια τους. Τον αφήσαμε με κάτι λίγα φάρμακα, ασπιρίνες δηλαδή, σ' ένα τρίστρατο. Οι άλλοι, που γνώριζαν τα κατατόπια, τράβηξαν κατά την Αλβανία. Εγώ έτρεξα σ' ένα λόφο, αλλά είχε σουρουπώσει και δεν είδα ότι ήταν γυμνωμένος από δένδρα. Κρανίου τόπος... Κατάφερα και βρήκα ένα κοίλωμα κι εκεί αποκαμωμένος με πήρε ο ύπνος. Ούτε ξέρω πόσες ώρες κοιμήθηκα. Ξύπνησα από κάτι κουδουνίσματα. Σηκώθηκα για λίγο και είδα ότι ήταν μια βοσκοπούλα με το κοπάδι της. Νόμιζα ότι δεν με είχε δει. Κάθισα πάλι στην κρυψώνα μου και περίμενα να σκοτεινιάσει για να πάω κι εγώ προς την Αλβανία. Δεν πρόλαβα... Η βοσκοπούλα με είχε δει και είχε ειδοποιήσει το στρατό. Άκουσα γαυγίσματα σκυλιών και ποδοβολητά. Τότε κατάλαβα ότι με είχαν κυκλώσει...».
Στη Μακρόνησο (στο μέσον, όρθιος)
Πριν δικαστεί, στάλθηκε στο κολαστήριο της Μακρονήσου.
Στο Στρατοδικείο Ιωαννίνων τού επιβλήθηκε η ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Πριν από τη δίκη συνάντησε στη φυλακή των Ιωαννίνων τον Σλαβομακεδόνα που πολεμούσαν μαζί. Διηγήθηκε: «Στη φυλακή που ήμουνα συνάντησα το Σλαβομακεδόνα. "Γιατί με αφήσατε τότε, γιατί δε με σκοτώσατε", με ρώτησε με απόγνωση. Τον είχαν υποβάλει στα πιο φρικτά βασανιστήρια. Ένα ράκος ήτανε. Στο τέλος τον εκτέλεσαν».
Έμεινε στη φυλακή δέκα χρόνια, ως το 1958. Για τη φυγή του, αλλά και με άλλες κατηγορίες για κομμουνιστική δράση, είχαν συλληφθεί και καταδικάστηκαν σε πολύχρονες φυλακίσεις από το Έκτακτο Στρατοδικείο Ιωαννίνων και τα ξαδέρφια του Γιάννης, Θεμιστοκλής και Νικόλας Κουλούρης.
Εδώ (δεύτερος από αριστερά, όρθιος) σε σχολή αξιωματικών πυροβολικού στην ΕΣΣΔ
Υποστήριξε την ΕΔΑ στη συνέχεια και μετά τη μεταπολίτευση του 1974 συντάχθηκε με τον χώρο της «ανανεωτικής» κομμουνιστικής Αριστεράς.
Ο Μπάμπης Κουλούρης πέθανε στη Λευκίμμη, σε ηλικία 80 ετών, τις 19 Μαρτίου 2005.