Τρίτη, 26 Νοεμβρίου 2019 23:29

Λευτεριώτης Νίκος

ResizedLeyteriotisN2

Ο Νίκος Λευτεριώτης (Λευθεριώτης), ένας από τους πρωτεργάτες της δημιουργίας του Σοσιαλιστικού Ομίλου Κέρκυρας το 1911, γεννήθηκε στην πόλη της Κέρκυρας το 1889. 

Γιος του καθηγητή-παπά Αρσένιου Λευτεριώτη, ενός από τους λαμπρότερους εκπαιδευτικούς της γενιάς του Ιωάννου Ρωμανού, «ευτύχησε να λάβη από τον πατέρα του τα φώτα της παιδείας και ό,τι συνιστούσε τον ηθικό του κόσμο», έγραψε ο Κώστας Δαφνής σε σημειώματά του στην κερκυραϊκή εφημερίδα «Τηλέγραφος» τις 19 και 20 Δεκεμβρίου 1962, αναφερόμενος στην ευρύτερη προσφορά του Νίκου Λευτεριώτη. «Σ' όλη του τη ζωή αφιερώθηκε στα γράμματα και στις ιστορικές έρευνες».

Θα είχε γίνει ίσως υπάλληλος της Βουλής, εάν είχε περάσει στις αρχές του περασμένου αιώνα ο «λόγος» του Νικ. Μαρκέτη, επιφανούς τότε βουλευτή του Θεοτοκικού κόμματος.

Ο Νίκος Λευτεριώτης έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους. Αργότερα, έγινε υπάλληλος του Αρχειοφυλακείου και εξελίχθηκε σε διευθυντή του.

 

ley n4

Εδώ (αριστερά) στον κήπο του Αχιλλείου με τον Κων. Θεοτόκη, 1919

 

Θα μείνει στην πνευματική ιστορία του τόπου, σύμφωνα με τον Κ. Δαφνή, σαν μια ιδιότυπη πνευματική προσωπικότητα, που μπορεί να μην έδωσε έργο σε έκταση, αλλά άφησε βαθειά τα ίχνη της στην πνευματική ζωή της Κέρκυρας. Στο πλαίσιο των μελετών του, το 1952 είχε δημοσιεύσει στο κερκυραϊκό περιοδικό «Πρόσπερος» ερευνητική εργασία με θέμα «Η πολιορκία της Κέρκυρας το 1716, διηγημένη από τον ιερέα Δημήτριο Μανάτο».

 

ley n2

Το πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» με το ποίημα «Χαίρε Ρωσία», Απρίλιος 1920

 

Ο Νίκος Λευτεριώτης διαμόρφωσε το ιδεολογικό, το πνευματικό και το γλωσσικό του πιστεύω στον κύκλο του λογοτέχνη Κωνσταντίνου Θεοτόκη. Τα φτερά του λογισμού του ταξίδευαν «στου νέου φωτός τ' απέραντα τα βάθη», όπως έλεγαν κάποιοι στίχοι του.

 

Ο Άγις Στίνας στο βιβλίο του «Αναμνήσεις» διέσωσε το ακόλουθο, γραμμένο το 1919 ποίημα του Νίκου Λευτεριώτη:

 

ΛΕΥΤΕΡΙΑ

Ακούστε όσοι παλεύετε γενναία για την αλήθεια

Σ’ αυτή τη μαύρη γης

Θαρθεί καιρός που ο καθείς

Θάχει χαρά στα στήθεια

 

Θάρθει καιρός που θα χαθεί το μίσος και το ψέμμα

Θα μπει στη θήκη το σπαθί

Κι άσκοπα πια δεν θα χυθεί

Τ' αδελφικό μας αίμα

 

Τριγύρω από την Κόκκινη της Λευτεριάς Σημαία

Θα συναχτούν όλοι οι λαοί

Σαν μια οικογένεια, μια φυλή

Με μια καρδιά, μια ιδέα

 

Και κεί που πρώτα ηχούσανε οι στεναγμοί κ’ οι θρήνοι

Γλυκό τραγούδι θ’ αντηχεί

Και πανηγύρια και χοροί

Σ' όλη τη γης ειρήνη

 

Θα πάψει νάναι καύχημα κι ανδρεία ο άγριος φόνος

Μόνον για σκέψεις υψηλές

Θα στεφανώνει κεφαλές

Ο δάφνινος ο κλώνος

 

Κι οι κάμποι που γεμίζανε κορμιά στην άγρια μάχη

Θα ακούν τα γέλια του σκαφτιά

Σαν γέρνει σ’ έρωτα αγκαλιά

Και κάνει αγάπης μάχη

 

Το ίδιο ποίημα είναι δημοσιευμένο σε τόμο των «Κερκυραϊκών Χρονικών» του 1965 σε ειδικό αφιέρωμα στον Ν. Λευτεριώτη, τιτλοφορείται «ΕΙΡΗΝΗ», χρονολογείται στον Νοέμβριο του 1922 και δεν περιλαμβάνει την τρίτη και τέταρτη στροφή.

«Σεμνός, όσο και αγνός, στάθηκε ο ακοίμητος φύλακας της κερκυραϊκής παράδοσης. Σ' αυτό το ρόλο ξώδευσε χρόνο και ζωτικότητα. Τόσο, που ν' αδικήση τον εαυτό του, την καθαρά δημιουργική προσφορά του. Η καταστροφή της βιβλιοθήκης και των χαρτιών του κατά τον πυρπολισμό της Κερκύρας τον Σεπτέμβριο του 1943 στάθηκε βαρύ πλήγμα, όχι μονάχα για τον Λευθεριώτη, αλλά και για τα κερκυραϊκά γράμματα. Οι συνεχείς αναζητήσεις του στο κερκυραϊκό αρχείο γύρω από την περίοδο της ανδηγαυϊκής και της ενετικής κυριαρχίας ωδήγησαν στην συγκέντρωση ανεκτίμητου υλικού για την ιστορία της Κερκύρας. Όπως και οι μελέτες του γύρω από την επτανησιακή λογοτεχνία είχαν αποδώσει πολύτιμες πληροφορίες, κρίσεις και αξιολογήσεις. Όλο αυτό το υλικό, που χάθηκε, αποτέλεσμα εργασίας και πάθους μιας ζωής, θα μπορούσε να δώση αξιόλογες και χρήσιμες μελέτες για την Κέρκυρα, τα γράμματα και την ιστορία της», είχε προσθέσει ο Κ. Δαφνής στα σημειώματά του.

 

ley n 180

 

Το ποίημα του Ν. Λευτεριώτη για την πρώτη επανάσταση στη Ρωσία (Φεβρουάριος 1917), με τον τίτλο «Ανάσταση» και περισσότερο γνωστό ως «Χαίρε Ρωσία», το 1920 δημοσιεύτηκε πρωτοσέλιδο στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης», μαζί με το ποίημα «Λένιν» του Σπύρου Νικοκάβουρα.

Είχε γραφτεί τις 17 Μαρτίου 1917 και πρωτοδημοσιεύτηκε στην «Κερκυραϊκή Ανθολογία» τον Απρίλιο του 1917. Κατά τον Κ. Δαφνή, το ποίημα αυτό, που απαντάται σε όλες τις ανθολογίες της κατοπινής εποχής, γράφτηκε «όταν έφθασαν στην Ελλάδα τα πρώτα μηνύματα για τη ρωσική επανάσταση και συνθέτει τον ύμνο της Ελευθερίας. Ήταν η κραυγή του ενθουσιασμού ενός ιδεαλιστή ποιητή, που χαιρετούσε την απελευθέρωση του ρωσικού λαού από την τυραννία του τσαρικού καθεστώτος. Δεν εξέφραζε πολιτική πίστη. Άλλωστε η επανάσταση των Μπολσεβίκων ήλθε αργότερα. Ο Λευθεριώτης ανήκε στη γενεά που είχε θρέψει τους ενθουσιασμούς και την πίστη της με τα κηρύγματα του Κροπότκιν, με τα έργα του Τολστόι. Ήθελε την κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά χωρίς επαναστατικούς σπασμούς, εξελικτικά, με την πειθώ, με την ίδια πειθώ που η χριστιανική διδασκαλία απλώθηκε στον κόσμο. Και τότε και σ' ολόκληρη τη ζωή του ο Λευθεριώτης έμεινε μονάχα ποιητής».

Ο Ν. Λευτεριώτης ήταν σύμφωνος, ωστόσο, στη χρήση του ποιήματός του και ως ύμνου για την Οκτωβριανή σοσιαλιστική επανάσταση. Πανηγύρισε και αυτήν. Το ποίημά του δημοσιεύτηκε και στην ανθολογία «Κόκκινα Τραγούδια» το 1924.  

 

ΧΑΙΡΕ ΡΩΣΙΑ!

 

Χαίρε, Ρωσία! Ελευτεριάς αγέρας

διώχνει τη σκοτεινιά των ουρανών σου

και στο αγιασμένο το αίμα των παιδιών σου

πνίγεται τώρα η Τυραννία το τέρας.

 

Ας αντηχήσει από χαράν ο αιθέρας

κι' ας ανθίσουν οι τάφοι των νεκρών σου,

και μέσα απ' τα κελιά των φυλακών σου,

ήλιος ας λάμπει ανέσπερης ημέρας.

Ω εσείς αγνοί, μεγάλοι ερωτευμένοι

της Λευκής Σιβηρίας, κατεβήτε!

Άρτον ζωής ευφρόσυνο γευτήτε.

 

Τυράννου σκιάχτρο πια δεν απομένει

μπρος στο γιγάντιο, αναστημένο σόι

του Κροπότκιν, του Γκόρκυ, του Τολστόι.

 

Παρά τους διάφορους ισχυρισμούς, ο Ν. Λευτεριώτης δεν μετακινήθηκε πολιτικά στον αστικό σοσιαλδημοκρατικό χώρο. Μια ισχυρή μαρτυρία για τις σταθερές επαναστατικές πολιτικές πεποιθήσεις του άφησε ο Άγις Στίνας στις «Αναμνήσεις» του: Αυτός που ξεχωρίζει απ' όλους τους παλιούς σοσιαλιστές και από τους τελευταίους της «Επτανησιακής Σχόλης», έγραψε, είναι ο Νίκος Λευτεριώτης. Αγνός, σεμνός, ευγενής, υψηλής στάθμης και αναμφισβήτητης αξίας πνευματικός άνθρωπος. Τον είχα ιδεί, συνέχιζε, για τελευταία φορά στην Κέρκυρα τον Αύγουστο του ’61. Έμενε μόνος του σ' ένα μικρό διαμέρισμα κοντά στη Μητρόπολη. Ήταν βαριά άρρωστος και βρισκόταν στο τέλος της ζωής του. Και ήταν ο ίδιος και στη σεμνότητα και στην ευγένεια και στις ιδέες, όπως τον είχα γνωρίσει πριν από 60 χρόνια. Τίποτε δεν στάθηκε ικανό να κλονίσει την πίστη του στο σοσιαλισμό. Είχε πολλή ανέκδοτη εργασία. Αλλά όλη αυτή η εργασία, ανεκτίμητος θησαυρός και για τα γράμματα και για το επαναστατικό κίνημα, καταστράφηκε μέχρι το τελευταίο φύλλο χαρτί. Ένα από τα σπίτια που καήκανε στις πυρκαγιές που προκαλέσανε οι εμπρηστικές βόμβες των Γερμανών στην επίθεσή τους για την κατάληψη της Κέρκυρας, όταν ο εκεί ιταλικός στρατός είχε προσχωρήσει στον Μπαντόλιο, ήταν και το δικό του. Τα πάντα γίνανε στάχτη.

Άρεσε ιδιαίτερα στον Α. Στίνα το ποίημα του Ν. Λευτεριώτη «Λευτεριά». Είναι «ένα από τα ποιήματά του που θα πρέπει να μείνει», έγραψε, προσθέτοντας: «Δεν είναι ύμνος στη ρωμιοσύνη αυτό το ποίημα, αλλά ύμνος στον άνθρωπο, στον πάνω από τα σύνορα, τις πατρίδες και τα φυλετικά μίση άνθρωπο».

Ο Ν. Λευτεριώτης, βαθύς γνώστης της επτανησιακής γραμματείας και Ιστορίας, καθιερώθηκε ως ένα από τα εννιά μέλη της λογοτεχνικής - καλλιτεχνικής «Συντροφιάς των Εννιά» που δημιουργήθηκε στην Κέρκυρα το 1915 με την Ειρήνη Δεντρινού (Δενδρινού), τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη, τον Μάρκο Ζαβιτσιάνο, τον Λυκούργο Κογεβίνα, τον Πέτρο Σταματόπουλο, τον Αντώνη Μουσούρη, τον Λάμπρο Πορφύρα, τον Κωνσταντίνο Χατζόπουλο και τον ίδιο. Δημοσίευσε μέρος της δουλειάς του στην «Κερκυραϊκή Ανθολογία», που η φιλοσοσιαλιστική «Συντροφιά των Εννιά» άρχισε να εκδίδει τότε. Στο πρώτο τεύχος της δημοσίευσε μετάφραση τμήματος έργου του πρωτεργάτη της ρωσικής σοσιαλιστικής λογοτεχνίας Μαξίμ Γκόρκι. 

Υπερασπιστής της σολωμικής πνευματικής κληρονομιάς, δημοσίευσε επίσης στα «Κερκυραϊκά Χρονικά» πολύτιμη εργασία του με θέμα «Τα σπίτια του Σολωμού στην Κέρκυρα» (1958). 

Γνωστά ποιήματά του τιτλοφορούνται «Ανάσταση», «Ύμνος στη νύχτα», «Φυγή», «Παιγνιδάκι», «Για ένα κέντημα», «Πόθος», «Ήθελα», «Λευκά φτερά», «Για τα ογδόντα χρόνια της κυρίας Ειρήνης Δενδρινού», «Στην Κατίνα Παπά», «Μη σκέφτεσαι τέτοια στιγμή», «Ελεγείο στην Αντιγόνη Κοκοτού» που πέθανε στην Κέρκυρα το 1945 σε ηλικία 14 χρόνων και «Στη μνήμη της Ρηνούλας», μικρού κοριτσιού που πέθανε σε σανατόριο της Πεντέλης, στην Αττική, όταν νοσηλευόταν εκεί και ο ίδιος. Μετέφρασε, μεταξύ άλλων, ποιήματα του φίλου του Καρλ Μαρξ, Χάινριχ Χάινε.

Το 1926, απαντώντας σε παράκληση του περιοδικού «Φιλότεχνος» του Βόλου να γράψει για τον Κων. Θεοτόκη, ο Ν. Λευτεριώτης έστειλε στο περιοδικό σειρά πληροφοριακών και κριτικών σημειωμάτων, ζητώντας να τα δημοσιεύσουν, αν θέλουν, χωρίς να αναφέρουν τον συντάκτη τους. Τελικά, το περιοδικό δημοσίευσε επώνυμο άρθρο/σημείωμα του Ν. Λευτεριώτη, το οποίο αποτελεί, όπως έχουν σημειώσει και τα «Κερκυραϊκά Χρονικά», πολύτιμη και αδιάψευστη μαρτυρία και χρησιμοποιήθηκε εξαντλητικά απ' όλους τους μεταγενέστερους βιογράφους και κριτικούς του Κ. Θεοτόκη.

 

ley n3

Το ποίημα στην πρώτη σελίδα του «Ριζοσπάστη»

 

Ακολουθεί απόσπασμα, το οποίο συνδέεται με την πολιτική δραστηριότητα και τα πιστεύω του Κων. Θεοτόκη και αποτελεί μαρτυρία για τη δράση του Σοσιαλιστικού Ομίλου Κέρκυρας, στον οποίο ο Ν. Λευτεριώτης συμμετείχε μαζί με τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη:

«Κατά το 1911 το σοσιαλιστικό κέντρο Κέρκυρας, γνωρίζοντας τη στροφή πούχαν λάβει οι ιδέες του προς το σοσιαλισμό, κατόπιν μάλιστα από ένα του ταξείδι στη Γερμανία, και εξαιτίας που έβλεπε πως η ηθικότης είναι σχεδόν αδύνατη μέσα στην αστική πολιτική, τον εκάλεσε για να συντελέση και αυτός με το φωτινό του νου στην επιτυχία του μεγάλου σκοπού του. Εδέχθηκε, έγραψε για τον Θεοτόκη, με μεγάλον ενθουσιασμό και οι φωτεινές του συμβουλές και ο αγνός ενθουσιασμός του εσυντελέσανε πολύ στην εξάπλωση των νέων Ιδανικών στον τόπο μας. Οι εργάτες και οι διάφοροι διανοούμενοι νέοι, που επρωτοστατούσαν στην όμορφη εκείνη δράση, τον ελάτρευαν κυριολεκτικώς. Έμεινε αλησμόνητη στην ψυχή μας η ωραία εκείνη εποχή. Και τι δεν ακούσαμε από το χρυσό του στόμα. Ήτανε ακένωτος θησαυρός. Οποιοδήποτε θέμα ήξερε να το αγγίζη από τη γενική του μεριά, με σκέψη πλατειά, με κρίση κοφτερή, με τρόπο που η συζήτηση έπερνε πάντα ένα χαρακτήρα υψηλό και φιλοσοφικό. Κι όλα αυτά με τη μεγαλείτερη αφέλεια, με τον απλούστερο τρόπο, χωρίς την παραμικρή έπαρση. Εγνώριζε πολλά από τα μυστήρια της τέχνης και της επιστήμης, χωρίς νάναι καθόλου σχολαστικός και βαρύς. Ήτανε αληθινός καλλιτέχνης, αυτοτελής και πρωτότυπος».

Την περίοδο 1952-1953 ο Νίκος Λευτεριώτης νοσηλεύτηκε σε σανατόριο στην Αθήνα, στην περιοχή της Πεντέλης. Φιλική του οικογένεια διέσωσε σελίδες του ημερολογίου του από εκείνη την περίοδο. Να ένα απόσπασμα, ενδεικτικό των γραπτών του, της αγάπης του και της αντίληψής του για τη γενέτειρά του και του χαρακτήρα του:

«Έπεσα χθες ενωρίς και σήμερα ξύπνησα νύχτα. Δε με κρατεί το κρεβάτι, μου πλακώνει την καρδιά. Ντύθηκα χέρι-χέρι και πετάχτηκα στην βεράντα να ιδώ τον καιρό. Πάλι τα ίδια! Συγνεφιά και αγέρας. Τέλος πάντων, δεν θέλει να ξαστερώσει, δεν θέλει! Πού είναι αυτός ο περίφημος Αττικός ουρανός; Εδώ καταντήσαμε χειρότερα κι' από το νησί μου, που βρέχει ολόκληρες βδομάδες χωρίς πάψη. Μπήκα μέσα και βγήκα στο διάδρομο. Βαθειά ησυχία βασιλεύει εδώ. Όλες οι θύρες κλειστές. Το φως αναμμένο και πουθενά ψυχή ζώσα. Α! Πώς μ' αρέσει αυτή γαλήνη, πώς μου θεραπεύει την καρδιά! Είπα ν' ανάψω ένα σιγάρο, τώρα που δεν φοβάμαι να με ελέγξουν κάποια στοργικά μάτια. Μα μετάνοιωσα (...) και έβαλα τα χέρια στις τσέπες για να αποφύγω τον πειρασμό.

Γυρίζω πάνω κάτω ώρα πολλή. Άρχισε ο νους μου να δουλεύη μα παίρνει και φεύγει. Ο νους είναι σαν το γάτο, όπου και να βρίσκεται, άμα βρη ευκαιρία θα γυρίση στα λημέρια του. Μ' έφερε και ο δικός μου πού αλλού; Στο ευλογημένο μου νησί. Να το ωραίο λιμάνι. Άκρα ησυχία και εδώ. Τα ηλεκτρικά είταν ακόμη αναμμένα και η κίνηση δεν είχε ακόμη αρχίσει. Απ' έξω από το Καφέ Γυαλί, ο Γιάννης ο καφετζής ετακτοποιούσε τα τραπέζια και τις καρέκλες. Τον εκαλημέρισα, μα δε με είδε. Και πώς να με ιδεί; Σάματις φαίνεται ο νους; Έρριξα μια θλιβερή ματιά στην ήσυχη γωνία που μ' άρεσε συνήθως να κάθομαι τα Κυριακάτικα πρωινά και τράβηξα για το σπίτι. Ο ύπνος κρατούσε ακόμη ήρεμη όλη τη γειτονιά. Άνοιξα την ξώθυρα, ανέβηκα την πρώτη σκάλα. "Γρήγορα, είπε η καρδιά, δεν βαστώ, θα σπάσω, πονώ", "Μια ματιά μονάχα και φεύγουμε" είπε ο νους.Ανεβήκαμε στ' άλλο πάτωμα, περάσαμε στο διάδρομο, μπήκαμε στο πρώτο δωμάτιο.

 

Τα ποθητά τους μέρη, εκεί αστοχούν οι ξένοι

γιατί αποπνέουν αέρι, γιατί πατούν μια γη,

όπου με μάγια δένει και σώμα και ψυχή.

 

Εκεί! στο μέρος, όπου η γη δεν περιμένει 

τον ίδρωτα του κόπου, θα δεις με θαυμασμό

τ' άνθος κοντά να βγαίνει στον ώριμο καρπό.

 

Να την η αγαπημένη φωλιά! Χριστέ μου πόσο πονώ!! Ας μπούμε μια στιγμούλα να ρίξουμε μια γοργή ματιά στα πρόσωπα τ' αγαπημένα. Να τα βυθισμένα στον ύπνο. Σκύφτω κοιτάζω το ένα. Ακούω την ήσυχη γλυκειά αναπνοή. Την πίνω μ' ένα φιλί. Ο νους φιλεί αλαφρά. Δεν ταράζει την ήσυχη πικραμένη μορφή. Γεια σου πιστή και αγαπημένη σύντροφε. Ας ήταν δυνατό νάναι πάντα έτσι γαληνεμένη και ήρεμη η ωραία ψυχή σου. Σιμώνω στην άλλη κλίνη. Κοιτάζω το ήρεμο γλυκό προσωπάκι. Θε μου τι ευτυχία! Κάμε γρήγορα, λέει η καρδιά, δεν κρατώ, θα σπάσω. Σκύφτω, φιλώ το ήρεμο μέτωπο και το γλυκό στοματάκι. Ψιθυρίζω στ' αυτάκια του "Ζάχαρι νάναι ο ύπνος σου και μέλι τ' όνειρό σου". Ντριννν! Ένα δυνατό κουδούνισμα με γυρίζει στο διάδρομο. Τι κρίμα. Κοιτάζω να ιδώ ποιός κτύπησε. Είναι ο αριθμός 12. Να και η αδελφή Ρώμη, που διανυχτερεύει. Έρχεται μεγαλοπρεπής να δώση τη βοήθειά της». 

 

ley n1

Εδώ (δεξιά) με συγγενή του

 

Ο Νίκος Λευτεριώτης πέθανε στην Κέρκυρα, σε ηλικία 74 ετών, τις 17 Δεκεμβρίου 1962.

Ο αγωνιστής Γεράσιμος Πρίφτης σε νεκρολογία του για τον Νίκο Λευτεριώτη στην «Επιθεώρηση Τέχνης» τους πρώτους μήνες του 1963 σημείωσε, μεταξύ άλλων, γι' αυτόν: «Γενικά, την έμπνευσή του επηρέασαν τα σοσιαλιστικά ιδανικά κ' έμεινε πάντα πιστός στην ιδέα της Ειρήνης και της αδελφοσύνης των λαών (...) Συνέχισε και πλούτισε την κερκυραϊκή πνευματική παράδοση (...) Ερευνητής ακούραστος είχε τάξει έργο της ζωής του τη διαλεύκανση περιόδων της Κερκυραϊκής ιστορίας και την πλήρη ιστορική τοποθέτηση των εκπροσώπων της Επτανησιακής Σχολής (...) Πράος, ειλικρινέστατα σεμνός, γνήσια ευγενικός, ακέραιος, απόπνεε Ανθρωπιά και Καλωσύνη. Είχε κάνει τις ιδέες του γνώμονα της ζωής του».

Με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Κέρκυρας το όνομά του έχει δοθεί σε δρόμο της πόλης του νησιού.

1

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 16 Δεκεμβρίου 2019 14:37

Please publish modules in offcanvas position.