Τρίτη, 17 Νοεμβρίου 2020 18:17

Λιγδόπουλος Δημοσθένης


ligdopoulos dimΟ Δημοσθένης Λιγδόπουλος, πρωτομάρτυρας του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, γεννήθηκε ή μεγάλωσε και έδρασε πολιτικά στα νιάτα του, πριν αρχίσει πανεπιστημιακές σπουδές στην Αθήνα, στην Κέρκυρα.

«Ο Δημ. Λιγδόπουλος είχε φύγει το 1915 για να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο της Αθήνας», έγραψε ο Α. Στίνας, μιλώντας για τους Κερκυραίους σοσιαλιστές της εποχής και για το γεγονός ότι «εκτός από τους εργάτες,στον Όμιλο υπήρχαν και ορισμένοι νέοι μαθητές και εργαζόμενοι».

Επίσης, σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Τότε» (τχ. 29, Αθήνα 1987) ο Α. Στίνας τον συγκαταλέγει στους Κερκυραίους σοσιαλιστές της περιόδου και δεν αφήνει αμφιβολία ότι ο Λιγδόπουλος βρισκόταν επί μακρόν και κατοικούσε, αν δεν γεννήθηκε κιόλας, στην Κέρκυρα. Μιλώντας για τον Σέρβο επαναστάτη Ζίτκο Τοπόλοβιτς, που είχε βρεθεί εκείνα τα χρόνια στο νησί, δήλωσε: «Ο Μιχάλης Οικονόμου μού είπε ότι ο Τοπόλοβιτς είχε γνωρισθεί με τον Αρ. Σίδερι και νεαρούς Κερκυραίους σοσιαλιστές της αριστερής πτέρυγας του ΣΕΚΕ, όπως ο ίδιος και ο Δ. Λιγδόπουλος».

Ακόμη, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με τη συμμετοχή του Σοσιαλιστικού Ομίλου Κέρκυρας σαν συνιδρυτή στο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ, έκανε λόγο για «εσωτερικές ιδεολογικές διαμάχες» που έδωσαν «το προβάδισμα στην επαναστατική πτέρυγα που την απάρτιζαν κυρίως νέοι (Φραγκίσκος Τζουλάτης, ιδρυτής αργότερα του αρχειο- μαρξισμού στην Ελλάδα, Μιχάλης Οικονόμου, Σπύρος Πρίφτης, Δημοσθένης Λιγδόπουλος και άλλοι)».

Ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος γεννήθηκε στην Κέρκυρα, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Νούτσο, ιστορικό ερευνητή για τους πρωτοπόρους των σοσιαλιστικών ιδεών στην Ελλάδα, το 1894. Από έλεγχο στα Αρχεία Κέρκυρας, όπου βρίσκονται μη πλήρη ληξιαρχικά στοιχεία, δεν προκύπτει σχετική επιβεβαίωση. Άλλες πηγές, λιγότερο βάσιμες, αναφέρουν ότι γεννήθηκε στην Αθήνα ή στην Εύβοια το 1898. Ο Μ. Δημητρίου στο βιβλίο «Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα» τον συμπεριέλαβε σε όσους Κερκυραίους επαναστάτες επηρέασαν «την πορεία του προοδευτικού κινήματος σε πανελλήνια κλίμακα», προσθέτοντας ότι είχε επηρεαστεί ιδεολογικά στην Κέρκυρα και από τον Σέρβο σοσιαλιστή Η. Γιοβάνοβιτς, μαζί με άλλους ανήσυχους νέους της εποχής, όπως ο Α. Στίνας.

Συνιδρυτής μαζί με τον Κερκυραίο Φ. Τζουλάτη της Σοσιαλιστικής Εργατικής Νεολαίας Αθήνας, το 1916, ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος θεωρείται μαζί με αυτόν, παρά τις διαφορές απόψεων που είχαν σε ορισμένα θέματα, βασικός συντελεστής της απόφασης του ΣΕΚΕ να υιοθετήσει επαναστατική πολιτική και να συμπαραταχθεί με τη ρωσική Οκτωβριανή Επανάσταση και τη λενινιστική πτέρυγα των Ρώσων επαναστατών. Χαρακτηρίστηκε ο ηγέτης της αριστερής τάσης στο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ, το οποίο τον εξέλεξε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και διευθυντή της κομματικής εφημερίδας «Εργατικός Αγών». Πρωταγωνίστησε για την ένταξη του κόμματος στην Κομμουνιστική Διεθνή.

Σύμφωνα με τον Κερκυραίο συναγωνιστή του Μιχάλη Οικονόμου, Γραμματέα του ιδρυτικού συνεδρίου του ΣΕΚΕ, στην Αθήνα γράφτηκε στη σχολή μαθηματικών του Πανεπιστημίου και «έμενε στην Πλάκα, κοντά στο μνημείο του Λυσικράτη, μαζί με τη χήρα μητέρα του και τις δύο αδελφές του. Μίλαγε γαλλικά και άρχισε να μαθαίνει γερμανικά. Ήταν ένας νέος όλο ενθουσιασμό και πίστευε στην ιδέα της επανάστασης, ιδιαίτερα μετά την Οκτωβριανή, που μας είχε εντυπωσιάσει».

Στο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ, σύμφωνα με τα πρακτικά που τηρήθηκαν, απηύθυνε «θερμόν χαιρετισμόν προς την ελληνικήν και διεθνή εργατική τάξιν εξ ονόματος της Σοσιαλιστικής Οργανώσεως Αθήνας», υποστηρίζοντας: «Η γενική επανάστασις και η εργατική ζύμωσις της Ελλάδος δίδει το δικαίωμα να πιστεύσωμεν ότι η εργατική τάξις πολύ γρήγορα θα ξυπνήση. Του ευνοϊκούς αυτούς όρους πρέπει να τους εκμεταλλευθώμεν διά να φέρωμεν την Ελλάδα εκεί που έφθασαν ήδη άλλοι λαοί».

 

ligdopoulosdim1

 

Επίσης, σε άλλες παρεμβάσεις του στο συνέδριο ανέφερε:

- «Αι αστικές δημοκρατίες μάς χρειάζονται και αφού ο κόσμος όλος συζητεί για μια παγκόσμια δημοκρατία, ως και σ' αυτή τη Γερμανία γίνεται το ίδιο, δεν πρέπει να υπάρχουν άνθρωποι να λέγουν ότι το ίδιο είναι βασιλεία και δημοκρατία. Η μεταβατική περίοδος αυτή της αστικής δημοκρατίας είναι ένα γεφύρι για να φθάσουμε στο σκοπό μας».

- «Είναι αλήθεια ότι όπου το πολίτευμα είναι μοναρχικό και πλέον καταπιεστικόν τόσον γρηγορώτερα περνά στο σοσιαλιστικό, αλλά είναι και αλήθεια ότι η μεταβολή αυτή γίνεται με μεγαλύτερες θυσίες, καθώς στην Γερμανία και την Ρωσία που ακόμη ποταμηδόν τρέχει το αίμα. Η επανάστασις θα γίνη, διότι δεν είναι πόθος ανθρώπων, αλλά ανάγκη (...) Εάν θέλουμε να πούμε στους κυβερνώντες θέλετε να μας κτυπήσετε, αμέσως θα τσακωθούμεν. Και θα γίνει ό,τι μπορεί κανείς να φαντασθή. Διά τούτο πρέπει εξελικτικώς και βαθμηδόν να προπαρασκευασθούμε, και για να φθάσουμε στον τελικό σκοπό πρέπει να περάσωμεν απ' αυτές τις μεταρρυθμίσεις και εάν ακόμη υπάρχουν αστοί για να πραγματοποιήσουν μια αστική δημοκρατία, πρέπει να τους υποστηρίξωμεν».

- «Εμείς ζητάμε το άπαν, η αστική τάξις έχει ωφέλεια απ' αυτό ακολουθώντας και αναγκαζόμενη να δίδη την δημοκρατία και άλλα. Στην πρόσκληση που είχε κάνει ο Βενιζέλος στους σοσιαλιστάς θυμάμαι που είπε ένα ωραίο, ομολογήσας ότι "με το να τρέχετε εσείς πολύ μπροστά ωφελείτε τα άλλα φιλελεύθερα κόμματα" (...). Όσον είμεθα απαιτητικώτεροι τόσα περισσότερα δίδουν».

- «Η αστική τάξις τρομαγμένη (...) ζητάει να συγκρατηθή στην αρχήν με κοινωνιολογικά ευαγγέλια. Δεν θάχουμε πια νέους πολέμους, θάχουμε κοινωνίαν των εθνών. Αυτή θα αποφασίζει για όλες τις διαφορές. Α! Τώρα πια έπαψαν να μας λένε ότι οι πόλεμοι είναι κακά αναγκαία, ότι πάντοτε θα γίνονται πόλεμοι, ότι είναι ένα καλό ο πόλεμος. Μα τώρα θα τους πούμε εμείς. Ναι, οι πόλεμοι είναι ένα κακό αναγκαίο, ένα κακό επακολούθημα της καπιταλιστικής μορφής της παραγωγής. Δεν θα λείψουν παρά μόνον όταν λείψουν αι αιτίες που είναι η κατασκευή, ο τρόπος της παραγωγής της σημερινής κοινωνίας. Αλλά ποίος θα είναι ο σχηματισμός της κοινωνίας των εθνών; Ποίοι θα λάβουν μέρος σ’ αυτήν; Αστοί μόνον; Αστοί και εργάτες; Ή εργάτες; Αλλά οι αστικές τάξεις των διαφόρων κρατών έχουν εντελώς αντίθετα συμφέροντα. Εάν έγινε πόλεμος, έγινε γι' αυτό και η αντίθεσις αυτή των συμφερόντων δεν θα παύση. Το να θέλουμε να νομίζουμε ότι μπορεί να πάψει είναι το ίδιο σαν να νομίσουμε ότι μπορούμε να σταματήσουμε την πάλη των τάξεων (...) Η εργατική τάξη είναι η μόνη που έχει διεθνή συμφέροντα τα ίδια. Και η κοινωνία αυτή των εθνών, η διεθνής εργατική οργάνωσις είναι η μόνη που μπορεί να επιβληθεί. Εάν αυτή δεν μπορέσει να επιβληθεί, κάθε ελπίδα από κάθε άλλη κοινωνία των εθνών είναι ουτοπία. Δεν πιστεύω να μας ρωτήση κανείς τι μας βλάπτει. Σε κείνον όμως που θα ρωτήση, θα του πω. Φοβούμαι ότι μία διεθνής αστική ένωσις στο μόνο σημείο στο οποίο μπορεί και εξάπαντος να συμφωνήση τελείως είναι το να επιβληθή και να πολεμήση κάθε εκδήλωση επαναστατικών κινημάτων στον κόσμο. Προσέξετε σύντροφοι, η κοινωνία των εθνών που μας υπόσχεται μπορεί να παίξει ρόλο ιεράς συμμαχίας».

- «Και φαντασθήτε η πρώτη πράξις της κοινωνίας των εθνών να είναι μια άγρια επέμβαση, όπως άλλως τε άρχισε ή πρόκειται ν' αρχίση εναντίον της Ρωσικής επαναστάσεως, εναντίον του ιερού αγώνος των Ρώσων και Γερμανών εργατών (...) Μόνο η εργατική τάξις, που είναι η μόνη που έχει τα ίδια συμφέροντα, μπορεί να είναι η ασφαλής για τον κόσμο κοινωνία των εθνών».

 

ligdopoulosdim22

 

Είχε μετάσχει στην πενταμελή οργανωτική επιτροπή, που προετοίμασε το συνέδριο.

Με αφορμή έκδοση της Σοσιαλιστικής Εργατικής Νεολαίας Αθήνας με το έργο «Προς τους Νέους» του Κροπότκιν, το 1916 συνελήφθη και καταδικάστηκε από στρατοδικείο, μαζί με άλλα στελέχη της, σε τετραετή φυλάκιση. Οδηγήθηκε στις φυλακές του Ρεθύμνου, αλλά αποφυλακίστηκε μετά από δύο χρόνια περίπου, με απόφαση της κυβέρνησης Βενιζέλου, καθώς εκδηλώθηκαν διεθνείς αντιδράσεις. Φυλακίστηκε αρχικά στις στρατιωτικές φυλακές στο Μοναστηράκι και μετά, διαδοχικά, στη φυλακή Ιντζεδίν στα Χανιά και σε άλλη στο Ρέθυμνο.

Θυμάται ο Μ. Οικονόμου: «Πρόεδρος του στρατοδικείου ήταν ο φοβερός και τρομερός Φατσέας, που καταδίκασε πολλούς κομμουνιστές αργότερα. Στη δίκη δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα και με τη δραστηριοποίηση όλων μας, αλλά κυρίως του Ν. Δημητράτου, της Φεντερασιόν, των συνδικάτων και των σοσιαλιστών βουλευτών Σίδερι και Κουριέλ. Η δίωξη έγινε γνωστή στο εξωτερικό, δημοσιεύτηκαν διαμαρτυρίες και ψηφίσματα και φέραμε την κυβέρνηση σε δύσκολη θέση. Θυμάμαι ότι η στάση που τήρησαν όλοι ήταν αγέρωχη, με πρώτο τον Λιγδόπουλο».

Απολογούμενος στο δικαστήριο, ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος είχε αναφέρει ανάμεσα σε άλλα και τα εξής: «Δεν ενδιαφέρομαι για την καταδίκη μου, αλλά βεβαιωθείτε, κύριε πρόεδρε, ότι η καταδίκη μου θα χρησιμεύση για καθρέπτης, με τον οποίο ο κόσμος θα γνωρίση τον πολιτισμό της Ελλάδος».

 

ligdopoulosdim3

 

Τον Ιανουάριο του 1920 εκπροσώπησε το ΣΕΚΕ στη συνδιάσκεψη των βαλκανικών κομμουνιστικών και σοσιαλιστικών κομμάτων στη Σόφια. Αργότερα, τον Ιούλιο του ίδιου έτους, στάλθηκε από το κόμμα του στη Μόσχα, για να μετάσχει στις εργασίες του δεύτερου συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Επιστρέφοντας από τη Μόσχα, περί τα τέλη Οκτωβρίου του 1920, στη Μαύρη Θάλασσα δολοφονήθηκε από Τουρκολαζούς λαθρεμπόρους, μαζί με τον καταγόμενο από την Κεφαλονιά Ελληνορώσο κομμουνιστή Ωρίωνα Αλεξάκη.

«Ο Λιγδόπουλος είναι ο πρώτος νεκρός του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας που έπεσε στο επαναστατικό καθήκον», όπως έγραψε προ ετών ο «Ριζοσπάστης» σε σχετικό αφιέρωμά του.

Οι πληροφορίες που είχαν συλλεγεί τότε, τις αρχές του 1921, ήταν συγκλονιστικές για τους ανθρώπους του ΣΕΚΕ. Ανέφεραν για τον θάνατο του Λιγδόπουλου και του Αλεξάκη:

«Κατέβηκαν στην Οδησσό, όπου βρήκαν τις σοβιετικές ακτές αποκλεισμένες από τον Ρώσο αντεπαναστάτη στρατηγό Βράγγελ. Αναγκάστηκαν, αφού παρέμειναν εγκλωβισμένοι αρκετό καιρό, να επιβιβαστούν σε ένα μικρό μηχανοκίνητο πλοιάριο, το "Νιαζή", με πλήρωμα τέσσερις Τουρκολαζούς (τον πλοίαρχο και τρεις ναύτες) και έναν μηχανικό άγνωστης εθνικότητας. Στις 27 του Οκτώβρη 1920, δεύτερη νύχτα του ταξιδιού, ο πλοίαρχος και οι ναύτες επιτέθηκαν και δολοφόνησαν τους ανυποψίαστους επιβάτες, με πιθανό κίνητρο τη ληστεία ή ήταν πράκτορες των Αγγλογάλλων της Αντάντ που είχαν πλημμυρίσει και έλεγχαν την περιοχή της Κωνσταντινούπολης».

Σώζεται μεταγενέστερη περιγραφή της μεγάλης θλίψης, γραμμένη από τον Γιάννη Κορδάτο στη «Νέα Επιθεώρηση» του 1934. Έγραψε τότε ο Κορδάτος:

«Το θυμάμαι εκείνο το απομεσήμερο, ήταν μήνας Γενάρης του 1921, που ο τότε Γραμματέας του Σοσιαλεργατικού (Κομμουνιστικού) Κόμματος Ν. Δημητράτος κάλεσε την Κεντρική Επιτροπή για κάποιο σπουδαίο ζήτημα. Είχαμε μαζευτεί όλοι στα πρώτα γραφεία του Κόμματος, στην οδό Ευριπίδου 14 και στο απομέσα δωμάτιο. Ο Δημητράτος χλωμιασμένος μάς ανάγγελνε πως ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος που τον είχαμε στείλει κρυφά από μήνες στη Σοβιετική Ρωσία, δε θα ξαναγύριζε πια, γιατί, σύμφωνα με μια εμπιστευτική είδηση που είχε, Τουρκολαζοί πειρατές τον έσφαξαν στις 27 του Οχτώβρη στη Μαύρη Θάλασσα, όταν γύριζε από την Σοβιετική Ένωση. Έτσι εξηγήθηκαν κάτι αόριστες υποψίες που είχαμε. Κι αλήθεια, λέγαμε και ρωτούσαμε πολλές φορές: γιατί άργησε ο Λιγδόπουλος; Μήπως έπαθε τίποτα! Μήπως τον έπιασαν στην Τουρκία ή στην Βουλγαρία; Ποιος μπορούσε να φανταστεί τέτοιο τραγικό τέλος!

Στην αρχή σα να δυσπιστούσαμε, δε θέλαμε να το πιστέψουμε. "Μα να είναι αλήθεια, να είναι σωστές, εξακριβωμένες οι πληροφορίες;", ρωτήσαμε τον γραμματέα. Δυστυχώς ήταν σωστές. Μας διάβασε την εμπιστευτική έκθεση που είχε στα χέρια του κι έτσι δε χωρούσε πια καμμιά αμφιβολία.

Ο Λιγδόπουλος είχε πάει με εμπιστευτική αποστολή στη Σοβιετική Ρωσία. Και παρ' όλες τις δυσκολίες, αφάνταστες δυσκολίες, γιατί έφευγε κρυφά από την Ελλάδα και περνούσε από ξένες χώρες με ψεύτικα ονόματα, τα κατάφερε να φτάσει στην προλεταριακή μας πατρίδα και να εχτελέσει την εντολή που είχε από την Κεντρική Επιτροπή. Όταν γύριζε έφερνε μαζί του, ύστερα από απόφαση του Γραφείου της Τρίτης Διεθνούς, και τον Αλεξάκη, ένα ρωμιό μπολσεβίκο με αξιόλογη δράση στον καιρό της Οχτωβριανής Επανάστασης, για να γίνει ο οργανωτής του Κόμματος, μα όπως είπαμε οι Τουρκολαζοί στη Μαύρη Θάλασσα τους έσφαξαν και τους δυο για να τους ληστέψουν.

Ο χαμός του Λιγδόπουλου είχε μεγάλη απήχηση μέσα στο Κόμμα (…) Πριν από το ιδρυτικό Συνέδριο του Κόμματος (Νοέμβρης 1918) κι ύστερα απ' αυτό διεύθυνε τον "Εργατικόν Αγώνα", το επίσημο όργανο του Κόμματος (…) Αφοσιωμένος ολότελα στις δουλειές του Κόμματος δε σήκωνε κεφάλι και ήταν πάντα πρόθυμος για την πιο επικίνδυνη αποστολή. Πήγε στη Σόφια (1920) και πήρε μέρος στο ιδρυτικό Συνέδριο της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας, σαν αντιπρόσωπος του ΚΚΕ. Πιο ύστερα πήγε με ειδική αποστολή στην Αυστρία και στην Ιταλία (…) Στις αποστολές αυτές, ταξιδεύοντας παράνομα, κάθε ώρα και στιγμή, αντίκρυζε όχι μόνο τις στερήσεις και τις κακουχίες μα και το θάνατο, που, ίσαμε το τέλος, δεν τον απόφυγε».

Σχετικά με τη σύλληψή του το 1916, ο Γιάννης Κορδάτος σημείωσε: «Ισαμε τα 1918 έμεινε φυλακισμένος, και το περισσότερο καιρό στις φυλακές Ρεθύμνου Κρήτης. Μέσα στη φυλακή είχε πέσει με τα μούτρα στο διάβασμα της σοσιαλιστικής φιλολογίας. Όταν βγήκε από τη φυλακή, η Ρούσικη Επανάσταση τον είχε καταχτήσει. Στο ιδρυτικό συνέδριο του Κόμματος κράτησε μια στάση σωστή – ήταν ο εκπρόσωπος της αριστερής πτέρυγας. Ο Γιαννιός ειρωνικά έδωσε στην Ομάδα Λιγδόπουλου το όνομα μαξιμαλιστές. Έτσι στα χρόνια εκείνα ο διεθνής – και ο ελληνικός – Τύπος έλεγε τους Ρώσους μπολσεβίκους. Τα πράγματα απέδειξαν πως ο τίτλος αυτός ήταν και είναι τίτλος τιμής. Και ο Λιγδόπουλος ίσαμε το χαμό του επάξια τον έφερε».

 

ligdopoulosdim4

 

Ο «Ριζοσπάστης» τις 21 Ιανουαρίου 1921 κυκλοφόρησε με την είδηση-σχόλιο: «Μέγα πένθος του κόμματός μας». Η Κεντρική Επιτροπή του ΣΕΚΕ ανακοίνωνε το τραγικό γεγονός. Η εφημερίδα «Νέος Άνθρωπος» του Εργατικού Κέντρου Κωνσταντινούπολης το είχε επιβεβαιώσει.

Σε τηλεγραφήματα που ο Γραμματέας του ΣΕΚΕ Ν. Δημητράτος είχε στείλει στις τοπικές κομματικέ οργανώσεις αναφερόταν: «Η Κεντρική Επιτροπή αποφάσισε την αναβολή της εορτής, η οποία θα εγένετο εις όλας τας πόλεις της Ελλάδος επ' ευκαιρία της δεύτερης επετείου του Κόμματος, λόγω του θανάτου του συντρόφου Λιγδόπουλου και του βαρύτατου πένθους του Κόμματος». Ο εορτασμός της κομματικής επετείου είχε οριστεί για τις 24 Ιανουαρίου 1921.

Την επόμενη ημέρα, 22 Ιανουαρίου, ο «Ριζοσπάστης» ήταν αφιερωμένος στον Δημοσθένη Λιγδόπουλο και στον τραγικό του θάνατο. Δημοσίευσε ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΕΚΕ, η οποία άρχιζε με τα ακόλουθα λόγια: «Η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος μετά βαθυτάτης θλίψεως αναγγέλλει την τραγικήν απώλειαν του αντιπροσώπου του Κόμματος εις την Τρίτην Διεθνή και πολυτίμου αγωνιστού και συντρόφου Δημ. Λιγδόπουλου (Α. Βρούτου)». Και προσέθετε: «Ο φωτεινός μας ηγέτης, ο λατρευτός μας φίλος Δημοσθένης Λιγδόπουλος, από τον περασμένο Οκτώβρη δεν υπάρχει πια».

Αναφερόταν στο ιστορικό της αποστολής, στις τραγικές συνθήκες της δολοφονίας, σε πλευρές της προσωπικότητάς του και κατέληγε: «Η μεγάλη θυσία του αλησμόνητου συντρόφου μας, ενώ καθιστά ανεξάλειπτον τον δεσμόν του Κόμματός μας μετά της Κομμουνιστικής Διεθνούς, προσδίδει εξ άλλου αθάνατον αίγλην εις τον θυσιασθέντα υπέρ της υποθέσεως της Κομμουνιστικής Διεθνούς πρώτον μάρτυρα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδος».

Η εφημερίδα φιλοξένησε αποχαιρετιστήρια άρθρα και σημειώματα στελεχών του κόμματος. Προεξείχε ένα με τον τίτλο «Ο ΗΡΩΑΣ». Ήταν γραμμένο από τον Κερκυραίο συναγωνιστή του Αριστοτέλη Σίδερι, ο οποίος και τον γνώριζε περισσότερο, λόγω της δράσης του και στην Κέρκυρα.

«Η ιστορία του Λιγδόπουλου», έγραψε η «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» στο δεύτερο τεύχος της τον Φεβρουάριο του 1921, «είναι η ιστορία της πρώτης περιόδου του Ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος, είναι η ιστορία όλης της γνωστής και αγνώστου δράσεως της ομάδας των ολίγων συντρόφων, που συνεργάσθησαν για να δημιουργηθή η επαναστατική ζύμωσις και για να διαμορφωθή προς το σκοπό ενός κομμουνιστικού κόμματος. Ο Λιγδόπουλος υπήρξε ο κατ' εξοχήν σκεπτόμενος σύντροφος από την ομάδα αυτή και ο κατ' εξοχήν αποφασισμένος, που δεν έβλεπε τίποτε άλλο από το κόμμα. Η διαρκής ανησυχία του ήτο πώς το κόμμα να διαμορφωθή και να λάβη το χαρακτήρα που έπρεπε».

Στο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος είχε επιμείνει το νέο κόμμα να μην ονομάζεται απλώς Σοσιαλιστικό, αλλά να προσδιορίζεται ως Σοσιαλιστικό Εργατικό.

 

ligdopoulosdim05

 

Τιμής ένεκεν, τον Νοέμβριο του 2020 ο «Ριζοσπάστης» συνόδευσε φύλλο του με ειδική έκδοση 64 σελίδων του εκδοτικού οίκου «Σύγχρονη Εποχή» με τίτλο «Δημοσθένης Λιγδόπουλος, 1898-1920, Πρωτοπόρος κομμουνιστής, 100 χρόνια από τη δολοφονία του».

Η έκδοση συμπεριλαμβάνει άρθρο του με τίτλο «Η κομμουνιστική επανάστασις», το οποίο θεωρείται ένα από τα τελευταία του και είχε δημοσιευτεί στον «Ριζοσπάστη», με το ψευδώνυμο Α. Βρούτος, τις 24 Ιανουαρίου 1921. «Το τέλος του πολέμου», ανέφερε μεταξύ άλλων σ' εκείνο το άρθρο του, «με τις συνέπειές του, που τόσο βαθιά ετάραξαν ολόκληρη την οικονομική και πολιτική ζωή του αστικού καθεστώτος, έδωσε και μια εξαιρετική ένταση στην πάλη των τάξεων, την οποία παρουσίασε με την πιο οξεία μορφή της. Μέχρι του πολέμου, η εργατική τάξις είχε μεν ποτισθή από τα νάματα του Σοσιαλισμού, είχε μεν κατά θεωρία παραδεχθή την πάλην των τάξεων και την αναγκαιότητα και το αναπόφευκτον της κοινωνικής μεταβολής, αλλά εν τούτοις ο αγών της δεν ήτο δυνατόν να είναι παρά ένας μεταρρυθμιστικός αγών. Η αντίθεσις των συμφερόντων και η οξύτης της πάλης των τάξεων δεν είχε φθάσει σε τέτοιον βαθμό ώστε να καθιστά δυνατή μέσ' τις εργατικές μάζες την πραγματική αντίληψη του Επαναστατικού σοσιαλισμού (...) Ο πόλεμος, όμως, άλλαξε (...) την ψυχολογία των μαζών και ανέπτυξε και αναπτύσσει ολοένα περισσότερο, όσο οι συνέπειές του γίνονται πιο φανερές, μια νέα ψυχολογία στην εργατική τάξη. Η παλιά ψυχολογία της υποταγής παύει σιγά-σιγά να υπάρχει και εξαφανίζεται, δίνοντας θέση σε μια νέα ψυχολογία της εργατικής τάξεως, ψυχολογία επαναστατική».

Η ίδια έκδοση συμπεριλαμβάνει άρθρο του με τίτλο «Ο αγών των κομμουνιστών», το οποίο επίσης θεωρείται ένα από τα τελευταία του και είχε δημοσιευτεί στον «Εργατικό Αγώνα», με το όνομά του, τις 31 Ιανουαρίου 1921. Σημείωνε, μεταξύ άλλων σ' αυτό το άρθρο του: «Μέχρι σήμερον ολόκληρος σχεδόν η δράσις των επαγγελματικών οργανώσεων της χώρας μας περιορίσθη, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, εις έναν αγώνα ημερομισθίου, εις έναν αγώνα προσπαθείας καλυτερεύσεως των όρων της ζωής της εργατικής τάξεως. Και ναι μεν υπάρχει εις τα καταστατικά των περισσοτέρων οργανώσεων ως τελικός σκοπός η κατάλυσις του κεφαλαιοκρατικού καθεστώτος, αλλά ο μέχρι σήμερον αγών των όχι μόνον δεν έλαβε πάντοτε υπόψη του το σκοπόν αυτόν, αλλά πολλές φορές τον ελησμόνησεν εντελώς. Βεβαίως, δεν μπορούμε ν' αρνηθούμε ότι το έργο της οργανώσεως, διά να καταστεί δυνατός ο αγών διά τον τελειωτικόν αυτόν σκοπόν, ήτο το προέχον και επείγον ζήτημα διά την εργατική τάξη της Ελλάδος. Δεν μπορούμε, όμως, επίσης ν' αρνηθούμε ότι ο τελειωτικός σκοπός του εργατικού αγώνος, η ανάγκη της καταλύσεως κάθε ίχνους κεφαλαιοκρατικής εκμεταλλεύσεως, η κοινωνική επανάστασις δεν προπαγανδίστηκε στις εργατικές μάζες από τις οργανώσεις τους, οι οποίες απορροφημένες ολοτελώς από τον αγώνα των ημερομισθίων, ετηρούσαν μια στάση επιφυλακτική και φοβισμένη, μια στάση δισταγμού στο να διακηρύξουν στην εργατική τάξη ότι: Όλοι οι αγώνες για καλυτέρευση της θέσεως της εργατικής τάξεως δεν είναι παρά ένας αμυντικός αγών, ένας αγών υπερασπίσεως της υπάρξεως της εργατικής τάξεως, η οποία τότε και μόνον θα μπορέσει πραγματικά να καλυτερέψει τη θέση της, όταν γίνει κυρία της τύχης της, όταν γκρεμίσει το αστικό καθεστώς, όταν κάνει την επανάστασή της (...) Μόνον έτσι η εργατική τάξις δεν θα κάνει "τρύπες στο νερό". Εννοείται ότι ο αγώνας αυτός θα είναι σκληρός! Σκληρός, μάλιστα! Σκληρός, αλλά τίμιος! (...) Ίσως θα βρεθούμε λίγοι για μια στιγμή (...) Εμείς θα προχωρήσουμε (...) Αυτός είναι ο σκοπός των κομμουνιστών και έτσι εμείς αντιλαμβανόμαστε τον αγώνα της εργατικής τάξεως (...) Όπως στον αρχαίο Ηρακλή, έτσι και σήμερα σ' αυτήν παρουσιάζονται δύο δρόμοι. Ο ένας, ο επαναστατικός δρόμος (...), ο άλλος, ο μεταρρυθμιστικός (...), που άλλο δεν κάνει παρά να υποδουλώσει την εργατική τάξη και να την παραδίδει δεσμία στα χέρια της κεφαλαιοκρατίας».

1

Τελευταία τροποποίηση στις Κυριακή, 22 Νοεμβρίου 2020 09:54

Please publish modules in offcanvas position.