Ο Γιώργος Ματιάνης, γιος του Αλέξανδρου και της Αγγελικής Ματιάνη, γεννήθηκε το 1898 στο χωριό Ποταμός, κοντά στην πόλη της Κέρκυρας.
Ήταν εύπορος κτηματίας στον οικισμό Τεμπλόνι της ευρύτερης περιοχής του Τρίκλινου. Είχε εννιά παιδιά. Λειτουργούσε γεωργική και κτηνοτροφική - τυροκομική μονάδα με αρκετούς εργαζόμενους.
Την περίοδο της Κατοχής τάχθηκε με την Εθνική Αντίσταση στην περιοχή του και ξεχώρισε για την αυτοθυσία του και τον ηρωισμό του. Οι κατακτητές έβαλαν φωτιά δύο φορές στο σπίτι του. Την πρώτη οι Ιταλοί τις αρχές του 1943 και τη δεύτερη, που ήταν τελείως καταστροφική και έκαιγε επί επτά ημέρες καθώς η φωτιά απλώθηκε στην περιοχή και κατέστρεψε και την κτηνοτροφική μονάδα, οι Γερμανοί τις 3 Νοεμβρίου 1943. Ο ίδιος και τα μέλη της οικογένειάς του βγήκαν και τις δύο φορές μέσα από τις φλόγες και σώθηκαν.
Στο γειτονικό λιβάδι του Ρόπα αυτός και η γυναίκα του Αγγιολίνα είχαν σώσει, σε κρυψώνα, Άγγλους αλεξιπτωτιστές, αλλά το γεγονός μαθεύτηκε. Φοβούμενος αντίποινα στα παιδιά του, αρνήθηκε να φύγει από την Κέρκυρα με αγγλικό υποβρύχιο από τα Διαπόντια νησιά, όπως του είχαν προτείνει Άγγλοι για τη βοήθεια που είχε προσφέρει.
Ενώ, ως γνωστόν, αξιωματούχοι του τοπικού ΕΔΕΣ έκαναν υποτίθεται Αντίσταση με βρετανικές λίρες και βυσσοδομούσαν εναντίον γνήσιων και ανιδιοτελών αγωνιστών, ο Γιώργος Ματιάνης, που σύμφωνα με σχετικό έγγραφο είχε ενταχθεί σε οργάνωση του ΕΔΕΣ στην περιοχή του τον Φεβρουάριο του 1942, έπαιζε τη ζωή του κορώνα-γράμματα, συμμετέχοντας σε ριψοκίνδυνες επιχειρήσεις.
Συνελήφθη από Γερμανούς, τις 3 Νοεμβρίου 1943, μαζί με κρυμμένο στο σπίτι του Ιταλό αντιφασίστα στρατιώτη, που είχε παραμείνει στο νησί και συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση.
Η ναζιστική δύναμη, αφού έδιωξε σκαιά από τον χώρο τα μέλη της οικογένειάς του, λεηλάτησε την κτηνοτροφική μονάδα.
Εδώ (δεύτερος από αριστερά) με συγγενείς του
Ο Γιώργος Ματιάνης μεταφέρθηκε κρατούμενος στο Παλαιό Φρούριο, όπου λίγες ώρες μετά τον εγκλεισμό του ηγήθηκε απόδρασης κρατουμένων. Ωστόσο δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να αποδράσει και ο ίδιος, φοβούμενος για την τύχη της οικογένειάς του.
Μετά απ' αυτό οδηγήθηκε αμέσως σε φυλακή στην Ηγουμενίτσα, μαζί με τον αντιφασίστα Ιταλό στρατιώτη.
Με συνοπτικές διαδικασίες κατοχικού στρατοδικείου τις 5 Νοεμβρίου 1943 καταδικάστηκαν αμφότεροι σε θάνατο. Εκτελέστηκε εκεί, τις 11 Νοεμβρίου 1943, σε ηλικία 45 ετών, μαζί με τον Ιταλό στρατιώτη.
Η Αγγιολίνα Ματιάνη, χήρα του Γιώργου Ματιάνη, χρειάστηκε να αγωνιστεί για να αποσπάσει το 1947, τελικά, επίσημη κρατική βεβαίωση για την εκτέλεσή του από τους Γερμανούς.
Η οικογένεια το 1965 στράφηκε δικαστικώς εναντίον της Γερμανίας, σημειώνοντας ότι πηγή των δεινών της ήταν η αντίθεση στη ναζιστική ιδεολογία.
Σώζονται μαρτυρικές καταθέσεις μικρών παιδιών τότε της οικογένειας για όσα υπέστησαν από ιταλικές και γερμανικές φασιστικές δυνάμεις. «Μας βασάνισαν (...) με όλα τα βίαια μέσα (...)», ανέφερε αργότερα ένα από τα παιδιά για την επιδρομή Ιταλών στο σπίτι τους τις αρχές του 1943. Τους απειλούσαν ότι θα σκότωναν όλα τα παιδιά. «Ζούσαμε σαν τους γύφτους, ζητιανεύοντας τα προς το ζην», ανέφερε η Αγγιολίνα Ματιάνη, για την περίοδο μετά τη σύλληψη και εκτέλεση του άντρα της και την καταστροφή του σπιτιού τους και τη λεηλασία της περιουσίας τους. Η οικογένεια σιγά-σιγά διαλύθηκε. Σκορπίστηκε, μέσω συγγενών και γνωστών, στην Αθήνα, αλλά και στον Καναδά, τη Βρετανία και αλλού.
Ληξιαρχική πράξη θανάτου
Το 1985 αναγνωρίστηκε ότι ο Γιώργος Ματιάνης ήταν αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης, ως μέλος τοπικής οργάνωσης του ΕΔΕΣ. Κατόπιν αυτού χορηγήθηκε στη χήρα του σχετική σύνταξη.
«Προσέφερε ό,τι μπορούσε και έδωσε και τη ζωή του για την Εθνική Αντίσταση», αναφέρει υπερήφανη για τον παππού της η εγγονή του Αιμιλία Γιαννοπούλου.
Το όνομα του Γιώργου Ματιάνη και το γεγονός της εκτέλεσής του μνημονεύονται στην έκδοση της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας «Έπεσαν για τη ζωή».