Ο Σπύρος Κων. Μπαλός γεννήθηκε στο χωριό Μεσαριά, στο βόρειο μέρος του νησιού, το 1901.
Με την αντιστασιακή δράση του την περίοδο της Κατοχής καταγράφηκε ως δυναμική φυσιογνωμία του εργατικού - κομμουνιστικού κινήματος στο νησί.
Εργάστηκε σε τυπογραφεία της Πάτρας και έγινε τυπογράφος τη δεκαετία του 1930, όταν ο χωροφύλακας πατέρας του μετατέθηκε στην αχαϊκή πρωτεύουσα. Επιστρέφοντας στην Κέρκυρα, στρατεύτηκε στο επαναστατικό κίνημα και έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ την περίοδο της Κατοχής.
Ήταν στέλεχος της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Κέρκυρας του ΚΚΕ και υπεύθυνος, μαζί με άλλους, για την έκδοση του παράνομου Τύπου την περίοδο της Κατοχής. Τον Αύγουστο του 1942, όταν οργανώθηκε ο πρώτος παράνομος εκδοτικός μηχανισμός του ΚΚΕ στο νησί, ήταν μαζί με τον Ιωσήφ Βεντούρα οι τυπογράφοι έκδοσης των αντιστασιακών εφημερίδων, στη σοφίτα τυπογραφείου του Ι. Βεντούρα.
«Στο παράνομο αυτό τυπογραφείο δούλεψαν ως τυπογράφοι οι συναγ. Ιωσήφ Βεντούρας και Σπύρος Μπαλός», έγραψε η εφημερίδα του ΕΑΜ Κέρκυρας «Φωνή του Λαού» τις 27 Σεπτεμβρίου 1945, σε σημείωμα με τίτλο «Ο παράνομος Τύπος στην Κέρκυρα στα χρόνια της σκλαβιάς». Σε εκείνο το τυπογραφείο είχαν τυπωθεί τότε οι εφημερίδες «Εξόρμηση» της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Κέρκυρας, «Απελευθέρωση» του πρώτου πυρήνα του ΕΑΜ του νησιού, «Νέος Αγωνιστής» και «Εργατική Βοήθεια», όπως και η «Εθνική Αλληλεγγύη» λίγο αργότερα.
Τον Μάιο του 1943 ο Σπύρος Μπαλός συμμετείχε στην ομάδα που αναδιοργάνωσε, λόγω συλλήψεων, τον παράνομο εκδοτικό μηχανισμό του Κόμματος.
Τον Ιούνιο του 1944 είχε την τεχνική ευθύνη για την έκδοση της εφημερίδας-οργάνου της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Κέρκυρας «Νέα Ζωή».
Φύλλο της εφημερίδας του ΕΑΜ
Επίσης, υπέγραφε φλογερά άρθρα στην εφημερίδα-όργανο της Νομαρχιακής Επιτροπής Κέρκυρας του ΕΑΜ «Φωνή του Λαού». Τον Απρίλιο του 1947 είχε αναλάβει ο ίδιος διευθυντής της «Φωνής του Λαού». Ορισμένα άρθρα του έφεραν την υπογραφή «Το σφυρί».
Μεταπολεμικά εκλέχτηκε πρόεδρος του σωματείου των τυπογράφων του νησιού.
Τις 23 Απριλίου 1945 συνυπέγραψε διαμαρτυρία της εκτελεστικής επιτροπής του Εργατικού Κέντρου Κέρκυρας για την καθαίρεση από το υπουργείο Εργασίας της νεοεκλεγμένης διοίκησής του, στην οποία τονιζόταν ότι η διοίκηση του Ε.Κ. «ποτέ δεν θα παραδοθή σε διορισμένες διοικήσεις, πολύ περισσότερον δε σε γνωστούς Εθνοπροδότες και δοσιλόγους». Υπήρξε μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Εργατικού Κέντρου.
Λίγο μετά την απελευθέρωση της χώρας συνελήφθη με σαθρές δικαιολογίες και φυλακίστηκε στις φυλακές της Κέρκυρας. Αργότερα αποφυλακίστηκε, αλλά τα τέλη του 1947 συνελήφθη πάλι και μεταφέρθηκε στις φυλακές των Ιωαννίνων, όπου παρέμεινε υπό απάνθρωπες συνθήκες μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950. Γύρισε στην Κέρκυρα με εμφανή τα σημάδια βασανιστηρίων στην όψη του.
Υποστήριξε στη συνέχεια το κίνημα της ΕΔΑ και από τη θέση του ιδιοκτήτη τυπογραφείου.
Το 1974 πήρε τη δική του θέση στην πρώτη μεταδικτατορική Νομαρχιακή Επιτροπή Κέρκυρας του ΚΚΕ.
Στις στήλες της οικογενειακής του εφημερίδας «Κερκυραϊκό Βήμα» έβρισκαν πάντα φιλόξενο βήμα οι ανακοινώσεις και απόψεις του ΚΚΕ, καθώς και κείμενα προοδευτικών ανθρώπων και αγωνιστών του τόπου.
Ο Σπύρος Μπαλός πέθανε στην Κέρκυρα, σε ηλικία 80 ετών, τις 23 Δεκεμβρίου 1981.
Έγραψε για τον Σπύρο Μπαλό ο συναγωνιστής του Γιάννης Γαρδικιώτης στο «Κερκυραϊκό Βήμα» τις 31 Δεκεμβρίου 1981: «Φυλακίστηκε, εξορίστηκε, υπέφερε (...) Αξιοπρεπής στη συμπεριφορά του και μετριοπαθής στις συζητήσεις του, σεβόταν τη γνώμη των άλλων συναγωνιστών του (...) Ήταν αγαπητός σ' όλους τους συμπολίτες μας, άσχετα από την κομματική τοποθέτηση του καθενός. Τίμιος επαγγελματίας, με άριστη κατάρτιση στην τυπογραφία, βοήθησε στην ανάπτυξη του τοπικού Τύπου».
Άλλος Κερκυραίος (αρχικά Μ.Κ.) σημείωσε γι' αυτόν στο «Κερκυραϊκό Βήμα» τις 13 Ιανουαρίου 1982: «Αντίο φίλε. Ψάξε για κορφοβούνι και βρες το ψηλότερο. Σ' άρεσε νάσαι Αητός». Στο ίδιο φύλλο της εφημερίδας άλλος Κερκυραίος (αρχικά Π.Ν.) σημείωσε: «Έφυγε από ανάμεσά μας ένας γνήσιος και θαρραλέος αγωνιστής του λαϊκού κινήματος. Και ήταν γνήσιος και θαρραλέος ο Σπύρος Μπαλός όταν εργατόπαιδο στη ξενητειά ανίχνευε το στυφό πρόσωπο της εκμετάλλευσης, της ανέχειας και της πείνας και διδασκόταν έτσι τα πρώτα μαθήματα του κοινωνικού αγώνα και στράτευε τις μικρές του δυνάμεις κάτω από τις σημαίες του εργατικού κινήματος της εποχής. Ήταν γνήσιος και θαρραλέος όταν στην Κατοχή συντασσόταν με τις δυνάμεις της Αντίστασης, αντιμετώπιζε τη ξένη δύναμη και τους ντόπιους πράκτορές της, παίζοντας τη ζωή του μέρα τη μέρα, ώρα την ώρα, παράνομος και καταδιωκόμενος, με στήριγμά του την αντιστασιακή ψυχή αυτού του λαού και τα κρησφύγετα που είχε στήσει στις λαϊκές συνοικίες και τα προάστια αυτής της πόλης, που τόσο ζωηρή κρατούν τη μνήμη του. Και ήταν επίσης γνήσιος και θαρραλέος ο Σπύρος Μπαλός όταν, στη νέα περιπέτεια που αντιμετώπισε το λαϊκό κίνημα μετά την Κατοχή, έπαιξε πάλι τη ζωή του κλεισμένος σε κρατητήρια και φυλακές του μίσους εκείνης της εποχής».