Ο Τηλέμαχος (Μάχος) Ρούσης, μαχητής της Εθνικής Αντίστασης με δυνατή κατάρτιση και κουλτούρα, έγραψε τη δική του ιστορία ως κομμουνιστής στην Κέρκυρα.
Γεννήθηκε στην πόλη του νησιού τις 30 Οκτωβρίου 1908. Στράφηκε στην Αριστερά πριν ακόμη γίνει είκοσι ετών, επηρεασμένος από εργατικές διαδηλώσεις για την καθιέρωση οκτάωρης εργασίας. Με το ξέσπασμα του ισπανικού Εμφυλίου έγινε κομμουνιστής και παρέμεινε στο πλευρό του ΚΚΕ μέχρι το τέλος του.
Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος τον βρήκε δημοτικό υπάλληλο, γραμματέα του δημοτικού θεάτρου της πόλης. Μπήκε από τους πρώτους στην Εθνική Αντίσταση εναντίον των Ιταλών κατακτητών του νησιού. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ, όπως και η μετέπειτα σύζυγός του Γεωργία Ρούση, η οποία αναδείχθηκε Γραμματέας της οργάνωσης Εθνική Αλληλεγγύη στο νησί, βοηθώντας με γενναιότητα διωκόμενους, άπορους και όσους είχαν ανάγκη.
Ο Τηλέμαχος Ρούσης συνελήφθη από τους Ιταλούς, βασανίστηκε στο αστυνομικό κτίριο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας στην πόλη και κλείστηκε στην ακτίνα Κ' των φυλακών του νησιού. Αργότερα, μεταφέρθηκε κρατούμενος στο νησάκι Λαζαρέτο.
Το βραβευμένο τραγούδι
Από το Λαζαρέτο τις 10 Ιουνίου 1943 μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο Πιστίτσι στη νότια Ιταλία, μαζί με δεκατρείς άλλους Κερκυραίους. Απελευθερώθηκε τις 14 Σεπτεμβρίου 1943 και με το αντιτορπιλικό «Αδρίας» βρέθηκε στην Αλεξάνδρεια. Εντάχθηκε στο 1ο Σύνταγμα Θωρακισμένων στη Μιράτα, κοντά στην Τρίπολη του Λιβάνου, ως υποδεκανέας.
Ακολούθησε δεύτερη αιχμαλωσία του, αυτή τη φορά από τους Βρετανούς, στην Αίγυπτο και στη Λιβύη, όταν πήρε μέρος στο δημοκρατικό κίνημα της Μέσης Ανατολής.
Εκεί άρχισε να γράφει βιβλίο, περιγράφοντας τα βάσανα των αγωνιστών αιχμαλώτων στα «σύρματα» της Μέσης Ανατολής. Γι' αυτό οι Βρετανοί «σωφρονιστές» τού απαγόρευσαν να στέλνει γράμματα στους δικούς του με περισσότερες από 25 λέξεις. Πολλά χρόνια μετά, το 1977, ο εκδοτικός οίκος Σύγχρονη Εποχή εξέδωσε το βιβλίο του «ΤΜΙΜΙ», στο οποίο με το ψευδώνυμο Φρίξος Λιβυκός περιέγραψε τα βάσανα του ιδίου και των άλλων αγωνιστών στο κάτεργο του Τμίμι της Λιβύης και σε άλλα στρατόπεδα της περιοχής, όπου υπέφεραν οι κρατούμενοι για τη συμμετοχή τους στο κίνημα του Απριλίου του 1944. Ήταν το βιβλίο που είχε γράψει, ουσιαστικά, κρατούμενος στη Λιβύη. Το στρατόπεδο στο Τμίμι ήταν το «πόστο του διαβόλου», όπως έγραψε.
Το 1946 είχε δημοσιεύσει λίγα κεφάλαιά του στο προοδευτικό περιοδικό «Ελεύθερα Γράμματα». Ο Δημήτρης Φωτιάδης, υπεύθυνος του περιοδικού, του είχε γράψει:
«Από καιρό ήθελα να σας γράψω, για να σας πω πόση χαρά μας δώσατε με τα κομμάτια σας από το δράμα της Μέσης Ανατολής. Η κριτική μας; Μ' αυτή έγινε, δημοσιέψαμε δύο κομμάτια και στο ερχόμενο φύλλο δημοσιεύουμε τρίτο. Κατορθώσατε να κάνετε αληθινή τέχνη ένα μέρος από τους πολύπλευρους αγώνες του Ελληνικού λαού. Ολοκληρώσατε τα η δουλειά αυτή, με τον ίδιο παλμό και με την ίδια καλλιτεχνική αντίληψη. Πρέπει να βγουν σε βιβλίο».
Διαδηλωτής στο στρατόπεδο Τμίμι της Λιβύης
Για την αντιστασιακή του δράση την περίοδο της Κατοχής ο Τηλέμαχος Ρούσης έλαβε μετάλλιο Εξαίρετων Πράξεων, ενώ κέρδισε πρώτο βραβείο στη Μέση Ανατολή από την τότε κυβέρνηση για τη σύνταξη ποιήματος - εμβατηρίου για τον στρατό της Μέσης Ανατολής.
Στη Λιβύη έγραψε τους στίχους του υπέροχου τραγουδιού «Συντρίβουμε των αλύσων τα δεσμά», με μελωδία από σοβιετικό τραγούδι για τη Νίκη.
Έλεγε το τραγούδι:
Συντρίβουμε πια των αλύσων δεσμά
και γιγάντια προβάλει νικήτρα λευτεριά.
Παντού ο λαός της Ελλάδας
σε ύστερη μάχη νικά,
καινούρια ιστορία θριάμβων γεννά
ο στρατός του λαού στα ψηλά μας βουνά
Στις πόλεις ενάντια στις σφαίρες
τα στήθεια ορθώνει ο λαός
σε πύργους τιτάνων και γύρω βοά
δείτε πώς αποχτούν τη χρυσή λευτεριά
Περάσαν τα σκοτεινά χρόνια
κρεμάλες, δαρμοί, φυλακές
ροδίζει τον κόσμο η λεύτερη αυγή
και της νίκης τραγούδι παντού θ' αντηχεί
Γυναίκες, παιδιά, νιοι και γέροι
μυριόστομη βγάζουν κραυγή.
Συντρίβουμε πια των αλύσων δεσμά
και γιγάντια προβάλλει η νικήτρα λευτεριά
Είχε, επίσης, τις εξής στροφές-παραλλαγές:
Σε φάμπρικες, λίμνες, λιμάνια
σε θάλασσες, κάμπους βουνά,
παντού βρυχηθμός, καταιγίδα ξεσπά
των τυράννων η ύστερη ώρα χτυπά
Μια νέα ζωή ξεπροβάλλει
χαρούμενο αγέρι φυσά
ροδίζει τον κόσμο χαρούμενη αυγή
και τραγούδι της νίκης παντού αντηχεί
Το τραγούδι αυτό περιλαμβάνεται σε τόμο με τίτλο «Πολεμάμε και τραγουδάμε», με τραγούδια της Εθνικής Αντίστασης, που εξέδωσε η Πανελλήνια Ένωση Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης το 2002. Το έχει μελοποιήσει η Κερκυραία βιολονίστρια Μαρία Νικάκη.
Προσωπογραφία από συγκρατούμενό του, 1944
Ακάματος εργάτης του πολιτισμού, στο διάβα του χρόνου ο Τηλέμαχος Ρούσης υπήρξε πρόεδρος της Καλλιτεχνικής Λέσχης της Κέρκυρας, καθώς και αντιπρόεδρος του τοπικού καλλιτεχνικού ομίλου «Πορεία», του Οργανισμού Κερκυραϊκών Εκδηλώσεων και του Φεστιβάλ της Κέρκυρας, με σημαντική συμβολή στη δημιουργία τους. Πρωταγωνίστησε, επίσης, στην ίδρυση και υπήρξε πρόεδρος του Συλλόγου Φίλων Λυρικού Θεάτρου. Ήταν, ακόμη, από τους πρωτεργάτες της αναβίωσης του κερκυραϊκού καρναβαλιού.
Ασχολήθηκε, επίσης, με έρευνες για τη Φαιακία, το βασίλειο των Φαιάκων. Είχε παρουσιάσει τη δουλειά του με το πρωτοποριακό σωματείο «Ιόνιος Πνοή» στη Δημόσια Βιβλιοθήκη γύρω στα 1960. Στον ίδιο χώρο είχε πάρει μέρος σε θεατρική ανάγνωση του «Ματωμένου γάμου» του Λόρκα.
Δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη» για τον θάνατό του
Διηγήματά του, μεταφράσεις και σημειώματα πολιτιστικού περιεχομένου δημοσιεύτηκαν στις εφημερίδες «Κερκυραϊκά Νέα», «Κερκυραϊκό Βήμα» και «Ενημέρωση», καθώς και στο περιοδικό «Πόρφυρας».
Πίστευε ότι ο πολιτισμός «είναι ένας τρόπος ζωής, τόσο βαθιά ριζωμένος στους Επτανήσιους, που δεν αρνούνται την ίδια στιγμή να αντιστέκονται στην κτηνωδία της ζωής όχι με μια καταιγιστική, αφανιστική ουτοπία, αλλά με το γέλιο και τη σάτιρα». Υποστήριζε ότι «σκοπός της επανάστασης είναι να κάνει όλους τους ανθρώπους αριστοκράτες και όχι αντίθετα να τους εξισώσει σε προλετάριους».
Ήταν, ακόμη, μουσικός και λάτρης της κλασικής και λυρικής μουσικής. Η επαφή του με τη μουσική ξεκίνησε σε ηλικία 7 χρονών, μαθαίνοντας βιολί. Αργότερα δημιούργησε ένα μικρό συγκρότημα και συμμετείχε σε ορχήστρα της Σχολής Ρομποτή. Το όνομά του συνδέθηκε στενά με το λυρικό θέατρο και τον μουσικό πολιτισμό της Κέρκυρας.
Επίσης, στα νιάτα του ασχολήθηκε με το κρίκετ, με την ομάδα του Κερκυραϊκού Γυμναστικού Συλλόγου.
Με το θέατρο ασχολήθηκε από μικρή ηλικία. Στη Μέση Ανατολή είχε οργανώσει θεατρικές παραστάσεις για τους φαντάρους και τον Ελληνισμό. Το 1966, στην Κέρκυρα, σκηνοθέτησε και διασκεύασε τον «Έμπορο της Βενετίας» σε μετάφραση του Βασίλη Ρώτα. Πήρε μέρος και ο ίδιος σε διάφορα έργα.
Υποστήριζε και ενίσχυε ποικιλοτρόπως το ΚΚΕ μέχρι το τέλος της ζωής του.
Πέθανε στην Κέρκυρα, σε ηλικία 93 ετών, το 2001, με σταθερές τις αξίες του και την πίστη του στην αναγκαιότητα και την τελική νίκη της Επανάστασης, ανεξάρτητα από πισωγυρίσματα.
«Τα ιδανικά που πίστεψαν εκατομμύρια άνθρωποι και που πάνω σ' αυτά στήθηκε η προσπάθεια για τη δημιουργία του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους στον κόσμο, δεν τελεσφόρησαν στην εποχή μας. Η φιλοσοφία όμως μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση, εκείνο το μισοχαμένο όνειρο που όλο ξαναζωντανεύει και το όραμα της Παγκόσμιας Ειρήνης και Αδελφοσύνης, εξακολουθούν να φλογίζουν τις καρδιές εκατομμυρίων ανθρώπων», ήταν τα λόγια με τα οποία έκλεισε τις αναμνήσεις του για τον αιώνα που πέρασε, την Κέρκυρα και τον κόσμο.
Από τον Ιούλιο του 2019, κατόπιν ομόφωνης απόφασης του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Κέρκυρας, πλατεία της πόλης του νησιού ονομάζεται πλατεία Μάχου Ρούση.